Στον βαθμό που αυτό είναι σωστό, ενισχύεται η θεωρία ότι ο Ήλιος μας είχε κάποτε ένα σύντροφο, ένα άστρο που έχει ονομασθεί «Νέμεσις», αλλά ποτέ δεν βρέθηκε. Ορισμένοι έχουν υποθέσει -χωρίς να έχει αποδειχθεί- ότι το άστρο αυτό πριν από 65 εκατ. χρόνια επηρέασε βαρυτικά έναν αστεροειδή και τον έστειλε να πέσει πάνω στη Γη, εξαφανίζοντας τους δεινόσαυρους.
«Λέμε ότι ναι, πιθανότατα κάποτε, πριν από πολύ καιρό, υπήρξε μία Νέμεσις» δήλωσε ο αστρονόμος και φυσικός Στίβεν Στάλερ του Πανεπιστημίου της Καλιφόρνια-Μπέρκλεϊ, ο οποίος έκανε τη σχετική δημοσίευση στο βρετανικό αστρονομικό περιοδικό “Monthly Notices of the Royal Astronomical Society”, μαζί με τη ραδιοαστρονόμο Σάρα Σανταβόϊ του Αστροφυσικού Παρατηρητηρίου Σμιθσόνιαν του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ.
Πολλά άστρα έχουν δύο ή και τρεις συντρόφους, όπως ο κοντινότερος αστρικός μας γείτονας, ο ‘Αλφα του Κενταύρου, που αποτελείται από τρία άστρα, με πιο κοντινό στη Γη τον Εγγύτατο. Οι ερευνητές, αφού μελέτησαν -με την αμερικανική συστοιχία ραδιοτηλεσκοπίων Very Large Array στο Νέο Μεξικό- ένα γιγάντιο μοριακό νέφος γεμάτο με νεογέννητα άστρα στον αστερισμό του Περσέα, το οποίο έχει μήκος 50 ετών φωτός και βρίσκεται σε απόσταση 600 ετών φωτός από τη Γη, κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι όλα τα άστρα σαν τον Ήλιο μας γεννιούνται με παρέα.
Από το πρώτο «Merry Christmas» του 1992 στα 25 και άνω δισ. SMS σήμερα
Σύμφωνα με τους υπολογισμούς, η απόσταση ανάμεσα στα δίδυμα άστρα μπορεί να ξεπερνά και τις 500 αστρονομικές μονάδες (η μονάδα αυτή είναι η μέση απόσταση Γης-Ήλιου). Ένας τέτοιος δίδυμος εκτιμάται ότι θα βρισκόταν σε απόσταση 17 φορές μεγαλύτερη από τον Ήλιο από ό,τι ο πιο μακρινός πλανήτης του ηλιακού μας συστήματος, ο Ποσειδώνας.
Οι επιστήμονες θεωρούν ως πιο πιθανό σενάριο ότι η Νέμεσις κάποια στιγμή «δραπέτευσε» και ανακατεύθηκε με τα άλλα άστρα του γαλαξία μας, συνεπώς δεν θα τη δούμε στο μέλλον.
Σύμφωνα με τους επιστήμονες, όλα τα άστρα γεννιούνται μέσα σε ωοειδή «κουκούλια», που λέγονται «πυκνοί πυρήνες» και υπάρχουν παντού μέσα στα τεράστια ψυχρά νέφη μοριακού υδρογόνου, τα οποία αποτελούν τα «μαιευτήρια» των νέων άστρων. Μέσα από τα οπτικά τηλεσκόπια, αυτά τα νέφη-μαιευτήρια φαίνονται σαν μαύρες τρύπες στον έναστρο ουρανό, επειδή η σκόνη που συνοδεύει τα αέριά τους, μπλοκάρει το φως των άστρων να φθάσει στη Γη. Γι’ αυτό η μελέτη των μοριακών νεφών γίνεται με ραδιοτηλεσκόπια, καθώς τα ραδιοκύματα δεν εμποδίζονται από τη σκόνη.
πηγή: ΑΠΕ – ΜΠΕ