Τελευταία φορά βρέθηκε στο Καραϊσκάκη τον περασμένο Σεπτέμβριο, στον αγώνα του Ολυμπιακού με τη Φράιμπουργκ. Τώρα θα παρακολουθεί την αγαπημένη του ομάδα από ψηλά.
Ο Γιούτσος έπαιξε 10 χρόνια στον Ολυμπιακό, από το 1964 έως το 1974. Δυναμικός επιθετικός, ικανός να σμπαραλιάσει την αντίπαλη άμυνα μόνος του με τις επελάσεις του, πέτυχε 128 γκολ σε 330 εμφανίσεις. Πανηγύρισε 4 ερυθρόλευκα πρωταθλήματα (1966, ’67, ’73, ’74) και 4 Κύπελλα (1965, ’68, ’71, ’73) κι έκλεισε την καριέρα του αγωνιζόμενος στον Εθνικό τη διετία 1974-76. Υπήρξε μέλος της εθνικής ομάδας πετυχαίνοντας 6 γκολ σε 15 αναμετρήσεις από το 1965 έως το 1970.
Το παιχνίδι του ήταν πανέξυπνο, είχε εκπληκτική κατοχή μπάλας, σκόραρε συχνά και συνεργάστηκε άψογα με τον Σιδέρη και τον Μποτίνο. Αυτό που τον έκανε να ξεχωρίσει ήταν ο «καλπασμός» του προς την αντίπαλη εστία. Ετρεχε πετώντας την μπάλα μπροστά και ήταν ασταμάτητος. Οι διεισδύσεις του ξεσήκωναν το Καραϊσκάκη. Η ιαχή «έμπαινε, Γιούτσο» αποτύπωνε εύσχημα αυτή του την ικανότητα και λέγεται ότι οφείλεται σε έναν πωλητή αναψυκτικών στις εξέδρες του Καραϊσκάκη. Το φώναξε και άρεσε. Επίσης τον φώναζαν και «ούζο», επειδή του άρεσε πολύ το ούζο. Για πολλούς, ο Γιούτσος ανήκει στην κορυφαία 11άδα της ιστορίας του Ολυμπιακού. Ηταν μέλος της ομάδας που έκανε το ρεκόρ των 11 σερί νικών στο ξεκίνημα της περιόδου 1966-67 με προπονητή τον Μπούκοβι.
Το ντεμπούτο του με τον Ολυμπιακό έγινε τον Ιανουάριο του 1965 στο εκτός έδρας ντέρμπι με τον Παναθηναϊκό (1-1). Το τελευταίο του παιχνίδι ήταν τον Ιούνιο του 1974 εκτός έδρας με την Παναχαϊκή.
Στις καλύτερες στιγμές της καριέρας του περιλαμβάνονται το γκολ-τίτλος κόντρα στον Πανσερραϊκό το 1966, τα γκολ κόντρα στην Κάλιαρι το 1972, το γκολ με εκτέλεση κόρνερ το 1973 και το χατ τρικ στο ιστορικό 11-0 επί του Φωστήρα.
Τον Σεπτέμβριο του 1994 ανέλαβε υπηρεσιακός προπονητής του Ολυμπιακού διαδεχόμενος τον Αλέφαντο και παραδίδοντας στον Λίμπρεχτς.
Εθνική Ελλάδας: Μαθαίνει σήμερα αντίπαλο για τα playoffs του Nations League
Αν και γεννήθηκε στην Καστοριά, αγάπησε τον Πειραιά και ασχολήθηκε και με τα κοινά. Το 2006 εξελέγη με το ψηφοδέλτιο του Φασούλα για τον Δήμο Πειραιά και το 2014 είχε συμπεριληφθεί στο ψηφοδέλτιο του Σαλαλέ για τον Δήμο Κερατσινίου-Δραπετσώνας.
Ο Γιούτσος γεννήθηκε τον Απρίλιο του 1942 στο Μακροχώρι Καστοριάς. Εχασε μικρός τον πατέρα του και μαζί με την αδελφή του μετανάστευσε στη Βουδαπέστη υπό το φόβο του Εμφυλίου.
Στην Ουγγαρία, το όνομά του έγινε Μίκλος Γιούτσοφ. Από το 1960 έως το 1964 αγωνίστηκε στην ουγγρική Τσέπελ και ξεχώρισε. Τότε του ζήτησε ο ομοσπονδιακός τεχνικός της Ουγγαρίας, Λάγιος Μπαρότι, να αλλάξει υπηκοότητα. Ο Γιούτσος αρνήθηκε. Το ταλέντο του έγινε γνωστό στην Ελλάδα από έναν γραμματέα της ελληνικής πρεσβείας στη Βουδαπέστη, ο οποίος χειρουργήθηκε στην Αθήνα και μίλησε με έναν γιατρό που ήταν παράγοντας του Ολυμπιακού.
Οι «ερυθρόλευκοι» κατάφεραν να τον πείσουν να μεταγραφεί στον Πειραιά το 1964. Αρχικά, ο Γιούτσος με την ουγγρική ποδοσφαιρική παιδεία ήθελε να φύγει, θεωρώντας πως θα χαθεί το ταλέντο του στην Ελλάδα. Εβγαλε κρυφά εισιτήριο για Βουδαπέστη, αλλά δεν ταξίδεψε γιατί το διαβατήριο που του έδωσαν είχε φωτογραφία από απόκομμα εφημερίδας!
Τελικά φόρεσε τα ερυθρόλευκα κι έγινε ένας από τους θρύλους του ελληνικού ποδοσφαίρου.
Η ΠΑΕ Ολυμπιακός εξέφρασε τη θλίψη της για την απώλεια του Γιούτσου, τον οποίο χαρακτήρισε «τεράστιο κεφάλαιο στην ολόχρυση ιστορία του Ολυμπιακού, μια μεγάλη μορφή στην ιστορία του ελληνικού ποδοσφαίρου. Ενας αυθεντικός μπαλαδόρος. Το αποτύπωμά του θα μείνει βαθύ στην ιστορία του συλλόγου».
Ο Ερασιτέχνης Ολυμπιακός τόνισε πως ο Θρύλος πενθεί για έναν δικό του θρύλο.
Συλλυπητήρια ανακοίνωση εξέδωσε και η ΕΠΟ.