Γράφει ο Δημήτρης Κατσάκος
Ο λόγος φυσικά για την Αθλέτικ του Μπιλμπάο. Μόνη της, απέναντι σε όλες τις άλλες. Για έναν και μοναδικό λόγο. Γιατί επέλεξε να μην αλλάξει. Γιατί συνεχίζει να διατηρεί τις αρχές της εδώ και πάνω από 100 χρόνια χωρίς κανέναν συμβιβασμό.
Το ποδοσφαιρικό καμάρι των Βάσκων κι ένας σύλλογος στενά δεμένος με τον βασκικό εθνικισμό. Η Αθλέτικ Μπιλμπάο είναι μία από τις κορυφαίες ομάδες της Ισπανίας, με 8 πρωταθλήματα και 24 κύπελλα, αλλά χωρίς διακρίσεις στην Ευρώπη. Δεν έχει λείψει ποτέ από κανένα πρωτάθλημα της Πριμέρα Ντιβιζιόν, μαζί με τη Ρεάλ Μαδρίτης και την Μπαρτσελόνα.
Οι ρίζες
Το ποδόσφαιρο έγινε γνωστό στο Μπιλμπάο από τους Άγγλους ναυτεργάτες που δούλευαν στο λιμάνι. Τα παιχνίδια που οργάνωναν στις ελεύθερες ώρες τους, προκάλεσαν αρχικά την περιέργεια και κατόπιν το ενδιαφέρον των Βάσκων. Στη διάρκεια της τελευταίας δεκαετίας του 19ου αιώνα όλο και περισσότεροι αυτόχθονες άρχισαν να παίζουν «football», μέχρι που το 1898 μια παρέα από μαθητές του Γυμνασίου Zamacois αποφάσισε να ιδρύσει ένα ποδοσφαιρικό σωματείο κατά τα βρετανικά πρότυπα.
Το ονόμασαν Athletic Club, το οργάνωσαν και ξεκίνησαν να παίζουν με αντίπαλους τους Άγγλους. Το επίσημο καταστατικό κατατέθηκε τρία χρόνια αργότερα, τον Απρίλιο του 1901, μέχρι τότε όμως είχε προλάβει να ιδρυθεί ακόμα ένα σωματείο, το Bilbao Football Club. Οι δυο ομάδες άρχισαν να παίζουν μεταξύ τους και πολύ γρήγορα δημιουργήθηκε αντιπαλότητα. Τα δυο σωματεία συμφώνησαν το 1902 να κατεβάσουν μια κοινή ομάδα για να εκπροσωπήσει την πόλη στο εθνικό τουρνουά της Μαδρίτης προς τιμήν της ενηλικίωσης του μονάρχη Αλφόνσο του 13ου.
Διαβάστε εδώ όλα τα θέματα του ET Magazine
Οι αγγλικές ρίζες της ομάδας φαίνονται άλλωστε και από την υιοθέτηση του πρώτου συνθετικού του ονόματός της, Αθλέτικ (Athletic) και όχι του ισπανικού Ατλέτικο (Atletico). Ατλέτικο ονομάστηκε η Μπιλμπάο μόνο επί Φράνκο, όταν ο δικτάτορας απαγόρευσε τη χρήση ξένων λέξεων.
Τα χρώματα της Αθλέτικ είναι το κόκκινο και το άσπρο, εξ ου και το προσωνύμιο Ροχιμπλάνκος (Ερυθρόλευκοι). Το πώς προέκυψε η εμφάνιση της ομάδας έχει ενδιαφέρον, καθώς χάνεται στην αχλή του μύθου. Τρεις είναι οι επικρατέστερες θεωρίες.
Η πρώτη και επικρατέστερη ότι το ύφασμα με τις άσπρες και κόκκινες ρίγες ήταν φτηνό επειδή χρησιμοποιείτο για την επένδυση στρωμάτων. Η δεύτερη θεωρία υποστηρίζει ότι τα αρχικά χρώματα ήταν το μπλε και το άσπρο, αλλά όταν οι εκπρόσωποι της ομάδας πήγαν στην Αγγλία για να αγοράσουν φανέλες δεν βρήκαν στο χρώμα αυτό και επέλεξαν τις ερυθρόλευκες. Και η τρίτη ότι προτιμήθηκαν τα χρώματα των αγγλικών ομάδων Σάντερλαντ και Σαουθάμπτον, καθώς από αυτές τις περιοχές κατάγονταν οι άγγλοι ιδρυτές της μίας από τις δύο συνιστώσες της ομάδας.
Μόνο Βάσκοι
Ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της Αθλέτικ είναι η απουσία ξένων παικτών από τη σύνθεσή της, ήδη, από το 1912. Η πολιτική της «Καντέρα», όπως ονομάζεται, δηλαδή της Αλάνας, είναι συνειδητή επιλογή των ανθρώπων της, οι οποίοι επενδύουν στην αξιοποίηση των ταλέντων από τις ακαδημίες του συλλόγου. Το σύνθημα που κυριαρχεί είναι: «Δεν χρειαζόμαστε τους εισαγόμενους, έχουμε τους δικούς μας παίκτες και οπαδούς» («Con cantera y aficion, no hace falta importacion»). Οι μόνοι ξένοι που έχουν θέση στην ομάδα, συμπεριλαμβανομένων και των υπόλοιπων Ισπανών, είναι οι προπονητές, αλλά και οι βάσκοι ποδοσφαιριστές της διασποράς.
Στα πρώτα χρόνια της, η Αθλέτικ χρησιμοποιούσε αυτόχθονες παίκτες και Άγγλους, μόνιμους κατοίκους της περιοχής, όπως όλες οι ισπανικές ομάδες της εποχής. Το 1909 οι δυο μεγάλες ομάδες της Χώρας των Βάσκων, Αθλέτικ και Ρεάλ Σοθιεδάδ, έφεραν τους πρώτους «ξένους» παίκτες από την Αγγλία, ξένους με την έννοια της προέλευσης και όχι της καταγωγής, αφού όπως είπαμε, Βρετανοί ποδοσφαιριστές αγωνίζονταν ήδη στην Ισπανία. Οι νεοφερμένοι ήταν ερασιτέχνες, αφού τότε η αγγλική ομοσπονδία απαγόρευε στους επαγγελματίες να αγωνίζονται στο εξωτερικό.
Με αυτό τον τρόπο τονώνεται όχι μόνο η αφοσίωση στην ομάδα, αλλά και ο βασκικός εθνικισμός. Άλλωστε, πολλοί παράγοντες της Αθλέτικ υπήρξαν ηγετικά στελέχη του εθνικιστικού κόμματος EAJ-PNV. Με την πάροδο του χρόνου οι παράγοντες της ομάδας έβαλαν νερό στο κρασί τους και σήμερα κάθε νεαρός μη Βάσκος που μαθαίνει μπάλα στην περιοχή έχει θέση στην ομάδα.
Υπήρχε τότε ένας κανονισμός που προέβλεπε πως κάθε ξένος θα έπρεπε προηγουμένως να έχει μείνει τουλάχιστον 6 μήνες στην πόλη του συλλόγου, με την ομάδα του οποίου ήθελε να αγωνιστεί. Επειδή στη διάρκεια ολόκληρης της σεζόν οι γκρίνιες σχετικά με το θέμα των ξένων ήταν συνεχείς, η διοίκηση της Αθλέτικ πήρε την απόφαση (1911), στην ομάδα να παίζουν αποκλειστικά παίκτες από την Μπιθκάγια, την μια δηλαδή από τις τρεις επαρχίες της Χώρας των Βάσκων, αυτή με πρωτεύουσα το Μπιλμπάο (οι άλλες δυο είναι η Άλαβα με πρωτεύουσα τη Βιτόρια και η Γκιπούθκοα με πρωτεύουσα το Σαν Σεμπαστιάν).
Για 50 περίπου χρόνια στην Αθλέτικ αγωνίστηκαν – χωρίς καμία εξαίρεση – μόνο ποδοσφαιριστές με καταγωγή από τη συγκεκριμένη επαρχία. Στις δεκαετίες του ’60 και του ’70 αυτό άρχισε να αλλάζει σιγά – σιγά και η ομάδα δέχτηκε τους πρώτους παίκτες από τις υπόλοιπες δυο επαρχίες του Εουσκάδι. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι οι Γκουισασόλα και Ιρίμπαρ, αμφότεροι από την Γκιπούθκοα. Ακολούθησαν οι Ιρουρέτα, Λάσα και Τσουρούκα ανάμεσα σε άλλους και έτσι, προς το τέλος της δεκαετίας του ’70 παγιώθηκε η παρουσία στην ομάδα παικτών από ολόκληρη τη Χώρα των Βάσκων.
Η πρώτη επιτυχημένη περίοδος της Αθλέτικ ήταν τη δεκαετία του ’30, με προπονητή τον Άγγλο Φρεντ Πέντλαντ, όταν κατέκτησε 4 πρωταθλήματα και ισάριθμα κύπελλα. Γεμάτες τίτλους ήταν και οι δεκαετίες του ’40 και του ’50. Σ’ αυτό βοήθησε και ο περιορισμός στη χρησιμοποίηση ξένων παικτών από τον Φράνκο. Όταν άνοιξε η αγορά, η πτώση της Αθλέτικ ήταν αναμενόμενη. Μόλις δύο πρωταθλήματα και τρία κύπελλα έχει κατακτήσει η ομάδα μετά το 1958. Από τις τάξεις της Αθλέτικ πέρασαν σπουδαίοι ποδοσφαιριστές, όπως οι: Αλεξάνκο, Ντάνι, Ετσεμπερία, Γκαίνθα, Γκοϊγκοετσέα, Ιρίμπαρ, Ιρουρέτα, Καράνκα, Αλκόρτα, Λιζαραζού, Πανίθο, Χούλιο Σαλίνας, Θάρα και Θουμπιθαρέτα.
Στα 100 χρόνια που ακολούθησαν αυτή την απόφαση, οι εκάστοτε διοικήσεις και βέβαια τα μέλη που ορίζουν με την ψήφο τους την πολιτική του συλλόγου στο συγκεκριμένο θέμα, δεν υποχώρησαν ούτε βήμα από τον κανόνα αυτό. Η Αθλέτικ δεν είναι ποδοσφαιρική ανώνυμη εταιρεία, ανήκει (όπως και οι Μπαρτσελόνα, Ρεάλ Μαδρίτης και Οσασούνα) στα μέλη της.
Ο λόγος που συνεχίζεται μέχρι και σήμερα αυτή η παράδοση είναι η υπερηφάνεια που νιώθουν οι φίλοι της ομάδας, γνωρίζοντας ότι όποιος βρίσκεται μέσα στο γήπεδο φορώντας τη φανέλα της Αθλέτικ, είτε είναι Βάσκος, είτε έχει μάθει το ποδόσφαιρο στη Χώρα των Βάσκων. Είναι ρομαντικό, όσο και αν αντιτίθεται σε κάθε λογική του σύγχρονου ποδοσφαίρου. Και εκεί βρίσκεται η αξία του. Διαχρονική και αδιαπραγμάτευτη.
Το Σαν Μαμές… ο «καθεδρικός»
Η Αθλέτικ Μπιλπάο αγωνίζεται στο «καυτό» Σαν Μαμές, χωρητικότητας 40.000 θεατών. Το γήπεδο πήρε το όνομά του από τη διπλανή εκκλησία, που είναι αφιερωμένη στον Άγιο Μάμα (Σαν Μαμές), που μαρτύρησε νεώτατατος για την πίστη του, ριφθείς στα λιοντάρια από τους Ρωμαίους. Εξ ού και το δεύτερο προσωνύμιο της ομάδας Τα Λιοντάρια.
Η Αθλέτικ αγωνιζόταν αρχικά στο Λαμίακο, μια περιοχή που βρίσκεται στο δέλτα του Νερβιόν, ενώ στη συνέχεια μεταφέρθηκε στο γήπεδο της Χοσαλέτα στο Γκέτσο, μια κωμόπολη περίπου 15 χιλιόμετρα έξω από το Μπιλμπάο. Ενώ οι φίλοι της Αθλέτικ συνεχώς αυξάνονταν, έγινε φανερή η ανάγκη για την κατασκευή ενός γηπέδου πιο κοντά στο κέντρο του Μπιλμπάο, που να μπορεί να στεγάσει τις χιλιάδες του κόσμου που πλέον ήθελαν να παρακολουθούν τους αγώνες της ομάδας τους.
Έτσι λοιπόν ξεκίνησε η κατασκευή του πιο ιστορικού γηπέδου της Ισπανίας, του μοναδικού που έχει φιλοξενήσει τους αγώνες όλων των πρωταθλημάτων της Πριμέρα Ντιβισιόν, του «Σαν Μαμές». Η θεμέλια λίθος μπήκε τον Ιανουάριο του 1913 και οχτώ μήνες αργότερα έγιναν τα επίσημα εγκαίνια. Το γήπεδο χτίστηκε δίπλα στις όχθες του ποταμού Νερβιόν, σε έκταση που ανήκε στο ταμιευτήριο ΒΒΚ και η οποία εξαγοράστηκε κάποια χρόνια αργότερα από τον σύλλογο.
Στις 21 Αυγούστου του 1913 η Αθλέτικ αντιμετώπισε στο «Σαν Μαμές» την Ράθινγκ του Ιρούν, την οποία νίκησε 2-1. Το πρώτο ιστορικό γκολ στο καινούργιο γήπεδο σημειώθηκε από τον Ραφαέλ Μορένο Αραθάντι, πιο γνωστό με το προσωνύμιο «Πιτσίτσι». Το γήπεδο είχε αρχικά 3.500 θέσεις, όμως με διαδοχικές επεκτάσεις που έγιναν στις επόμενες δεκαετίες, έφτασε να χωράει 52.000 θεατές (όρθιους και καθισμένους). Στην τελευταία μεγάλη ανακατασκευή του, εν όψει του Μουντιάλ του 1982, το «Σαν Μαμές» κατάργησε τους χώρους για τους όρθιους και πήρε την τελική του μορφή, αυτή που διατηρεί μέχρι σήμερα, με χωρητικότητα 40.000 θεατών.
Η Αθλέτικ, η πολιτική και η… ΕΤΑ
Η ιδέα της αυτονομίας της χώρας των Βάσκων από την Ισπανία, πάει αρκετά χρόνιο πιο πίσω και είναι πολύ πιο έντονη, σε σχέση με τις αυτονομιστικές τάσεις της Καταλονίας που έχουν υπερπροβληθεί τελευταία.
Είναι επίσης μια υπόθεση βαμμένη με αίμα λόγω της δράσης της ΕΤΑ, της τρομοκρατικής οργάνωσης που δρούσε γι΄αυτό το σκοπό.
Ωστόσο, η Αθλέτικ ποτέ δεν αποτέλεσε «βήμα» για τους εθνικιστές Βάσκους και τις διεκδικήσεις τους. Ο σύλλογος, εκτός ελάχιστων εξαιρέσεων, παρέμεινε ένα ποδοσφαιρικό σύμβολο για τους Βάσκους.
Πάντοτε υπήρξαν τοποθετήσεις υπέρ του βασκικού ζητήματος από διοικητικούς παράγοντες του συλλόγου ή ακόμα και παίκτες, όμως όλες ήταν προσεκτικά διατυπωμένες και αρκετά «συντηρητικές» στο περιεχόμενό τους. Θα μπορούσαμε να παρομοιάσουμε την Αθλέτικ ως το αθλητικό PNV (Partido Nacionalista Vasco) της Βασκονίας, τη μετριοπαθή δηλαδή πλειοψηφία όσων νιώθουν Βάσκοι, χωρίς να όμως να συμφωνούν με τις πρακτικές που εφάρμοσε επί μισό αιώνα η ΕΤΑ.
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]