Στο ερώτημα, αναλυτικά, αν θα έπρεπε το υπουργείο Μεταφορών που εποπτεύει τον ΟΣΕ, να είχε εξ αρχής δώσει την εντολή να δοθεί στον ανακριτή το βιντεοληπτικό υλικό από όλες τις κάμερες, ο υπουργός Επικρατείας απάντησε: «Αυτή η εντολή έχει δοθεί. Όλα στο φως, καμία σκιά. Πρέπει να απαντηθεί και να διαλευκανθεί κάθε πιθανό και απίθανο σενάριο γύρω από την τραγική αυτή υπόθεση, που έχει κοστίσει ζωές και έχει προκαλέσει αβάσταχτο πόνο στις οικογένειες».
Αλλά, διευκρίνισε, «μοναδικός αρμόδιος, με βάση τις επιταγές του κράτους δικαίου, είναι η δικαιοσύνη. Κανένας άλλος. Απαρέγκλιτη αρχή μιας ανακριτικής διαδικασίας είναι η εχεμύθεια και η εμπιστευτικότητα. Κανείς δεν μπορεί να ξέρει και να παρεμβαίνει στο έργο του ανακριτή, του εισαγγελέα και του τελικού δικαστή, που είναι και ο μόνος κριτής».
Επιπλέον, «όσες διαρροές γίνονται από το υλικό, προφανώς αξιολογούνται, εξετάζονται, αλλά δεν μπορούμε να εκφέρουμε άποψη για την εγκυρότητα». Εν τέλει, «ο μόνος τρόπος για να μην ξανασυμβεί ένα τέτοιο δυστύχημα είναι να αφήσουμε τη δικαιοσύνη να κάνει τη δουλειά της».
Συγχρόνως, ο υπουργός Επικρατείας αφήνοντας αιχμή είπε ότι «εδώ μιλάνε πολλοί για το κράτος δικαίου. Δυστυχώς υπάρχει μια απόλυτη πολιτική εργαλειοποίηση και μια ασέλγεια σε βάρος του κράτους δικαίου. Ποια είναι η βασική θεμελιώδης αρχή του κράτους δικαίου; Είναι το τεκμήριο της αθωότητας», ανέφερε, με την ταυτόχρονη επισήμανση ότι «η έλλειψη αποδείξεων δεν αποτελεί τεκμήριο ενοχής».
Υπογραμμίζοντας δε, ότι «κράτος δικαίου σημαίνει ότι μόνο η δικαιοσύνη μπορεί να κάνει αυτήν την έρευνα, κανένας άλλος», συνέχισε: «Η κυβέρνηση έχει λάβει συγκεκριμένα μέτρα διευκόλυνσης της δικαιοσύνης, τα οποία έχουν ζητηθεί από τη δικαιοσύνη και τα οποία ψηφίσθηκαν από την πλειοψηφία (στη Βουλή), αλλά καταψηφίσθηκαν από τα κόμματα της αντιπολίτευσης». Επικαλέσθηκε, μάλιστα, «τη ρύθμιση για την άρση των τηλεπικοινωνιών όσων εμπλέκονται στην τραγική αυτή υπόθεση, αλλά και τη ρύθμιση που ψηφίσθηκε για την αφαίρεση του σταδίου της παραπομπής σε δικαστικό συμβούλιο».
Ακόμη: «Η λέξη “συγκάλυψη” είναι πολύ βαριά, προϋποθέτει δόλο. Η κυβέρνηση είναι επισπεύδουσα σε αυτή τη διαδικασία», επιχειρηματολόγησε ο Ά. Σκέρτσος και συνέχισε: «Όταν μιλάμε για συγκάλυψη, για παροχή προστασίας σε κάποια αόρατα συμφέροντα, η πολιτική αλλά και η ποινική κατηγορία είναι ότι μιλάμε για μια κυβέρνηση που αποτελεί μια σχεδόν εγκληματική οργάνωση, από την κορυφή ως τη βάση της. Αυτό είναι κάτι πραγματικά ανήκουστο. Και όσοι μιλάνε για συγκάλυψη πρέπει να γνωρίζουν τι είναι αυτό το οποίο λένε και κατηγορούν τον πρωθυπουργό και μέλη της κυβέρνησης. Αυτά, όταν λέγονται σε ένα κράτος δικαίου, θα πρέπει να υποστηρίζονται από τεκμηρίωση. Διαφορετικά μιλάμε για ζούγκλα και όχι για κράτος δικαίου, ούτε δικαιοσύνη», τόνισε ο υπουργός Επικρατείας και κατηγόρησε την αντιπολίτευση για «παντελώς αθέμιτο κομματικό ανταγωνισμό που τελικά συσκοτίζει, αντί να ρίχνει φως στην υπόθεση αυτή».
Ειδικότερα, «η αντιπολίτευση, και δυστυχώς και το ΠΑΣΟΚ, το οποίο εμφανίζεται ως πιο συστημικό και σοβαρό κόμμα, υποπίπτει σε αυτό τον πάρα πολύ μεγάλο και επικίνδυνο και ολισθηρό δρόμο». Εξ άλλου, «ας μην κάνουμε τους τηλε-εισαγγελείς. Δεν μπορεί η κυρία Κωνσταντοπούλου να έχει δικάσει, να έχει προδικάσει και να έχει βγάλει καταδικαστική απόφαση. Αυτά είναι πολύ επικίνδυνα πράγματα σε μια δημοκρατία, δημιουργούν ένα περιβάλλον όπου οι πολίτες δεν θα εμπιστεύονται κανέναν», προειδοποίησε.
Από εκεί και πέρα, «πρέπει να εξετασθεί και να αξιολογηθεί το κατηγορητήριο που έχει καταθέσει το ΠΑΣΟΚ σε βάρος του κυρίου Τριαντόπουλου. Εδώ μιλάμε για ψυχική συνδρομή, για πράγματα που παραπέμπουν στη σφαίρα της μεταφυσικής, χωρίς να εισφέρεται κανένα απολύτως στοιχείο. Ο κ. Τριαντόπουλος βρέθηκε στο σημείο αυτό στο πλαίσιο της τυπικής αρμοδιότητας που είχε για κρατική αρωγή. Ο άνθρωπος αυτός έχει βρεθεί σε πολλά σημεία στην Ελλάδα κατά την διάρκεια των προηγούμενων χρόνων για να παρέχει συνδρομή, κρατική αρωγή σε όσους πολίτες έχουν υποστεί κάθε είδους καταστροφή ή ζημιά σε περιουσίες – αγαθά. Αυτό έκανε και τότε. Κλήθηκε και πήγε για να παρέχει συνδρομή στις οικογένειες των θυμάτων», είπε ο Ά. Σκέρτσος και προέτρεψε να αναζητηθούν δημοσιεύματα και δελτία Τύπου εκείνων των ημερών: «Το πρώτο 10ήμερο του Μαρτίου ανακοινώθηκαν έντεκα μέτρα αρωγής στις οικογένειες, από συντάξεις μέχρι διαγραφή οφειλών προς το Δημόσιο, διαγραφή δανείων, μέτρα για τη στήριξη των φοιτητών», σημείωσε.
Δασμοί
Για τις κινήσεις του νέου Προέδρου των ΗΠΑ όσον αφορά το εμπόριο, ο υπουργός Επικρατείας ξεκαθάρισε ότι «έχει αποδειχθεί ιστορικά ότι οι εμπορικοί πόλεμοι έχουν ευθεία επίπτωση, αρνητική δηλαδή συνέπεια, στην ανάπτυξη των οικονομιών. Αυτές οι κινήσεις -που πρέπει να δούμε κατά πόσο θα υλοποιηθούν, γιατί μπορεί να αποτελούν μια διαπραγματευτική τακτική από την πλευρά του Προέδρου των Ηνωμένων Πολιτειών- δυστυχώς οδηγούν σε αντίμετρα, σε περιορισμό του διεθνούς εμπορίου. Εφόσον υλοποιηθεί, δεν δημιουργεί θετικό περιβάλλον για την Ελλάδα και την υπόλοιπη Ευρώπη. Οι ευρωπαϊκές οικονομίες, και η ελληνική οικονομία για να μπορεί να γίνει πιο παραγωγική, πρέπει να αντιμετωπίζει ισότιμους κανόνες διεθνούς εμπορίου και να έχει ανταγωνιστικά κόστη ως προς την παραγωγή προϊόντων και υπηρεσιών στο διεθνές περιβάλλον. Επομένως, τέτοιοι δασμοί μπορεί να πλήξουν τα ευρωπαϊκά προϊόντα, μεταξύ των οποίων και τα ελληνικά προϊόντα. Πρέπει όλοι να αναρωτηθούμε κατά πόσο συμβάλλουν σε αυτό που όλοι επιδιώκουμε, δηλαδή τη μεγέθυνση του ΑΕΠ, την αύξηση των εξαγωγών και μέσα από αυτές, τη δημιουργία νέων επιχειρήσεων, νέων γραμμών παραγωγής και νέων θέσεων εργασίας».
Για τις παρενοχλήσεις από τουρκικά σκάφη στην πόντιση καλωδίου, στα ανοιχτά της Κρήτης, ο υπουργός Επικρατείας δήλωσε ότι «μιλάμε για ένα έργο ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος, όχι μόνο ελληνικού ή ελληνοκυπριακού. Μιλάμε για μια πολύ σημαντική διασύνδεση και επομένως λαμβάνονται όλες οι πρόνοιες στο διπλωματικό πεδίο, ώστε το έργο αυτό να μπορέσει να υλοποιηθεί με τη μέγιστη δυνατή ασφάλεια».
Κλείνοντας, είπε ότι «η κυβέρνηση για ένα πράγμα θα κριθεί: το κατά πόσο το 2027 θα έχει καταφέρει να προοδεύσει η χώρα μας σημαντικά», δηλαδή «να γίνουμε Ευρώπη σε όλα τα κρίσιμα πεδία που ρυθμίζουν την ποιότητα ζωής και την καθημερινότητα, την ασφάλεια, την ευημερία των πολιτών». Πιο αναλυτικά, «τα τελευταία χρόνια έχουμε καταφέρει η ελληνική οικονομία να αναπτύσσεται ταχύτερα από την ευρωπαϊκή οικονομία, άρα να μειώσουμε σιγά-σιγά τη μεγάλη απόσταση που αντικειμενικά μας χωρίζει λόγω της μεγάλης κρίσης την προηγούμενη δεκαετία από την υπόλοιπη Ευρώπη. Η ευημερία δεν κρίνεται μόνο στα οικονομικά στοιχεία και τα εισοδήματα. Κρίνεται και στα μέσα μαζικής μεταφοράς, να έχουμε καλύτερα λεωφορεία, καλύτερους σιδηροδρόμους. Για όλα αυτά θα κριθούμε όμως στο τέλος της δεύτερης τετραετίας, γιατί μιλάμε για μεγάλες αλλαγές, ένα μετασχηματισμό του κράτους που είναι εν κινήσει αυτή τη στιγμή», ο οποίος, «μπορεί να μην είναι ορατός στο βαθμό που θα θέλαμε και που πρέπει σε όλους τους πολίτες».
Ωστόσο, κατέληξε, «εφαρμόζεται ένα τεράστιο επενδυτικό σχέδιο δημοσίων και ιδιωτικών επενδύσεων που αλλάζουν το ελληνικό κράτος και την ελληνική οικονομία σε πολύ μεγάλο βαθμό. Πάνω από 100 δισ. ευρώ δημόσιες επενδύσεις υλοποιούνται την οκταετία, 2019-2027. Έχουμε βάσιμες πεποιθήσεις και την αισιοδοξία αλλά και τη φιλοδοξία ότι η Ελλάδα θα είναι διαφορετική το 2027».