Το χαρακτηριστικότερο στοιχείο του νέου τοπίου ασφαλώς είναι η εκτίναξη της Πλεύσης Ελευθερίας στη δεύτερη θέση και η ανάσα ζωής που πήρε η Νίκη, λόγω του βανδαλισμού ενός βουλευτή της στην Εθνική Πινακοθήκη. Ολα τα άλλα κόμματα, άλλο περισσότερο, άλλο λιγότερο, πέφτουν, διογκώνοντας ταυτοχρόνως τον όγκο των αναποφάσιστων στο μεγάλο 20%.
Οι νέοι
Επίσης σημαντικό νέο στοιχείο είναι πως οι νέοι κάτω των 30 ετών διακατέχονται από μια «μανία καταστροφής» -εν προκειμένω του «σαπισμένου» κράτους, που έχει πολλά στοιχεία σαπίσματος- χωρίς όμως να θέλουν να χτίσουν στη θέση του κάτι άλλο συγκεκριμένο. Δεν είναι τυχαίο ότι σε αυτήν τη σημαντική (και ποσοτικά) ηλικιακή ομάδα, η Ζ. Κωνσταντοπούλου είναι πρώτη και με διαφορά. Ωστόσο η Πλεύση Ελευθερίας δεν ήταν ποτέ και δεν έγινε ποτέ κάτι άλλο από κίνημα καταγγελίας και διαμαρτυρίας. Γι’ αυτό ποτέ -ακόμα και τώρα που προβάλλει ως ενδεχόμενη αξιωματική αντιπολίτευση- δεν έχει πρόγραμμα, δεν έχει στελέχη, δεν έχει τίποτα από τα χαρακτηριστικά, τα οποία απαιτούνται για να κυβερνηθεί μια χώρα. Πολλοί λένε ότι η Πλεύση Ελευθερίας όπως φούσκωσε απότομα λόγω της τραγωδίας των Τεμπών, έτσι και θα ξεφουσκώσει. Οπερ έδει δείξαι.
Η εικόνα που καταγράφουν οι δημοσκοπήσεις και η βοή που αναδύεται από τα έγκατα της κοινωνίας παραπέμπουν σε ένα νέο πολιτικό σκηνικό. Και για να έρθουμε στο παράδοξο, δηλαδή της μη ύπαρξης νέας κυβερνητικής λύσης από το νέο τοπίο. Ο συσχετισμός των δυνάμεων σε συνδυασμό με τον ισχύοντα εκλογικό νόμο δεν μπορούν να δώσουν οποιαδήποτε άλλη κυβέρνηση, εκτός από μια κυβέρνηση της Ν.Δ. ή μια κυβέρνηση με κορμό τη Ν.Δ.
Δύσκολη καμπή
Η κυβέρνηση περνάει μακράν τη δυσκολότερη περίοδο της εξαετούς θητείας της πέφτοντας άλλοτε περισσότερο κι άλλοτε λιγότερο. Πέφτοντας όμως. Παρά την πτώση της, όμως, διατηρεί μια πολύ μεγάλη διαφορά από το εκάστοτε δεύτερο κόμμα, της τάξεως του 9%-13%. Οι δημοσκόποι, αν και δεν το λένε δημοσίως, θεωρούν αυτή τη «διαφορά ασφαλείας» μη αναστρέψιμη. Το κρίσιμο στοιχείο είναι αν η Ν.Δ. θα πάρει στις εκλογές από 25% και πάνω. Αν δεν το πάρει, τότε το εκλογικό σύστημα ουσιαστικά μετατρέπεται σε απλή αναλογική και μπορεί πράγματι να σχηματιστεί κυβέρνηση χωρίς τη Ν.Δ. Αλλά κανένα δεδομένο δεν δείχνει ότι η Ν.Δ. μπορεί να πάρει κάτω από 25%, όταν σε αυτές τις συνθήκες διαμαρτυρίας, σχεδόν εκ του ασφαλούς, εκλογικά ανύποπτες και χωρίς σκληρά διλήμματα, κινείται μεταξύ 26% και 30%.
Ο μόνος τρόπος για να σχηματιστεί άλλη κυβέρνηση είναι να βγει πρώτο κόμμα κάποιο άλλο πέραν της Ν.Δ. Η Πλεύση Ελευθερίας; Εικάζεται ότι ακόμα κι όσοι την «ψηφίζουν» τώρα στις δημοσκοπήσεις, ίσως τρομάζουν στην ιδέα να τους κυβερνήσει η Ζ. Κωνσταντοπούλου σε συνθήκες κανονικότητας, χωρίς ποινικοποίηση της πολιτικής ζωής της χώρας.
ΠΑΣΟΚ, ΣΥΡΙΖΑ
Το ΠΑΣΟΚ; Ο Ν. Ανδρουλάκης έκανε ό,τι μπορούσε για να μικρύνει το κόμμα του, να πλήξει την ιστορική θεσμικότητα του ΠΑΣΟΚ και να το απομακρύνει από το κέντρο, όπου χάνει ακόμα και σήμερα κατά κράτος από τον Κ. Μητσοτάκη. Το αποτέλεσμα το γράφει το ταμπλό των δημοσκοπήσεων, αλλά και της ζώσας πραγματικότητας. Επανέρχεται σε ποσοστά χαμηλότερα κι απ’ αυτά των ευρωεκλογών και χάνει τη δεύτερη θέση, που, λόγω της πολυδιάσπασης του ΣΥΡΙΖΑ, κέρδισε και έγινε από καραμπόλα αξιωματική αντιπολίτευση.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, κινούμενος στο 5%-6%, εγκαταλείπει τα περί πρώτου κόμματος, λόγω του γέλιου της «παρδαλής κατσίκας» και αρκείται σε πιο ταπεινούς στόχους. Οπως έγραψε σε προχθεσινή ανακοίνωσή του, «δυναμώνει μέρα με τη μέρα» και σε κάθε περίπτωση, «είμαστε η κύρια δύναμη της προοδευτικής αντιπολίτευσης». Εννοώντας προφανώς ότι είναι πρώτος μεταξύ της Νέας Αριστεράς, του κόμματος Κασσελάκη, του Μέρα25 και του ΑΝΤΑΡΣΥΑ. Γιατί τόσο το ΚΚΕ όσο και η Πλεύση Ελευθερίας έχουν γίνει μεγαλύτερες δυνάμεις. Το ΠΑΣΟΚ ξαφνικά βγαίνει από το κάδρο της «προοδευτικής αντιπολίτευσης», κυρίως γιατί έπαψε να του είναι χρήσιμο, καθώς δεν δικαιώνει τις προσδοκίες να ξεπεράσει τη Ν.Δ. κι έτσι να δημιουργηθεί «προοδευτική κυβέρνηση».
Μοιραία, οι υπαρκτές και αποκλίνουσες ενδοαντιπολιτευτικές επιδιώξεις καθίστανται, εκτός από μαθηματικά και πολιτικά, άσκηση επί χάρτου κάποιου βαριεστημένου απόμαχου της πολιτικής.
Η πραγματικότητα γκρεμίζει τα σενάρια πολιτικής φαντασίας
Από τη στιγμή που και η Ζ. Κωνσταντοπούλου και ο Κ. Βελόπουλος έπαψαν να λένε ότι μπορούν να κυβερνήσουν… αυτοδύναμα, μπαίνουν από τη… σοφίτα νέα σενάρια πολιτικής φαντασίας. Το πιο φρέσκο απ’ αυτά, θέλει μετά τις επόμενες εκλογές, στις οποίες ο Κ. Μητσοτάκης δεν θα μπορεί να κάνει κυβέρνηση, να γίνει μεταβατική κυβέρνηση «εθνικής ενότητας» υπό τον Ε. Βενιζέλο και μετά από πρόταση Ν.Δ., ΠΑΣΟΚ και ΣΥΡΙΖΑ ακολούθως να αναλάβει ο Α. Τσίπρας, ο οποίος θα έχει γυρίσει και από το Χάρβαρντ. Σενάρια ανάξια λόγου, ενδεικτικά, όμως, του πού μπορεί να οδηγήσει η πολιτική απελπισία. Σενάρια τα οποία ηθελημένα αγνοούν πως ο Κ. Μητσοτάκης, μετά τις πρώτες εκλογές του 2027, μπορεί να κάνει αμέσως δεύτερες εκλογές, θέτοντας ωμά τα πραγματικά προβλήματα και διλήμματα. Και το 2012 και το 2023 (με την απλή αναλογική), που έγιναν διπλές εκλογές, ευνοήθηκε κατά κράτος το πρώτο κόμμα, που ήταν η Ν.Δ.
Ομως, στην πολιτική δεν υπάρχει αυτόματος πιλότος, ειδικά σε ταραγμένες και ανασφαλείς εποχές, όπως η τωρινή: Ο πόλεμος στην Ουκρανία δεν τελειώνει εύκολα, ο πόλεμος στη Γάζα άρχισε ξανά και ο πόλεμος στη Συρία δεν σταματά. Ο Τ. Ερντογάν φυλακίζει τον αντίπαλό του Ε. Ιμάμογλου και όσοι Ευρωπαίοι έβλεπαν την αναγκαιότητα συμμετοχής της Τουρκίας στην αμυντική πολιτική της Ε.Ε. αναγκάστηκαν να τη βγάλουν έξω από το ταμείο των 150 δισ. ευρώ για την ευρωπαϊκή άμυνα.
ΚΥΒΕΡΝΗΤΙΚΟ «ΓΚΑΖΙ»
Χειροπιαστά αποτελέσματα
Σε αυτό το σκηνικό, η κυβέρνηση προσπαθεί να δείξει, όχι λόγια αλλά «παραδοτέα», δηλαδή χειροπιαστά αποτελέσματα. Οπως τα 486 εκατ. ευρώ τα οποία δόθηκαν σαν δάνεια για αναπτυξιακά έργα που δεν έγιναν ποτέ και τώρα ο Τ. Θεοδωρικάκος τα ζητάει πίσω μέχρι το τελευταίο ευρώ. Τις εντυπωσιακές επιδόσεις του «ελληνικού FBI». Τις ταχύτερες αλλαγές στα νοσοκομεία. Την αναβάθμιση της Παιδείας και το ενδιαφέρον μεγάλων ξένων πανεπιστημίων να ιδρύσουν μη κρατικά πανεπιστήμια στην Ελλάδα. Και βεβαίως, την οικονομία.
Μέσα στην εβδομάδα θα παρθούν οι οριστικές αποφάσεις για το ύψος της νέας αύξησης του κατώτατου μισθού, που θα συμπαρασύρει και τους μισθούς στον δημόσιο και τον ιδιωτικό τομέα. Ενώ μελετάται αν η σημαντική υπεραπόδοση των εσόδων από την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής, η ρήτρα διαφυγής για τις αμυντικές δαπάνες και η αύξηση του ΑΕΠ, που δημιουργούν νέο και σημαντικό χώρο, θα αρχίσουν να επιστρέφονται ως κοινωνικό μέρισμα από την άνοιξη ή αν θα αφεθούν ώστε να μαζευτεί ένα πραγματικά μεγάλο ποσόν, το οποίο θα ανακοινωθεί στη ΔΕΘ του 2025.