Σε πολλές χώρες μοιάζει οι κοινωνίες να μαγνητίζονται από τους λαϊκιστές δημαγωγούς και τους υπερψηφίζουν. Το δημοκρατικό κεκτημένο του δυτικού πολιτισμού είναι αντιμέτωπο με μια εσωτερική αμφισβήτηση, δυσφημίζεται και απαξιώνεται. Το αποτέλεσμα των γερμανικών εκλογών σε Θουριγγία και Σαξονία είναι καμπανάκι σοβαρού κινδύνου.
Με βάση τα παραπάνω, το θεμελιώδες δίλημμα όσων υποστηρίζουν τη φιλελεύθερη δημοκρατία είναι εάν θα αρκεστούν σε μια διαδικαστική αντίληψη της δημοκρατίας ή θα αποφασίσουν να την υπερασπιστούν αποφασιστικά, σύμφωνα με τις επιταγές της μαχόμενης δημοκρατίας. Η ταλάντευση ανάμεσα στις δύο αυτές επιλογές οδηγεί, σε πολλές χώρες, στο να αφήνεται η πρωτοβουλία των κινήσεων στους λαϊκιστές, που μπορεί να είναι λιγότεροι, αλλά με τις κραυγές της δημαγωγίας και τον ακτιβισμό κερδίζουν τη μάχη των εντυπώσεων.
Τι θα μπορούσαν να κάνουν όσοι πραγματικά πιστεύουν στη δημοκρατία;
Το πρώτο και σημαντικότερο είναι να μας θυμίσουν τις θεμελιώδεις αρχές της: την ανοχή, το σεβασμό των δικαιωμάτων και των μειοψηφιών, την αξία των συμβιβασμών, την υπεροχή της σε σχέση με οποιοδήποτε άλλο σύστημα κοινωνικής συμβίωσης έχει ποτέ προταθεί. Η επίκληση επίγειων παραδείσων από τους δημαγωγούς, παρότι έχει αποδειχτεί φενάκη, συνεχίζει να γοητεύει.
Στέφανος Κασσελάκης: Ποιοι βουλευτές είναι πιθανόν να τον ακολουθήσουν στο νέο του κόμμα
Το δεύτερο είναι ότι τα πολιτικά κόμματα, αλλά και οι πολιτικοί, πρέπει να πάψουν να συμπεριφέρνονται ως δύσμοιρα θύματα των δημοσκοπήσεων και του «κοινού λαϊκού αισθήματος». Πρέπει να είναι ενεργοί διαμορφωτές της μοίρας τους και των πολιτικών τους αποφάσεων.
Το τρίτο είναι ότι δεν πρέπει να αποφεύγουν, λόγω πολιτικού κόστους, τη λήψη θεσμικών μέτρων, όπως η αύξηση του ελάχιστου ποσοστού εισόδου στη Βουλή ή η παραπομπή στη Δικαιοσύνη έκνομων πράξεων, όπως εκείνες της Χρυσής Αυγής. Τα θεσμικά μέτρα έχουν μεγαλύτερη αποτελεσματικότητα όταν εφαρμόζονται στα αρχικά στάδια της συγκρότησης λαϊκιστικών και εξτρεμιστικών κομμάτων.
Το τέταρτο είναι ότι όλα τα παραπάνω έχουν μια βασική προϋπόθεση: Η αντιπαράθεση με τον εξτρεμισμό και τον λαϊκισμό πρέπει να γίνεται χωρίς οι υποστηρικτές της δημοκρατίας να χρησιμοποιήσουν τα μέσα και τις πρακτικές των εχθρών της. Χωρίς να πέφτουν στην παγίδα ενός αντίστροφου λαϊκισμού που διαχωρίζει μανιχαϊστικά σε «καλούς» και «κακούς». Δύσκολη αλλά αναγκαία παρατήρηση.
Οι παρατηρήσεις αυτές έχουν ιδιαίτερη σημασία, καθώς σε όλες τις δυτικές κοινωνίες αναδύεται μια νέα διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στους υπερασπιστές της δημοκρατίας και στους εχθρούς της. Αυτός ο διαχωρισμός τέμνει οριζόντια το πολιτικό σύστημα και ξεθωριάζει, χωρίς να καταργεί, την κλασική διχοτομία Αριστεράς και Δεξιάς.