Αγκάθια, όμως, είναι ο πληθωρισμός και ο βαρύς ενεργειακά χειμώνας. Σε βραχυπρόθεσμο επίπεδο η επόμενη εβδομάδα, αλλά και ολόκληρη η περίοδος έως τις αρχές Ιουλίου, θεωρούνται κρίσιμες σε ό,τι αφορά την αντιμετώπιση της ενεργειακής ακρίβειας, καθώς ανοίγει η πλατφόρμα για αναδρομική επιστροφή έως 60% των πρόσθετων αυξήσεων στους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος, ανακοινώνονται περαιτέρω μέτρα στήριξης απέναντι στις ανατιμήσεις στα καύσιμα και έρχεται μείωση λογαριασμών στο ρεύμα λόγω της νέας τιμολόγησης από 1ης Ιουλίου η οποία εξουδετερώνει τη ρήτρα προσαρμογής. Σε όλα αυτά θα αποτυπωθεί στην πράξη η αποτελεσματικότητα των πρόσφατων κυβερνητικών παρεμβάσεων στο μέτωπο της ακρίβειας, το οποίο αξιολογείται από τους Ελληνες πολίτες ως το μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν.
Παρεμβάσεις
Το υπόβαθρο για νέες λελογισμένες παρεμβάσεις στο πλαίσιο της κυβερνητικής δέσμευσης για στήριξη της κοινωνίας για όσο καιρό διαρκεί η κρίση εδράζεται στον δημοσιονομικό χώρο που εξακολουθεί να δημιουργεί η αναπτυξιακή δυναμική της χώρας, την ώρα που σημαντικό ορόσημο αποτελεί και ο Αύγουστος όπου αναμένεται η έξοδος από την ενισχυμένη εποπτεία, λίγους μήνες μετά και την πρόωρη αποπληρωμή των δανείων του ΔΝΤ και ενώ όλα συγκλίνουν ότι το 2023 θα κατακτηθεί και η επενδυτική βαθμίδα και θα κλείσει οριστικά το κεφάλαιο της οικονομικής κρίσης.
Σημαντικό χαρτί συνιστά και η πολύ θετική πορεία του τουρισμού ο οποίος κινείται σε επίπεδα που προσεγγίζουν το 2019, με τη χώρα να εκμεταλλεύεται όχι μόνο την ομορφιά του ελληνικού καλοκαιριού αλλά και την αναβάθμιση της εικόνας της ως τουριστικού προορισμού μετά και την επιτυχή διαχείριση της υγειονομικής κρίσης.
Μετά από ένα πυκνό νομοθετικό έργο που δρομολογείται για το επόμενο εξάμηνο, η έλευση του 2023 θα σηματοδοτήσει και δύο ακόμη μείζονες εξελίξεις που θα συμβάλουν ουσιαστικά και στην περαιτέρω ενίσχυση του διαθέσιμου εισοδήματος. Την κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης και για Δημόσιο και συνταξιούχους, αλλά και τις αυξήσεις στις συντάξεις που θα δοθούν για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια στη βάση της υφιστάμενης νομοθεσίας και αναμένεται να κινηθούν σε επίπεδα 6%-8%. Παράλληλα αναμένεται νέα αύξηση και στον κατώτατο μισθό, ο οποίος ήδη το 2022 αυξήθηκε σχεδόν κατά 10%.
Μεταρρυθμίσεις
Η πορεία προς τις επόμενες εκλογές συνοδεύεται όμως και από την προβολή μίας ατζέντας μεγάλων μεταρρυθμίσεων οι οποίες αφορούν πλέον στην επόμενη τετραετία και έρχονται να επιβεβαιώσουν τη σταθερή διαβεβαίωση του πρωθυπουργού ότι το κυβερνητικό πρόγραμμα, που ξεκίνησε το 2019 και παρά τις έκτακτες συνθήκες της πανδημίας ουδόλως επιβραδύνθηκε, έχει ορίζοντα την Ελλάδα του 2030.
Ως μεγάλες προτεραιότητες για την επόμενη τετραετία αναδεικνύονται η εφαρμογή μίας νέας πολιτικής στέγης με αξιοποίηση της ανεκμετάλλευτης περιουσίας του Δημοσίου και κίνητρα και αντικίνητρα για να απελευθερωθούν διαμερίσματα που παραμένουν κλειστά επί χρόνια και με το βλέμμα στη νέα γενιά, η οποία θα βρίσκεται στο επίκεντρο του νέου κυβερνητικού προγράμματος, σε συνέχεια και σημαντικών παρεμβάσεων της πρώτης τετραετίας όπως το πρώτο ένσημο για την πρόσληψη νέων χωρίς προϋπηρεσία, αλλά και το νέο ασφαλιστικό. Η συμμετοχή των νέων στην αναπτυξιακή πορεία της χώρας συνιστά ένα διαρκές στοίχημα για τον ίδιο τον πρωθυπουργό που πολλές φορές έχει επισημάνει ως προς αυτό ότι «δεν πρέπει να επαναλάβουμε τα λάθη του παρελθόντος».
Δεύτερη μείζονα μεταρρύθμιση για την επόμενη κυβερνητική θητεία είναι ο νέος νοσοκομειακός χάρτης της χώρας, με τον ίδιο τον κ. Μητσοτάκη να δίνει το στίγμα δημιουργίας ενός συστήματος περιφερειακών κέντρων με ακτίνες στην περιφέρεια και εξορθολογισμό των κλινικών που υπάρχουν στα περιφερειακά νοσοκομεία.
Σημαντικά είναι όμως τα στοιχήματα και των επόμενων 12 μηνών με επίκεντρο την Υγεία και την Παιδεία.
Σταθερή συνισταμένη στον κυβερνητικό σχεδιασμό θα παραμείνει η μείωση φόρων και εισφορών, με την κυβέρνηση να έχει υλοποιήσει ήδη μέσα στην πρώτη τριετία πάνω από το 80% των προεκλογικών της δεσμεύσεων, τις οποίες μάλιστα υπερέβη σε ό,τι αφορά ειδικά τη μείωση του ΕΝΦΙΑ.
Με αυτή τη συνέπεια λόγων και έργων να αποτελεί παρακαταθήκη αξιοπιστίας απέναντι στην ελληνική κοινωνία, η κυβέρνηση αντιμετωπίζει ως μεγάλη πρόκληση για την επόμενη τετραετία τη μείωση και των έμμεσων φόρων με στόχο αφενός την περαιτέρω ενίσχυση του διαθέσιμου εισοδήματος, αφετέρου την αύξηση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας. Και όλα αυτά ενταγμένα σε ένα πλαίσιο πολιτικών που συγκλίνουν στον στόχο μιας ανάπτυξης για όλους, η οποία θα μειώνει τις εισοδηματικές ανισότητες.
Εκλογές: Το εκλογικό σενάριο για φθινόπωρο
Το μήνυμα του Μεγάρου Μαξίμου είναι ότι ο δρόμος αυτός που οδηγεί σε απτά αποτελέσματα για την ελληνική κοινωνία «δεν πρέπει να ανακοπεί» στις επόμενες εκλογές, ο χρόνος διεξαγωγής των οποίων παραμένει στο επίκεντρο μιας διαρκούς σεναριολογίας, όσο και αν ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης δηλώνει σε κάθε ευκαιρία ότι η κυβέρνηση θα εξαντλήσει την τετραετία.
Η αλήθεια είναι ότι όλα όσα προαναφέρθηκαν σηματοδοτούν την προοπτική μιας χώρας που μπορεί μετά από 12 μήνες να βρίσκεται σε ακόμη καλύτερη κατάσταση και στη βάση αυτή να διεκδικήσει τότε από ακόμη καλύτερη αφετηρία την αυτοδυναμία στις εκλογές.
Την ίδια ώρα, όμως, η αβεβαιότητα από τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και το ενδεχόμενο μακράς διάρκειας του πολέμου με επιπτώσεις στον τομέα της ενεργειακής ακρίβειας αλλά και του κόστους ζωής στην καθημερινότητα των πολιτών, συνιστά και μία ισχυρή βάση για όσους εισηγούνται στον πρωθυπουργό να εξετάσει το ενδεχόμενο προσφυγής στις κάλπες το φθινόπωρο προβάλλοντας όλα αυτά ως ένα συνολικό και απόλυτα πειστικό μεταρρυθμιστικό και αναπτυξιακό σχέδιο για την επόμενη τετραετία και θέτοντας τους πολίτες προ του ισχυρού διλήμματος για το ποιος θα διαχειριστεί τις τύχες της χώρας μπροστά στις μεγάλες αυτές παγκόσμιες προκλήσεις.
Στο πλαίσιο αυτό, το ενδεχόμενο εκλογών τον Σεπτέμβριο είναι ανοιχτό, ενώ κρίσιμο ως προς τη λήψη των αποφάσεων του πρωθυπουργού όλα δείχνουν πως θα είναι το δεύτερο δεκαπενθήμερο του Αυγούστου και αναγκαία προϋπόθεση είναι η συνέχιση της θετικής πορείας του τουρισμού, η εξέλιξη της αντιπυρικής περιόδου χωρίς μεγάλα προβλήματα, αλλά και η αποφυγή ενός «θερμού» καλοκαιριού στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Σε μία τέτοια περίπτωση εκτιμάται ότι οι πολιτικοί συσχετισμοί θα είναι ακόμη πιο ευνοϊκοί για τη Ν.Δ., η οποία θα έχει εισέλθει ήδη στον τέταρτο χρόνο της θητείας της. Ηδη, από τις τελευταίες δημοσκοπήσεις διαφαίνεται ότι η ψαλίδα της διαφοράς αυξάνεται εκ νέου για το κυβερνών κόμμα. Για πρώτη φορά μετριέται και η συμπεριφορά των ψηφοφόρων από την πρώτη στη δεύτερη εκλογική αναμέτρηση και η επιρροή της Ν.Δ. καταγράφεται σε επίπεδα 33%-35% χωρίς να επικρατεί εκλογική ατμόσφαιρα, χωρίς οι πολίτες να έχουν βρεθεί μπροστά σε ισχυρά εκλογικά διλήμματα και χωρίς ατμόσφαιρα διερευνητικών εντολών μετά την πρώτη αναμέτρηση, οι οποίες εκ των πραγμάτων ενισχύουν την ανησυχία για ακυβερνησία.
Μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον αρκετοί εκτιμούν ότι ο στόχος της αυτοδυναμίας γίνεται ακόμη πιο εφικτός, καθώς είναι σαφές πως η Ν.Δ. κερδίζει και τη μάχη του Κέντρου, όχι μόνο λόγω μιας ασκούμενης πολιτικής που έχει ως σταθερό προσανατολισμό τη στήριξη της μεσαίας τάξης, αλλά και της τοξικότητας στον αντιπολιτευτικό λόγο του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος συσπειρώνει έως ένα βαθμό την εκλογική του βάση, αλλά είναι σαφές ότι βρίσκει «τείχος» στον χώρο του Κέντρου όπου, αντιθέτως, ακούγεται ακόμη περισσότερο η προτροπή του κ. Μητσοτάκη προς τα στελέχη της Ν.Δ. «απέναντι στο ψέμα της δημαγωγίας να προβάλλουν την αλήθεια της ουσίας».