Όπως ωστόσο επισημαίνουν, το τελευταίο διάστημα πληθαίνουν οι ανώνυμες και ανεπίσημες καταγγελίες από μεριάς εργαζομένων, λόγω του φόβου της απόλυσης, οι οποίες κάνουν λόγο για συνέχιση των πρακτικών αυτών, προκαλώντας έντονο προβληματισμό και δυσλειτουργίες στην αγορά εργασίας. Οι πρακτικές συνέχισης του φαινομένου περιλαμβάνουν, όπως σημειώνουν, επίσημη μείωση του ωραρίου και εξαναγκασμό των εργαζομένων για συνέχιση της εργασίας «πέραν του ωραρίου» δίχως καταβολή υπερωριών, τμηματική καταβολή του μισθού με ένα μέρος του να είναι νόμιμο και ένα αδήλωτο, ακόμα και την αναγκαστική επιστροφή μέρους του μισθού σε μετρητά έπειτα από την κατάθεση σε τραπεζικό λογαριασμό.
Στη σχετική ερώτηση επισημαίνεται πως η Πολιτεία οφείλει να προστατεύει το δικαίωμα των εργαζομένων για πλήρη και νόμιμη εργασία, ειδικά τη στιγμή που ο κόσμος της εργασίας έχει πληγεί σημαντικά από την οικονομική κρίση και δεν αντέχει περαιτέρω απώλεια εισοδήματος. Επιπλέον γίνεται λόγος για τον επιβεβλημένο έλεγχο και τερματισμό των αυθαίρετων, παράνομων και εκβιαστικών μεθόδων σε βάρους των εργαζομένων, ενώ τίθεται και το ζήτημα της συστηματικής φοροδιαφυγής και εισφοροδιαφυγής από πλευράς της εργοδοσίας, οι οποίες δυναμιτίζουν την προσπάθεια για την τόνωση των δημόσιων εσόδων και την επιβίωση των ασφαλιστικών ταμείων.