Οπως επισημαίνει, κεντρική επιδίωξη είναι η στήριξη των επιχειρήσεων που πλήττονται, των εργαζομένων που θα βρεθούν σε νέες συνθήκες, αλλά και των ανέργων.
Πέρα από την προστασία της δημόσιας υγείας, πόσο σημαντικό είναι, κατά τη γνώμη σας, το γεγονός ότι, μέχρι σήμερα, τα πήγαμε καλά στη μάχη με τον κορονοϊό;
Δυστυχώς, είχαμε κι εμείς -όπως ολόκληρος ο κόσμος- ανθρώπους που έχασαν τη ζωή τους και άλλους που πέρασαν πολύ δύσκολες μέρες στις εντατικές και τα νοσοκομεία. Ευτυχώς, όμως, είχαμε τελικά πολύ μικρότερες συνέπειες σε σχέση με πολλές άλλες χώρες. Η κυβέρνηση μέτρησε καλά τις εισηγήσεις των ειδικών και κινήθηκε έγκαιρα και αποφασιστικά. Είχαμε στην πρώτη γραμμή την Πολιτική Προστασία και το ΕΣΥ, άξιους μαχητές, γιατρούς, νοσηλευτές, πληρώματα του ΕΚΑΒ. Επιδείξαμε, ταυτόχρονα, οι Ελληνες ατομική ευθύνη και συλλογική ωριμότητα, αλληλεγγύη και ομοψυχία απέναντι στον κοινό εχθρό. Νιώσαμε έτσι πως σε ένα δύσκολο πόλεμο τα καταφέραμε. Και ακούσαμε από πολλές μεριές του κόσμου να αναφέρεται η χώρα μας σαν πρότυπο. Πέρα, λοιπόν, από το γεγονός ότι σώθηκαν ζωές, αποκτήσαμε μια νέα σχέση με το κράτος και την πολιτική, ανακτήσαμε την εμπιστοσύνη της διεθνούς κοινότητας και ξαναβρήκαμε την εθνική μας αυτοπεποίθηση. Με μια κουβέντα, ο πόλεμος αυτός μας έδωσε ένα άυλο εθνικό όπλο που οφείλουμε να κρατήσουμε και να αξιοποιήσουμε στις μάχες που έρχονται.
Πώς εκτιμάτε τα βήματα που γίνονται για τη μετάβαση σε μια νέα πραγματικότητα; Υπάρχει κάτι που σας ανησυχεί;
Είναι προφανές πως τα περιοριστικά μέτρα δεν μπορεί να κρατήσουν ως τη μέρα που βρεθεί το εμβόλιο και θα μας δώσει πραγματική ανάσα. Είναι λοιπόν ανάγκη να συνεχίσουμε τα βήματα για την επανεκκίνηση της οικονομικής και κοινωνικής δραστηριότητας. Να βάλουμε μπρος, όσο πιο γρήγορα μπορούμε, τις μηχανές της οικονομίας μας, για να περιορίσουμε την ύφεση και την επέκταση της ανεργίας. Να μην καταρρεύσουν οι επιχειρήσεις και να μη χάσουν οι εργαζόμενοι τις δουλειές τους. Χρειάζεται, επομένως, να κρατήσουμε άμυνα στην πανδημία και να εξαπολύσουμε επίθεση στην οικονομία. Και αυτό επιδιώκουμε, όπως τόνισε ο πρωθυπουργός, με το σχέδιο δράσης -τη στήριξη των επιχειρήσεων που πλήττονται, των εργαζομένων που θα βρεθούν σε νέες συνθήκες, αλλά και των ανέργων-, που ξεδιπλώνουμε για το επόμενο διάστημα.
Δεν σας ανησυχεί το ενδεχόμενο νέας έξαρσης της πανδημίας;
Έντονη ενόχληση στην Κύπρο για τις δηλώσεις Σαμαρά: «Δεν ήταν χαριεντίσματα, ήταν συζήτηση»
Η πορεία στη νέα πραγματικότητα απαιτεί μια πολύ δύσκολη ισορροπία, που όταν χάνεται κοστίζει. Εχουν συνέπειες τόσο ο φόβος όσο και ο εφησυχασμός. Συνεχίζουμε, λοιπόν, όσο πιο γρήγορα γίνεται τα βήματά μας. Πάντοτε, όμως, έχοντας «συντροφιά» τους κανόνες ατομικής και συλλογικής άμυνας. Ξέροντας, δηλαδή, ότι πάμε σε μια νέα πραγματικότητα που -για αρκετό καιρό- δεν θα είναι ίδια με την κατάσταση που αφήσαμε πίσω μας, δεν θα είναι η κανονικότητα που ξέραμε. Ξέρουμε ότι ο κορονοϊός δεν έφυγε και δεν πρέπει να χάσουμε ό,τι με κόπους κερδίσαμε. Αντιλαμβανόμαστε ταυτόχρονα την ανάγκη να μην παραδοθούμε, αλλά να διεκδικήσουμε την επανεκκίνηση της οικονομίας και την επιστροφή μας στο μέλλον.
Εάν σας ρωτούσε ο πρωθυπουργός κατά πόσο πρέπει να προχωρήσει σε πρόωρες εκλογές, τι θα του λέγατε;
Κανένας δεν ρωτά για πράγματα που δεν τον απασχολούν. Και ο πρωθυπουργός έχει ξεκαθαρίσει πολλές φορές ως τώρα ότι δεν υπάρχει καμιά τέτοια σκέψη στο μυαλό του, κανένα τέτοιο ενδεχόμενο. Μην ξεχνάμε ότι τα σενάρια αυτά ξεκίνησαν όταν οι δημοσκοπήσεις έδειχναν καθολική υιοθέτηση των χειρισμών και των αποφάσεων του Κυριάκου Μητσοτάκη στον πόλεμο κατά του κορονοϊού, όταν φάνηκε πως κέρδιζε την εμπιστοσύνη ακόμη κι εκείνων που δεν μας ψήφισαν, όταν η πρωτιά της Ν.Δ. έπαιρνε δραματικές διαστάσεις για τον ΣΥΡΙΖΑ. Φαίνεται, λοιπόν, ότι τα σενάρια αυτά δεν εξέφραζαν -και δεν εκφράζουν-, παρά μόνο τις φοβίες της Κουμουνδούρου. Μόνος του πανικοβάλλεται και μόνος του απλώνει ξόρκια ο ΣΥΡΙΖΑ.
Ενώ η χώρα κάνει τα πρώτα βήματα για τη μετάβαση σε μια νέα πραγματικότητα, η γειτονική Τουρκία συνεχίζει τις προκλήσεις. Πόσο σας ανησυχεί το ενδεχόμενο νέας έντασης;
Είναι τώρα φανερό σε όλους πως ο Ταγίπ Ερντογάν, οργανώνοντας την εισβολή μεταναστών στη χώρα μας, περίμενε να μας αιφνιδιάσει, αλλά αιφνιδιάστηκε, προσδοκούσε μια εύκολη νίκη, αλλά απέτυχε παταγωδώς. Προφανώς, λοιπόν, το κρατάει αυτό και, με κάποιο τρόπο, θα επανέλθει. Οπως κρατάει και το σύνολο των αυθαίρετων διεκδικήσεων της χώρας του στο Αιγαίο, την Αν. Μεσόγειο και την Κύπρο. Σίγουρα ξανασκέπτεται τα επόμενα βήματά του σε συνδυασμό με τις εξελίξεις στη Λιβύη και τη Συρία, αλλά και υπό το βάρος των προβλημάτων που αντιμετωπίζει η τουρκική οικονομία. Σίγουρα, όμως, πήρε και το μήνυμα που του στείλαμε από τον Eβρο και ξέρει πολύ καλά πως η κυβέρνηση του Κυριάκου Μητσοτάκη είναι αποφασισμένη να κάνει ό,τι χρειαστεί για τη φύλαξη των συνόρων και την προστασία των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων. Oτι για τα δίκαια και τα δικαιώματα του Ελληνισμού όλοι οι Ελληνες είμαστε μια γροθιά.
Τον τελευταίο καιρό, πάντως, η Αγκυρα «ανασύρει» ολοένα και πιο έντονα τα σημεία εκείνα από τις διεθνείς συνθήκες (Λωζάννης και Παρισίων) που αφορούν στην αποστρατικοποίηση των νησιών. Τι απαντάτε;
Καθώς η Τουρκία εκπέμπει την εικόνα μιας χώρας-ταραξία, η ηγεσία της προσπαθεί να «ντύσει» τις θρασύτατες προκλήσεις της με μανδύα νομιμότητας. Δεν καταφέρνει, ωστόσο, παρά μόνο να θυμίζει τον λύκο που έβαλε προβιά. Απειλεί με πόλεμο και ταυτόχρονα απαιτεί να ακυρώσουμε κάθε δυνατότητα αντίδρασης. Ματαιοπονεί λοιπόν. Η οχύρωση των ελληνικών νησιών κατέστη επιβεβλημένη μετά την εισβολή στην Κύπρο, την εγκατάσταση απέναντι από τα νησιά μας της Στρατιάς του Αιγαίου και την απόφαση της Εθνοσυνέλευσής της για το Casus belli, την πιο επίσημη απειλή πολέμου εναντίον της Ελλάδας. Βασίζεται στο άρθρο 51 του Καταστατικού Χάρτη των Η.Ε. που παρέχει ρητά το δικαίωμα νόμιμης άμυνας και δεν μπαίνει σε κανένα παζάρι. Αν η Αγκυρα καιροφυλακτεί, ας ξέρει πως κλείσαμε τις πόρτες και πετάξαμε τα κλειδιά.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής