Μετά τον «τσαμπουκά» των κ.κ. Σκουρλέτη, Τσακαλώτου, Βούτση, Φίλη, Ξανθού να μην υπογράψουν την ερώτηση που κατατέθηκε στη Βουλή για το πού κατευθύνεται η καμπάνια ενημέρωσης της κυβέρνησης για τον κορονοϊό, με αναφορά μόνο στην εφημερίδα «Documento» (όπως έγινε γνωστό μετά δεν υπόγραψε και ο Αλέκος Φλαμπουράρης, αλλά αυτό μάλλον το σχεδίασαν οι προεδρικοί για να θολώσουν τα νερά και να μην δημιουργείται η εικόνα των δύο εσωκομματικών μπλοκ), ήταν βέβαιο ότι το επόμενο επεισόδιο δεν θα αργούσε.
Συνέβη, κατά τις πληροφορίες που βγήκαν προς τα έξω, στην Πολιτική Γραμματεία του ΣΥΡΙΖΑ, όπου ο Π. Σκουρλέτης και ο Ευ. Τσακαλώτος φέρονται να ζήτησαν το λόγο με αφορμή την ερώτηση που κατατέθηκε στη Βουλή για μία σειρά από ζητήματα. Από την ενοχοποίηση και την καταγγελία της διαφορετικής άποψης, την έλλειψη εσωκομματικού διαλόγου και την υποβάθμιση των κομματικών οργάνων στη διαδικασία λήψης αποφάσεων, μέχρι την «ετσιθελική» στάση Τσίπρα για τις αλλαγές στον ΣΥΡΙΖΑ, την υιοθέτηση της Προοδευτικής Συμμαχίας και το θολό στίγμα του κόμματος, με ολίγη από κέντρο και γερές δόσεις εθνολαϊκισμού του 2014, που έχει φέρει τα αποτελέσματα που όλοι βλέπουν στις δημοσκοπήσεις.
Ολα αυτά βγήκαν προς τα έξω συμπυκνωμένα σε μία φράση που φέρονται να είπαν οι αντιδρώντες, ό,τι δηλαδή ο ΣΥΡΙΖΑ «δε γίνεται να πηγαίνει με δύο ψυχές» όπως έγραψε η Καθημερινή.
Οι «σωματοφύλακες του Τσίπρα» απάντησαν, ο ίδιος ο πρόεδρος έκανε αυτό που συνήθως κάνει σε αυτές τις περιπτώσεις, δηλαδή δεν συμμετέχει όταν τα αίματα «ανάβουν», για να παρέμβει στο τέλος «πυροσβεστικά και ενωτικά». Μετά βγήκε η ανακοίνωση της Πολιτικής Γραμματείας, με την οποία γινόταν γνωστό ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ανησυχεί μην χαθούν μέσα σε πέντε μήνες όσα εκείνος έκανε μέσα σε πέντε χρόνια ως κυβέρνηση και για να μην πάρει διαστάσεις ο νέος εσωκομματικός καβγάς, έβρισε και ο Πολάκης στο facebook τους δημοσιογράφους, για να ελέγξει κάπως την πρωινή επικαιρότητα. Το πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ όμως είναι βαθύ, δεν λύνεται με τακτικές κινήσεις και κόλπα και είναι η αιτία της πορείας του μετά τις εκλογές.
Το χάσμα ανάμεσα στις δύο πλευρές μεγαλώνει και ο κ. Τσίπρας, αδυνατώντας πλέον να ενώσει χωρίς τη συγκολλητική ουσία της εξουσίας, επιλέγει να αλλάξει το κόμμα. Αλλά κι αυτό το κάνει χωρίς αποφασιστικότητα, ένα βήμα μπροστά και δύο πίσω, χωρίς γραμμή και κυρίως χωρίς σχέδιο.