Σε συζήτηση που είχε με τον πρόεδρο του ΣΕΒ Θ. Φέσσα, τόνισε την ανάγκη σχεδιασμού πολιτικών με ορίζοντα δεκαετίας, ενώ υπογράμμισε το ισχυρό συγκριτικό πλεονέκτημα της χώρας σε σχέση με την υπόλοιπη Ευρώπη, καθώς διαθέτει σταθερή κυβέρνηση, με πλειοψηφία στη Βουλή, που δεν στηρίζεται σε ευκαιριακές συμμαχίες και που έχει έρθει να υλοποιήσει το σχέδιό της. «Δεν έχουμε πολλές αυτοδύναμες κυβερνήσεις στην Ευρώπη που να μην έχουν εκλογές για τα επόμενα 3,5 χρόνια», τόνισε και πρόσθεσε: «Το πολιτικό ρίσκο έχει φύγει και αν αντιμετωπιστούν συγκεκριμένα εμπόδια δεν υπάρχει κανένας λόγος η Ελλάδα να μην μπορεί να απογειωθεί».
«Πήραμε εντολή για μία καθαρή τετραετία και θα θέσουμε τα αποτελέσματα αυτής της πολιτικής στην κρίση του ελληνικού λαού διεκδικώντας την επανεκλογή μας το 2023», συμπλήρωσε, ενώ προανήγγειλε επιτάχυνση των ρυθμών του μεταρρυθμιστικού έργου. «Δεν έχουμε καμία πρόθεση να πατήσουμε φρένο στις μεταρρυθμίσεις. Μόνο πιο γρήγορα θα πάμε, όχι πιο αργά», σημείωσε, ενώ στάθηκε ιδιαίτερα στο γεγονός ότι «ο κόσμος αλλάζει γύρω μας και δεν έχουμε τη δυνατότητα να μην αλλάξουμε», όπως είπε χαρακτηριστικά.
Ξεκαθάρισε πάντως ότι «η αισιοδοξία πρέπει να μεταφράζεται πρωτίστως σε επενδύσεις» και προειδοποίησε ότι «το χειρότερο θα είναι να αισθανθούμε ότι μπορούμε να επαναλάβουμε τα σφάλματα του παρελθόντος».
Ο κ. Μητσοτάκης προανήγγειλε Εθνικό Συμβούλιο Βιομηχανίας, πρόσθετα φορολογικά κίνητρα για ζητήματα που αφορούν υπεραποσβέσεις κυρίως στην έρευνα, ενιαίο branding – ομπρέλα για τη χώρα εντός του 2020, αλλά και φορολογικά κίνητρα που θα επιτρέψουν στις κερδοφόρες επιχειρήσεις να επιστρέψουν στην κοινωνία ένα κομμάτι της αξίας που σε άλλες συνθήκες θα κρατούσαν οι μέτοχοι.
Υπογράμμισε ότι στο πλαίσιο της «συμφωνίας αλήθειας» που είχε προτείνει στη επιχειρηματική κοινότητα, η κυβέρνηση μειώνει τους φόρους, απλοποιεί το επιχειρηματικό περιβάλλον και θα μειώσει εντός του 2020 τις επιβαρύνσεις στη μισθωτή εργασία, ξεκινώντας με την εισφορά αλληλεγγύης και την πρώτη φάση μείωσης εργοδοτικών εισφορών, ενώ βοηθά και στη ρευστότητα, με παρεμβάσεις στο τραπεζικό σύστημα, όπως το πρόγραμμα «Ηρακλής».
Χτύπησε ωστόσο «καμπανάκι» -όπως είπε- για τις ίδιες τις επιχειρήσεις ώστε να προσαρμοστούν στη νέα πραγματικότητα. «Πρέπει να μεγαλώσουν οι ελληνικές επιχειρήσεις και αν δεν μπορούν μόνες τους, να γίνει αυτό με συγχωνεύσεις και με δημιουργία εταιρικών σχημάτων συνεργασίας», υπογράμμισε, ενώ πρόσθεσε ότι είναι επιβεβλημένο να επενδύσουν σε ανθρώπινο δυναμικό, προειδοποιώντας ότι καθώς η χώρα θα μπαίνει πάλι σε τροχιά υγιούς ανάπτυξης δεν αντέχουμε να δούμε ότι έχουμε τα οικονομικά κεφάλαια για να την υποστηρίξουμε αλλά δεν έχουμε το ανθρώπινο δυναμικό. Στο σημείο αυτό τόνισε ότι για να επιστρέψουν τα παιδιά που έφυγαν στο εξωτερικό θέλουν πιο ευνοϊκό φορολογικό καθεστώς στη μισθωτή εργασία, αλλά και την πίστη ότι η χώρα γύρισε οριστικά σελίδα και ότι υπάρχει ένας ορίζοντας πενταετίας, δεκαετίας όπου η Ελλάδα θα πάει καλά.
Ο πρωθυπουργός διευκρίνισε ότι ο ψηφιακός μετασχηματισμός και η προστασία περιβάλλοντος συνιστούν τα θεμέλια οποιασδήποτε αναπτυξιακής πολιτικής και τόνισε την ανάγκη σχεδιασμού σε ορίζοντα δεκαετίας, ενώ επισήμανε τη μεγάλη σημασία που αποδίδει ο ίδιος στην αξιοπιστία του πολιτικού λόγου και στην υλοποίηση των προεκλογικών δεσμεύσεων.
Εξέφρασε εκ νέου τη βεβαιότητα ότι η κοινωνία είναι ώριμη να στηρίξει αλλαγές που μέχρι πριν λίγα χρόνια φαίνονταν δύσκολες. Επισήμανε ότι μέσα στον Ιανουάριο θα υπάρξει νομοθέτηση για τον τρόπο που γίνονται οι κινητοποιήσεις, σημειώνοντας ότι έχουμε ξεκαθαρίσει ότι η κυβέρνηση προστατεύει το δικαίωμα της απεργίας και της κινητοποίησης, αλλά δεν μπορεί οι λίγοι να ταλαιπωρούν τους πολλούς. Αναφέρθηκε επίσης στις μεγάλες αλλαγές που έρχονται στην αγορά εργασίας υπογραμμίζοντας μεταξύ άλλων ότι θα απελευθερώσουμε τα δημόσια Πανεπιστήμια να έρθουν πιο κοντά στις ανάγκες όχι της αγοράς, αλλά της κοινωνίας.
Ο πρωθυπουργός εκτίμησε ότι η χρονιά κλείνει αρκετά καλά για την κυβέρνηση και με ένα γενικότερο κλίμα συγκρατημένης αισιοδοξίας στην αγορά, κάτι που θεωρεί σημαντικό μετά από δέκα χρόνια που πιστεύαμε ότι η χώρα πηγαίνει προς λάθος κατεύθυνση.
Με αφορμή, τέλος, το Εθνικό Συμβούλιο Βιομηχανίας υπογράμμισε ότι χρειαζόμαστε ένα εργαλείο συζήτησης Πολιτείας- κοινωνικών εταίρων για τα ζητήματα βιομηχανίας το οποίο θα εξειδικεύσει τη στρατηγική μας για τα τρέχοντα ζητήματα αλλά και για το μέλλον. Τόνισε ότι η κυβέρνηση είναι πολύ ανοιχτή στο να συζητά και να παίρνει τη γνώμη όλων των εμπλεκομένων, σημείωσε ότι πολύ σύντομα θα καταλήξουμε σε συγκεκριμένο οδικό χάρτη και έκανε λόγο για ένα κομμάτι κανονιστικό, ένα χρηματοδοτικό και ένα που θα έχει να κάνει με το ανθρώπινο δυναμικό, με συγκεκριμένους στόχους, ορόσημα και ένα σχεδιάγραμμα υλοποίησης.
Από την έντυπη έκδοση