Ο Βασίλης Κικίλιας προσκάλεσε τον προπονητή του Ολυμπιακού και ο Μπλατ αποδέχθηκε με χαρά. Μάλιστα αφού ενημερώθηκε πως ο Υπουργός ήταν παλαίμαχος παίκτης του μπάσκετ και μάλιστα καλός αμυντικός, αστειεύτηκε λέγοντας: «θα σε χρειαζόμουν για κανά πεντάλεπτο».
Μετά το τέλος της συνάντησης και της βράβευσής του «για το μεγαλείο και την γενναιοδωρία ψυχής που είχε για να βγει δημοσίως και να μιλήσει για το πρόβλημα υγείας του», ο κ. Κικίλιας δήλωσε τα εξής:
«Είναι πολύ μεγάλη τιμή που αποδέχθηκε την πρόσκληση ο Ντέιβιντ Μπλατ, ένας καταξιωμένος προπονητής στο ΝΒΑ, την Ευρώπη και το πρωτάθλημά μας. Σήμερα, όμως, τον καλέσαμε για να τον συγχαρούμε και να τον ευχαριστήσουμε για το μεγαλείο και την γενναιοδωρία ψυχής που είχε για να βγει δημοσίως και να μιλήσει για το πρόβλημα υγείας του, εμπνέοντας νέα παιδιά στη χώρα μας, ανθρώπους με παρόμοια προβλήματα και δίνοντάς τους δύναμη και κουράγιο. Γι’ αυτόν τον λόγο τον ευχαριστούμε πάρα πολύ, είμαστε πολύ υπερήφανοι κι ελπίζουμε να συνεχίσει σε αξιακό και ηθικό επίπεδο να κινείται έτσι, γιατί αποτελεί πλέον παράδειγμα για πολλούς νέους ανθρώπους στην Ελλάδα στον χώρο του αθλητισμού και όχι μόνο».
Από την πλευρά του, ο προπονητής του Ολυμπιακού, δήλωσε: «Πρώτα απ’ όλα νιώθω πολύ μεγάλη τιμή που είμαι εδώ μαζί σας κ. Υπουργέ. Αποτελεί μεγάλη τιμή και ευχαρίστηση που βρίσκομαι εδώ ως άνθρωπος του αθλητισμού και ενθαρρύνω τη βοήθεια για όλους τους Έλληνες πολίτες. Η κατάστασή μου είναι γνωστή και φυσικά νιώθω ευθύνη να στείλω ένα θετικό μήνυμα, για να δώσω κίνητρο σε όλους όσοι αντιμετωπίζουν διάφορα θέματα και πιο το σημαντικό είναι να είναι ανοικτοί και να γνωρίζουν την υγεία τους. Είναι κρίσιμο κι αναγκαίο για όλους μας και σας ευχαριστώ που μου δώσατε την ευκαιρία να το κάνω αυτό. Είναι μεγάλη ευχαρίστηση και τιμή να βρίσκομαι εδώ στην Ελλάδα και μαζί σας».
Η συγκλονιστική επιστολή του Μπλατ
Συγκλονιστικός ο Ντέιβιντ Μπλατ, επέλεξε με μία επιστολή να μοιραστεί με τον κόσμο τo προσωπικό πρόβλημα υγείας του.
Η επιστολή του Μπλατ, η οποία αναρτήθηκε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης του Ολυμπιακού BC:
Ανδρουλάκης: Αναλαμβάνουμε πρωτοβουλία για τις εξοντωτικές αυξήσεις στα ασφάλιστρα των συμβολαίων υγείας
«Μερικές φορές η ζωή σου «πετά» πράγματα, τα οποία στην πραγματικότητα δεν έχουν εξήγηση, νόημα ή λόγο. Αυτές είναι οι στιγμές που σε αναγκάζουν να αναγνωρίσεις πως πρέπει να κάνεις επιλογές που θα δοκιμάσουν τον πραγματικό χαρακτήρα σου.
Πριν από λίγους μήνες διαγνώστηκα με PPMS (Πρωτοπαθή Προϊούσα Πολλαπλή Σκλήρυνση). Αυτή η ασθένεια έχει πολλές μορφές και εκδηλώνεται με διαφορετικό τρόπο σε κάθε άνθρωπο. Είναι αυτοάνοσο νόσημα, το οποίο μπορεί και πραγματικά αλλάζει με πολλούς τρόπους την ποιότητά σου και την ικανότητά σου να κάνεις ακόμη και τις βασικές λειτουργίες με τρόπους που πάντα σου φαίνονταν φυσιολογικοί.
Όταν ξεπέρασα το αρχικό σοκ και τον πόνο του να καταλάβω πως θα άλλαξε και θα μπορούσε να αλλάξει η ζωή μου από εδώ και πέρα, αποφάσισα πως δεν επρόκειτο να παραδοθώ σε τίποτα. Το μόνο που θα έκανα θα ήταν να προσαρμοστώ και να βρω νέους τρόπους να συνεχίσω τη ζωή μου όσο πιο φυσιολογικά γίνεται.
Το πρώτο που έκανα ήταν να ανατρέξω στην μπασκετική προπονητική μεθοδολογία αναφορικά με το πως να λύνεις και να ξεπερνάς τις δυσκολίες. Η δική μου διαδικασία έχει τρία βήματα. 1) Ποιο είναι το πρόβλημα; 2) Γιατί συνέβη; 3) Πως το διορθώνουμε;
Γιατί συνέβη; Ο λόγος για τον οποίο μπορεί κάποιος να υποφέρει από αυτή την ασθένεια είναι άγνωστος. Καθώς δεν έχει δοθεί κάποια συγκεκριμένη αιτία ή εξήγηση, αυτό που του μένει είναι να αποδεχθεί πως είναι ότι είναι και να εστιάσει στο πως θα κάνει το καλύτερο που μπορεί με τις διαθέσιμες ‘πηγές’ για να βελτιώσει την κατάστασή του. Από σήμερα και στο μέλλον… Είναι εύκολο να πέσεις σε κατάθλιψη και σωματικό λήθαργο. Αυτή η μάχη είναι πραγματική και συνεχής και αδιάκοπη, καθώς δεν υπάρχει γιατρειά για την ασθένεια αυτή. Όμως, δεν είναι θανατηφόρα. Υπάρχουν άνθρωποι που έχουν να αντιμετωπίσουν πολύ μεγαλύτερες προκλήσεις και πρέπει να δώσουν τις δικές τους μάχες. Όλοι πρέπει να έχουν το κουράγιο και την αποφασιστικότητα να μην εγκαταλείψουν την προσπάθεια, να προχωρήσουν μπροστά και να ζήσουν μια ζωή με τη μεγαλύτερη δυνατή ποιότητα. Ξεχάστε το ‘γιατί’ σε αυτή την περίπτωση. Δεν είναι ένα ερώτημα που μπορεί να απαντηθεί. Επικεντρωθείτε στο μετά.
Πως το διορθώνουμε; Πάμε στην δουλειά. Κάνουμε ένα πλάνο. Δουλεύουμε σκληρά κάθε μέρα. Κρατάμε το κεφάλι μας ψηλά. Προσαρμοζόμαστε, διαφοροποιούμε και ψάχνουμε τρόπους να βελτιωθούμε ή να διατηρηθούμε. Επιμορφωνόμαστε. Βρίσκουμε ανθρώπους που μπορούμε να το μοιραστούμε και να μας βοηθήσουν. Είμαστε ανοικτοί και ειλικρινείς με τον εαυτό μας και με εκείνους που προσπαθούν να λάβουν γνώση. Δεν κρυβόμαστε, ούτε φεύγουμε ντροπιασμένοι από την αντίληψη της ευαισθησίας. Είμαι ευλογημένος με την στήριξη τόσων καλών και αγαπημένων ανθρώπων. Εκείνων που η συμπαράσταση και η βοήθεια με κάνουν να συνειδητοποιώ πως ακόμη και στις μέρες που δείχνω και λειτουργώ διαφορετικά, παραμένω ο ίδιος άνθρωπος. Εκείνων που δεν με αφήνουν να το ξεχάσω αυτό, ούτε όταν είμαι λίγο ‘πεσμένος’ ψυχολογικά ή αποκαρδιωμένος. Το να λυπάσαι τον εαυτό σου δεν σου προσφέρει τίποτα, αντιθέτως καλλιεργεί και ενθαρρύνει μια κατιούσα πορεία από την οποία είναι ακόμη πιο δύσκολο να ανέβεις.
Είμαι προπονητής και δουλειά μου είναι να ηγούμαι, να διδάσκω και να εμπνέω πολλούς ανθρώπους. Το ότι δεν είμαι τόσο ευκίνητος ή ενεργός δεν επηρεάζει τη νοητική μου ικανότητα στο να κάνω αυτά τα πράγματα. Είμαι τυχερός. Έχω σπουδαίους γιατρούς, προπονητές, φυσικοθεραπευτές και διοίκηση, που δέχονται τις δυσλειτουργίες μου και με βοηθούν να τις ξεπεράσω. Πως είναι δυνατόν να παραπονεθώ; Σε καμία περίπτωση δεν μπορώ και δεν θα το κάνω. Θα ήταν χαμένη ενέργεια και από τη στιγμή που ζητώ από τους παίκτες μου και το σταφ να είναι η καλύτερη εκδοχή του εαυτού τους, πρέπει να ζητήσω ή πιο σωστά να απαιτήσω από τον εαυτό μου να κάνει ακριβώς το ίδιο.
Ο σπουδαίος, Τζον Γούντεν, είπε κάποτε: ‘Τα πράγματα εξελίσσονται καλύτερα για τους ανθρώπους που κάνουν το καλύτερο όπως και να πάνε τα πράγματα’. Η κατάστασή μου δεν είναι… πικνίκ, αλλά πολλοί περνούν δυσκολότερα. Είναι ευθύνη μου να αποτελέσω παράδειγμα για όλους, να συνεχίσουν τη ζωή τους με τον καλύτερο δυνατό τρόπο και ποτέ, ποτέ, μα ποτέ να μην παραδίδονται ή να μην εγκαταλείπουν».