Η έλλειψη προεκλογικού αφηγήματος του κ. Τσίπρα εν όψει των εκλογών της 7ης Ιουλίου έχει πολλές φορές επισημανθεί στις συσκέψεις της Κουμουνδούρου. Μετά τις ευρωεκλογές ήταν και η αιτία που στελέχη όπως ο Γιάννης Δραγασάκης, ο Αλέκος Φλαμπουράρης, ο Νίκος Βούτσης αλλά και ο Δημήτρης Τζανακόπουλος του πρότειναν να μην κάνει άμεσα εθνικές εκλογές, αλλά να δώσει χρόνο έως τον Οκτώβριο. Ηταν η σύσκεψη που έγινε στο Μαξίμου το απόγευμα της απομάκρυνσης Βενιζέλου από το Κίνημα Αλλαγής όπου έπαιξε πραγματικά το σενάριο της αναβολής των εκλογών. Ο κ. Τσίπρας όμως δεν το συζητούσε. «Πάμε να τελειώνουμε», φέρεται να τους είπε και κανείς δεν μίλησε τότε. Οι περισσότεροι του είχαν προτείνει να κάνει τριπλές εκλογές τον Μάιο, ξεδιπλώνοντας την ατζέντα των παροχών από τον Ιανουάριο του 2019, αμέσως μετά την υπογραφή της συνθήκης των Πρεσπών, αλλά ποτέ δεν τους άκουσε. Τι θα έλεγε όμως τώρα ο ΣΥΡΙΖΑ στον κόσμο εκτός από το να τους τρομοκρατεί «μη γυρίσει η Δεξιά»;
Την ατζέντα της οικονομίας την είχε ήδη ο Μητσοτάκης, καθώς η δέσμευση για μείωση φόρων είχε ήδη λειτουργήσει καταλυτικά, ενώ ακόμα και η θετική αντίδραση των αγορών υπέρ της ελληνικής οικονομίας μετά τις ευρωεκλογές στον Μητσοτάκη πιστώνεται πλέον.
Ο κ. Τσίπρας και οι επιτελείς του αποφάσισαν τότε η διαχείριση των Ελληνοτουρκικών να είναι το προεκλογικό τους αφήγημα, προκαλώντας το δηλητηριώδες σχόλιο του Ευ. Βενιζέλου, ο οποίος είπε πως όποιοι νομίζουν ότι η διαχείριση των Ελληνοτουρκικών είναι συναφές θέμα με τη συνθήκη των Πρεσπών, τότε έχουν μικρή σχέση με την Ιστορία.
Η επιλογή αποτέλεσε σχεδόν σωσίβιο για τον κ. Τσίπρα, που αδυνατούσε να βρει τρόπο να απευθυνθεί στον ελληνικό λαό, έχοντας αναγκαστεί να πάει σε πρόωρες εθνικές εκλογές.
Με την επίκληση των εθνικών θεμάτων θα κατηγορούσε τη Ν.Δ. ότι «συμπεριφέρεται με ανεύθυνο και κοντόφθαλμο τρόπο», θα παρενέβαινε τηλεφωνικά στον πρόεδρο της Ευρωπαϊκού Συμβουλίου ζητώντας κυρώσεις εναντίον της Τουρκίας, θα προσπαθούσε μέσω της διαχείρισης της αύξησης της έντασης στα Ελληνοτουρκικά -την οποία προκαλεί η Τουρκία και όχι η Ελλάδα- να ξαναβρεί το ηγετικό προφίλ που έχει χάσει μετά τις ευρωεκλογές της 26ης Μαΐου.
Φέρνοντας τα Ελληνοτουρκικά στο επίκεντρο της προεκλογικής αναμέτρησης, ο κ. Τσίπρας επιχειρεί comeback στο προφίλ του «υπεύθυνου» ηγέτη και «ικανού» διαπραγματευτή, προσπαθεί να πείσει ότι διαθέτει επιτελείο που δουλεύει αποτελεσματικά (σ.σ.: είχαμε προβλέψει τις κινήσεις της Τουρκίας, είπε στο Open ΤV) ότι τον υπολογίζουν στις Βρυξέλλες και τα διεθνή κέντρα λήψης αποφάσεων και κυρίως ότι «επί των ημερών του» η Ελλάδα ενίσχυσε τη διεθνή της θέση και τις συμμαχίες της στην Ευρώπη και τον κόσμο.
Ταυτόχρονα, ανεβάζει τους τόνους κατά της αξιωματικής αντιπολίτευσης και φροντίζει να συντηρεί την ένταση («το θερμό επεισόδιο είναι πάντα στο μυαλό μας» είπε επίσης στο Open).
Μέρος του σχεδίου είναι προφανώς και η ελεγχόμενη κινδυνολογία, καθώς ο κ. Τσίπρας δηλώνει ότι «δεν θα αφήσουμε γεώτρηση ανάμεσα σε Καστελλόριζο-Κύπρο», όταν τόσο οι διπλωματικές όσο και οι στρατιωτικές δυνάμεις της χώρας δεν θεωρούν πιθανό ένα τέτοιο ενδεχόμενο από την πλευρά των Τούρκων.
Σε πρώτο πλάνο, ο κ. Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ έχουν καταφέρει να προκαλέσουν το ενδιαφέρον και την ανησυχία της ελληνικής κοινής γνώμης. Το «λες να γίνει τίποτα με τους Τούρκους» είναι καθημερινό θέμα συζήτησης για τους πολίτες που μετά τις ευρωεκλογές δεν δείχνουν να έχουν πολύ μεγάλο ενδιαφέρον για τις εθνικές εκλογές, κυρίως επειδή βλέπουν το πολιτικό τοπίο σχεδόν διαμορφωμένο. Στην πραγματικότητα στο ένα και μοναδικό θέμα που υπήρχε έως τώρα για τις εκλογές της 7ης Ιουλίου, που ήταν αν η Ν.Δ. θα βγει αυτοδύναμη ή όχι, τώρα προστέθηκε και η πιθανότητα θερμού επεισοδίου στο Αιγαίο ή την Κύπρο.
Επί της ουσίας, όμως, ουδείς γνωρίζει σήμερα πού θα οδηγήσει αυτή η πρωτοβουλία του ΣΥΡΙΖΑ να φέρει τα Ελληνοτουρκικά στο επίκεντρο της προεκλογικής αντιπαράθεσης και της πολιτικής επικαιρότητας στην Ελλάδα. Η δημοσιότητα και ο θόρυβος σε αυτά τα θέματα δεν αποτελούν επιλογή της Ε.Ε., δεν αποτελούν επιλογή της Κύπρου, δεν αποτελούν επιλογή της στρατιωτικής ηγεσίας της χώρας, αλλά ήταν πάντα επιλογή των Τούρκων. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο υπουργός Αμυνας, Ευ. Αποστολάκης, σε πολύ πιο χαμηλούς τόνους από τον κ. Τσίπρα, δηλώνει ότι δεν τίθεται θέμα θερμού επεισοδίου και συνιστά ψυχραιμία προς όλες τις κατευθύνσεις.
Σημαντικό είναι επίσης το γεγονός ότι προς το παρόν ο κ. Τσίπρας έχει απέναντί του μία αντιπολίτευση που δεν «τσιμπάει». Η Ν.Δ., το Κίνημα Αλλαγής, το ΚΚΕ μέχρι στιγμής δεν «παίζουν» στο γήπεδο της αντιπαράθεσης για τα εθνικά θέματα, προεκλογικά.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής