Παρά τους χαμηλούς τόνους που διατηρούν προς το παρόν οι δανειστές, αμέσως μετά τον σχηματισμό της νέας κυβέρνησης θα ξανανοίξουν τα «βιβλία» για την Ελλάδα. Μέχρι στιγμής η έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την 3η μεταμνημονιακή αξιολόγηση διαπιστώνουν δημοσιονομική τρύπα 5,5 δισ. ευρώ για την επίτευξη του δημοσιονομικού στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ το 2019 και το 2020, λόγω της εφαρμογής από τις 15 Μαΐου των μειώσεων ΦΠΑ και της καταβολής του επιδόματος που ονομάστηκε 13η σύνταξη σε 2,5 εκατομμύρια συνταξιούχους και θα έχει μόνιμο χαρακτήρα.
Στις ήδη διαπιστωθείσες αποκλίσεις, οι τεχνοκράτες των Βρυξελλών θα πρέπει να προσθέσουν 1,9 δισ. ευρώ για το 2020 και 2,02 δισ. ευρώ για το 2021, μετά την ψήφιση στις 7 του μήνα της τροπολογίας για την κατάργηση του μέτρου της μείωσης του αφορολόγητου που είναι πλέον νόμος του κράτους.
Μάλιστα, η υλοποίηση της συγκεκριμένης τροπολογίας, όπως παραδέχθηκε ο υπουργός Οικονομικών Ευκλείδης Τσακαλώτος σε τηλεοπτική του συνέντευξη, βασίζεται στον πρόσθετο δημοσιονομικό χώρο που θα έχει η Ελλάδα από την αποδοχή των δανειστών της πρότασης της απερχόμενης κυβέρνησης για μείωση των δημοσιονομικών στόχων για τα πρωτογενή πλεονάσματα από το 3,5% του ΑΕΠ στο 2,5% του ΑΕΠ από το 2020 ως το 2022. Τόνισε μάλιστα ότι οι δανειστές και εταίροι έχουν κάθε λόγο να το δεχθούν αφού με βάση την πρόταση της ελληνικής πλευράς θα υπάρχει εγγύηση πλεονάσματος 1% του ΑΕΠ για κάθε χρόνο της τριετίας 2020-2022, με το ποσό ύψους 5,5 δισ. ευρώ να έχει κατατεθεί ήδη σε κλειστό λογαριασμό της ΤτΕ.
Ολα αυτά βεβαίως σε ένα προεκλογικό σκηνικό που έχει στηθεί εντός Ελλάδας. Πηγές της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και του ESM, που είναι και ο μεγαλύτερος δανειστής της Ελλάδας, δηλώνουν ανοιχτά ότι διαφωνούν με τα μέτρα τα οποία έχουν ήδη ψηφιστεί και εφαρμοστεί.
Δηλώνουν, επίσης, αιφνιδιασμένοι με την πρόωρη -χωρίς διάλογο- κατάργηση της μείωσης του αφορολόγητου και πλήρη άγνοια για το σχέδιο μείωσης των δημοσιονομικών στόχων που θεωρούν οι ελληνικές αρχές ότι θα γίνει σίγουρα αποδεκτό.
Σκηνικό ενός… ήπιου 2015
Με αυτά τα δεδομένα, σίγουρο είναι ότι η θέση του επόμενου υπουργού Οικονομικών θα είναι κάθε άλλο παρά ευχάριστη μετά την ανάληψη των καθηκόντων του.
Μάλιστα, κοινοτική πηγή, με την οποία μίλησε ο «Ε.Τ.» της Κυριακής, τόνιζε ότι μετά από τόσους αιφνιδιασμούς η νέα κυβέρνηση θα πρέπει να περιμένει τουλάχιστον για το πρώτο διάστημα ένα σκηνικό που θα θυμίζει τις αρχές του 2015, παρότι η Ελλάδα βρίσκεται εκτός προγράμματος.
Η ίδια πηγή τόνιζε ότι η Επιτροπή υποστηρίζει την «ιδιοκτησία» της οικονομικής πολιτικής της Ελλάδας, αλλά δεν θα δεχθεί να εκτεθεί για την Ελλάδα αν η χώρα αποκλίνει από τους δημοσιονομικούς της στόχους. «Μην ξεχνάτε ότι μετά τις ευρωεκλογές πολλά πρόσωπα θα αλλάξουν. Επιπλέον, οι εκπρόσωποι της Επιτροπής θα έχουν να αντιμετωπίσουν και τους υπουργούς του Eurogroup. Κάποιοι από αυτούς δέχθηκαν και κύρωσαν στα Κοινοβούλιά τους, μετά από πίεση, τη συμφωνία για την ελάφρυνση του ελληνικού χρέους ένα χρόνο νωρίτερα, με τον απαράβατο όρο η Ελλάδα να τηρήσει τις δεσμεύσεις της», έλεγε χαρακτηριστικά.
Στις Βρυξέλλες σκέπτονται ήδη την αποστολή των ομάδων των θεσμών στην Ελλάδα αμέσως μόλις σχηματιστεί η νέα κυβέρνηση, περί τα τέλη Ιουλίου, ώστε να ξεκαθαριστούν τα πράγματα. Θα επικαιροποιηθούν τα στοιχεία του προϋπολογισμού και θα επανεξεταστεί το κόστος των μέτρων που έχουν ήδη ληφθεί, σε μια προσπάθεια να κλείσει κάπως το «κενό» που έχει διαπιστωθεί.
Δύο δρόμοι αν παραμείνει το… κενό
Το κενό, όπως εμφανίζεται σήμερα, προβλέπεται και από τις δύο πλευρές ότι θα μειωθεί. Κανείς όμως δεν εγγυάται σήμερα ότι θα μηδενιστεί. Ανάλογα με το ύψος του, η νέα κυβέρνηση θα έχει δύο επιλογές. Η πρώτη προβλέπεται από τη συνθήκη της ενισχυμένης εποπτείας που υπέγραψε η Ελλάδα στο τέλος του τρίτου Μνημονίου. Αν υπάρξει απόκλιση από τους δημοσιονομικούς στόχους, που θα πιστοποιηθεί από την Ε.Ε. και τον ESM (που συμμετέχει ως ισότιμος επόπτης στο πλαίσιο της έγκαιρης προειδοποίησης), η Ελλάδα θα πρέπει να πάρει διορθωτικά μέτρα που θα επαναφέρουν τον προϋπολογισμό εντός τροχιάς για την επίτευξη των συμφωνημένων. Μια πιο ήπια εκδοχή, αν το κενό είναι μικρό, είναι να γίνουν κάποιες περικοπές δαπανών με τη συμφωνία των θεσμών, ώστε να εξασφαλιστεί ο δημοσιονομικός στόχος του 3,5% του ΑΕΠ.
Η απώλεια θα είναι ότι μια συζήτηση για τη μείωση των δημοσιονομικών στόχων από το 3,5% του ΑΕΠ στο 2,5% του ΑΕΠ, η οποία υποστηρίζεται και από τον ΣΥΡΙΖΑ και από τη Ν.Δ. και υπό άλλες συνθήκες θα μπορούσε να έχει ξεκινήσει, έχει εκ των προτέρων υπονομευτεί αφού συνδεθεί με την ήδη διαπιστωμένη δημοσιονομική απόκλιση της Ελλάδας.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής που κυκλοφορεί εκτάκτως το Σάββατο