Ο Γιάννης Μαυρής, μιλά για την επόμενη ημέρα του ΣΥΡΙΖΑ όταν δηλαδή θα πάψει να βρίσκεται στην κυβέρνηση. Βάζει τα ζητήματα της εξάρτησης του κόμματος από τις κυβερνητικές θέσεις και το κράτος, αλλά και την αδυναμία του να κεφαλαιοποιήσει οργανωτικά την πολιτική του νίκη το 2015.
Όπως αναφέρει, «ύστερα από 4 ½ χρόνια στη διακυβέρνηση της χώρας, η σύμφυση με το κράτος αποτελεί τον μοναδικό παράγοντα συνοχής του ΣΥΡΙΖΑ» και τονίζει ότι «δεν διαθέτει στοιχειώδη κομματική οργάνωση», οι δεσμοί του με την εκλογική του βάση παραμένουν «εξαιρετικά ευάλωτες και η εκλογική του επιρροή ασταθής» και καταλήγει ότι «η απώλεια της κυβερνητικής εξουσίας έχει αρκετές πιθανότητες να λειτουργήσει, καταλυτικά, εις βάρος του κόμματος».
Η ανάλυση του Γιάννη Μαυρή:
«Στις πρόσφατες τριπλές εκλογές, αποκαλύφθηκε αυτό που ήταν γνωστό εδώ και καιρό: ότι δηλαδή η θέση του ΣΥΡΙΖΑ μέσα στο συνεχώς μεταβαλλόμενο κομματικό σύστημα, είναι επισφαλής και κάθε άλλο παρά παγιωμένη. Ο τρόπος με τον οποίο διαμορφώθηκε, ως νεοπαγές κόμμα, στην περίοδο της κρίσης, η σχέση που διαμόρφωσε με το κράτος, καθώς και η πλήρης εγκατάλειψη κάθε έννοιας οργάνωσης, καθιστούν καίριο το ερώτημα, τι θα συμβεί μετά την εκλογική ήττα και την αποχώρησή του από την διακυβέρνηση.
Χρήστος Σταϊκούρας στον ΕΤ: «Σε νέα εποχή η Θεσσαλονίκη με το μετρό»
1.Κόμματα-καρτέλ, κόμματα του κράτους
Τα σύγχρονα κόμματα εξουσίας, ακολουθούν τις τελευταίες τρεις δεκαετίες μια κίνηση που τα απομακρύνει από την κοινωνία και τα φέρνει πιο κοντά στο κράτος. Ενώ οι δεσμοί τους με την κοινωνία έχουν αποδυναμωθεί, οι δεσμοί τους με το κράτος έχουν ενισχυθεί, στο βαθμό που τα κόμματα δεν λειτουργούν πλέον ως αντιπρόσωποι της κοινωνίας των πολιτών. Αντιθέτως, έχουν απορροφηθεί από το κράτος και ενεργούν ως (ημι)κρατικοί οργανισμοί, έχουν μετατραπεί σε κόμματα-καρτέλ.
Αυτή η απεμπόληση της αντιπροσωπευτικής λειτουργίας τους και η κρατικοποίησή τους, έχει περιγραφεί θεωρητικά με την έννοια του κόμματος-καρτέλ, που εισήγαγαν, αρχικά το 1995, οι πολιτικοί επιστήμονες Richard Katz και Peter Mair (Katz & Mair 1995, 1996, 2009). H έννοια είναι κομβική για την κατανόηση της κυρίαρχης μορφής των σύγχρονων πολιτικών κομμάτων και η επεξεργασία της εξελίχθηκε στη συνέχεια, τόσο από τους ίδιους, όσο και από άλλους πολιτικούς επιστήμονες, όπως η Ingrid Van Βiezen, o Mark Blyth, ο Petr Kopecký, ο Thomas Poguntke κ.ά. [2]
Οργανωτικά, τα κόμματα-καρτέλ χαρακτηρίζονται από την πολύμορφη αλληλοδιείσδυση κόμματος/κράτους, ενώ στο επίπεδο του κομματικού συστήματος το μοτίβο (pattern) που επικρατεί, παραπέμπει μάλλον σε συμπαιγνία των κομμάτων, παρά σε ανταγωνισμό μεταξύ τους. Στην εποχή του κόμματος-καρτέλ, τα κυριότερα κόμματα συνεργάζονται και χρησιμοποιούν τους πόρους του κράτους, για να εξασφαλίσουν τη συλλογική επιβίωσή τους. Στην πραγματικότητα, οι κομματικοί οργανισμοί είναι τόσο ισχυροί όσο ποτέ άλλοτε, και σε γενικές γραμμές έχουν πρόσβαση σε πολύ μεγαλύτερους πόρους. Αυτή η γενική τάση χαρακτήρισε και την πορεία εδραίωσης του ελληνικού μεταπολιτευτικού κομματικού συστήματος, κατά τις δεκαετίες που προηγήθηκαν της οικονομικής χρεωκοπίας της χώρας. Ωστόσο, μετά την επιβολή της μνημονιακής πολιτικής, τόσο η δραστική περικοπή της κρατικής χρηματοδότησης των κομμάτων, σε συνδυασμό με την απελευθέρωση της ιδιωτικής αντίστοιχης, όσο και ο διακηρυγμένος στόχος του 3ου Μνημονίου[3], για περιορισμό της επιρροής των κομμάτων στο κράτος, λειτουργούν σε άλλη κατεύθυνση: εκείνη της «ιδιωτικοποίησης» των κομμάτων, δηλαδή της υπαγωγής τους στους θεσμούς της οικονομίας.
Αυτό φυσικά δεν αναιρεί τη σημασία του κράτους, για την αναπαραγωγή των σύγχρονων κομμάτων, ούτε τη γενική τάση μεγαλύτερης κρατικοποίησής τους. Και, ως προς αυτό το σημείο, το νέο κόμμα διακυβέρνησης, που αναδείχθηκε μέσα στην κρίση, ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν ακολούθησε διαφορετική πορεία. Αντιθέτως, κινήθηκε στην κατεύθυνση του μετασχηματισμού του και μάλιστα ταχύτερα από κάθε άλλο ιστορικό παράδειγμα αριστερού ή ριζοσπαστικού κόμματος, σε κόμμα του κράτους. Το κυβερνών κόμμα επιχείρησε την αγκίστρωσή του στο κράτος, με επιθετικό τρόπο, προωθώντας μια κομματικοποίηση «παλαιού τύπου». Προκάλεσε έτσι την απομόνωσή του και την υπονόμευση της θέσης του, στα πλαίσια του μεταμνημονιακού κομματικού συστήματος, που ακόμη δεν έχει σταθεροποιηθεί. Θα πρέπει επίσης να διευκρινισθεί, ότι η τάση καρτελοποίησης ενός κόμματος, δεν είναι «νομοτελειακή», ούτε βέβαια σημαίνει ότι δεν μπορεί να ανατραπεί. Ειδικά για τον ΣΥΡΙΖΑ το πρόβλημα είναι διπλό: Δεν προϋπήρξε ως θεσμοθετημένο κόμμα της διακυβέρνησης, για να μετασχηματιστεί εν συνεχεία σε «κόμμα-καρτέλ». Η τάση κρατικοποίησής του υπήρξε, ταυτόχρονα, και μέσο για τη θεσμοποίησή του και την εδραίωσή του στο νέο κομματικό σύστημα.[4]
Με βάση αυτά τα δεδομένα, το ερώτημα τι θα συμβεί μετά την επερχόμενη εκλογική ήττα του κόμματος και την αποχώρησή του από τη διακυβέρνηση της χώρας, αποκτά καθοριστική σημασία. Η απάντησή σε αυτό το ερώτημα προκύπτει από τη διερεύνηση τριών παραμέτρων: Ι) της σχέσης που απέκτησε η κεντρική διεύθυνση του κόμματος με το κράτος, ΙΙ) της δύναμης που διαθέτει η οργανωμένη βάση του κόμματος και ΙΙΙ) της σχέσης εκπροσώπησης που αυτό διαμόρφωσε με την εκλογική του βάση, τόσο κατά την περίοδο της ανόδου του (2012-2015) όσο και κυρίως κατά την περίοδο της διακυβέρνησής του.