Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κατέστησε, για μια ακόμη φορά, σαφές «προς τη φίλη και γείτονα Τουρκία ότι οιαδήποτε αμφισβήτηση της Συνθήκης της Λωζάνης αφενός συνιστά παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου, η οποία την εκθέτει ανεπανόρθωτα ως μέλος της Διεθνούς Κοινότητας. Και, αφετέρου, αποτελεί απροκάλυπτη επιβουλή κατά των συνόρων όχι μόνο της Ελλάδας αλλά της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και γι’ αυτό δεν πρόκειται να γίνει ανεκτή ούτε, φυσικά, θα μείνει αναπάντητη».
Διαβεβαίωσε, επίσης, ότι ως Πρόεδρος της Δημοκρατίας έχει πλήρη συναίσθηση του ότι η Λήμνος, λόγω και της τεράστιας σημασίας γεωγραφικής της θέσης, συνιστά καθοριστικό μέγεθος της Ελληνικής Επικράτειας αλλά και της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αφού –κατά το πρωτογενές ευρωπαϊκό δίκαιο που ορίζει ότι τα σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι τα σύνορα των κρατών-μελών, όπως ορίζονται κυριάρχως απ’ αυτά- τα σύνορα της Ελλάδας προσδιορίζουν και τα σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Φεύγοντας, από το ιστορικό νησί της Λήμνου ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας κ. Παυλόπουλος ευχαρίστησε για τον εξαιρετικά τιμητικό –όπως τον χαρακτήρισε- τίτλο του Επίτιμου Δημότη Λήμνου και σημείωσε ότι παίρνει μαζί του τις εθνικές παρακαταθήκες που μας κληροδοτεί η μεγάλη ιστορική διαδρομή του νησιού. Και, κυρίως, την παρακαταθήκη ενότητας μπροστά στα μεγάλα και σημαντικά, την οποία μας εμπνέει η σημερινή σημαδιακή επέτειος.
Ολόκληρη η αντιφώνηση του Προέδρου της Δημοκρατίας έχει ως εξής:
Κύριε Δήμαρχε,
Η τιμή που επιδαψιλεύετε σήμερα όχι βεβαίως στο πρόσωπό του αλλά στον θεσμό του Προέδρου της Δημοκρατίας, με την αναγόρευσή μου σ’ Επίτιμο Δημότη του ιστορικού ακριτικού σας Δήμου, με συγκινεί βαθύτατα αλλά και μ’ επιφορτίζει με το ιερό χρέος να φανώ αντάξιός της. Τούτο σημαίνει ότι οφείλω να εμπνέομαι αλλά και να διδάσκομαι, κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων μου, από την λαμπρή ιστορική διαδρομή της Λήμνου και των κατοίκων της.
I. Κατά την μυθολογία, η Λήμνος είναι το νησί του Ηφαίστου. Άλλωστε η ανάπτυξη της μεταλλουργίας από τους παλαιότατους κατοίκους του νησιού αποδόθηκε στον θεό Ήφαιστο. Σύμφωνα με το μύθο ο Δίας, μετά από μια έριδα με την Ήρα, εκσφενδόνισε από τον Όλυμπο τον Ήφαιστο, καθώς αυτός υπερασπίσθηκε την μητέρα του, μ’ αποτέλεσμα αυτός να πέσει στη Λήμνο και να μείνει έκτοτε ανάπηρος.
II. Τη Λήμνο την συναντάμε και στην Αργοναυτική εκστρατεία, ως ενδιάμεσο σταθμό των Αργοναυτών στο επικό ταξίδι τους προς την Κολχίδα. Τότε η βασίλισσα της Λήμνου Υψιπύλη αποκτά από τον έρωτά της με τον Ιάσονα δύο γιούς, τον Εύνηο και τον Θόαντα. Επίσης, διοργανώνει κατά την παραμονή των Αργοναυτών στο νησί αθλητικούς αγώνες στη μνήμη του πατέρα της και πρώτου βασιλιά της Λήμνου, Θόαντος. Σ’ αυτούς τους αγώνες διεξήχθη για πρώτη φορά το πένταθλο, όπως προκύπτει από το έργο «Γυμναστικός» του Φλάβιου Φιλόστρατου.
III. Η Λήμνος είναι πολλαπλώς «παρούσα» και στην αρχαία τραγωδία. Όπως είναι γνωστό, ο Φιλοκτήτης είναι τραγωδία του Σοφοκλή, με κεντρικό πρόσωπο τον ομώνυμο ομηρικό ήρωα. Στο έργο, που παρουσιάσθηκε στα Διονύσια το 409 π.Χ. και κέρδισε το πρώτο βραβείο, δεν αντιτίθενται θεοί και άνθρωποι αλλά άνθρωποι με ανθρώπους. Πιο συγκεκριμένα συγκρούονται η «ηθική» του δόλου, που εξυπηρετούσε βέβαια σκοπούς πατριωτικούς, την οποία εξέφραζε ο Οδυσσέας, και η «ηθική» της ευθύτητας και της απόλυτης φιλαλήθειας, την οποία εξέφραζε ο Νεοπτόλεμος. Το έργο διαδραματίζεται στη Λήμνο, όπου ο Φιλοκτήτης εγκαταλείπεται από τους συντρόφους του, οι οποίοι πλέουν προς την Τροία, όταν αυτός, στη διάρκεια της στάσης που κάνουν στο νησί, δαγκώθηκε στο πόδι από δηλητηριώδες φίδι. Η συνέχεια είναι γνωστή…
IV. Η αθηναϊκή επικυριαρχία στη Λήμνο, που άρχισε μετά τους περσικούς πολέμους –το 477 π.Χ. το Νησί έγινε μέλος της Συμμαχίας της Δήλου και συμμετείχε στα έξοδα συντήρησης του συμμαχικού στόλου- και διήρκεσε ως το τέλος του κλασικού κόσμου, σηματοδότησε περίοδο πολιτισμικής ακμής της Λήμνου. Συγκεκριμένα, αρκετοί λόγιοι και καλλιτέχνες αναδείχθηκαν από τη Λήμνο κατά την αθηναϊκή περίοδο του Νησιού. Τον 5ο αιώνα εμφανίζεται ο σοφιστής Αντίλοχος, ο οποίος φιλονικούσε με το Σωκράτη. Ο Απολλόδωρος υπήρξε συγγραφέας γεωπονικού έργου, του οποίου τη μελέτη συνιστούσε ο Αριστοτέλης. Ο Γλαύκος αναφέρεται από τον Πολύβιο ως μέγας ανδριαντοποιός και εφευρέτης της κόλλησης του σιδήρου. Ο σπουδαίος γλύπτης Αλκαμένης υπήρξε μαθητής του Φειδία και ήκμασε την περίοδο 440-430 π.Χ. Όπως μας παραδίδεται, κυρίως από τον περιηγητή Παυσανία, άφησε σπουδαία έργα, όπως: Το δυτικό αέτωμα του ναού του Διός στην Ολυμπία, αγάλματα του Άρη, χρυσελεφάντινο του Διονύσου και τρία της Εκάτης στην Αθήνα, του Ασκληπιού στη Μαντινεία, του Ηφαίστου, σύμπλεγμα Πρόκνης και Ίτυος στην Ακρόπολη, σύμπλεγμα Ηρακλή και Αθηνάς, χάλκινο του Πεντάθλου και την περίφημη “Αφροδίτη εν Κήποις”». Ο Αλκαμένης γνώρισε μέγιστες τιμές και αναγνωριζόταν ως ο δεύτερος σε αξία γλύπτης της αρχαιότητας έπειτα από το Φειδία.
V. Κάνω ένα μεγάλο –και ίσως αυθαίρετο, αλλά η οικονομία του χρόνου είναι αμείλικτη- άλμα φθάνοντας στην Επανάσταση του 1821, η οποία βρίσκει πολλούς Λημνίους ν’ αγωνίζονται για την απελευθέρωση του Έθνους, προσφέροντας πλοία και προσωπικό στον Αγώνα. Η απελευθέρωση από τον τουρκικό ζυγό ήλθε την 8η Οκτωβρίου 1912 από τον Ελληνικό Στόλο με επικεφαλής το Ναύαρχο Κουντουριώτη που δημιούργησε στο Νησί ναύσταθμο για να ελέγχει τα Στενά. Πρόκειται για το Ορμητήριο του Μούδρου, από το οποίο ο Ελληνικός Στόλος ξεκινούσε τις επιχειρήσεις του για την απελευθέρωση των Ελληνικών Νησιών. Πράγματι, με ορμητήριο το Μούδρο πραγματοποιήθηκαν δύο ιστορικές ναυμαχίες: Η Ναυμαχία της Έλλης (3/12/1912) και η Ναυμαχία της Λήμνου (5/1/1913). Η νικηφόρα για τον Ελληνικό Στόλο Ναυμαχία της Έλλης κοντά στην Ίμβρο, την Τένεδο και τις ακτές της Καλλίπολης επέφερε μεγάλα πλήγματα στον τουρκικό στόλο. Η Ναυμαχία της Λήμνου (ή του Μούδρου, όπως σπανιότερα αναφέρεται) πραγματοποιήθηκε ύστερα από απόπειρα των Τούρκων να βγουν από τα Στενά. Οι τουρκικές απώλειες ήταν τεράστιες, τόσο σε πλοία όσο και σ’ ανθρώπινο δυναμικό. Μετά την νικηφόρα έκβαση της Ναυμαχίας αυτής τέθηκαν οι βάσεις για την Ένωση της Λήμνου με την Ελλάδα.
VI. Κατά τη διάρκεια του Α′ Παγκόσμιου Πολέμου η Λήμνος έγινε αγγλική βάση και ο κόλπος του Μούδρου κατέστη ναύσταθμος του αγγλικού στόλου. Την 31η Οκτωβρίου 1918 στο Μούδρο συνομολογήθηκε, μεταξύ των Συμμαχικών δυνάμεων και της Τουρκίας, συνθήκη ανακωχής, με την οποία έληγε επισήμως ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος. Αυτή υπεγράφη επί του αγγλικού πολεμικού πλοίου «Αγαμέμνων». Με την συνθήκη αυτή, που οδήγησε στην άνευ όρων παράδοση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, έπαυσαν οι εχθροπραξίες και, επιπλέον, υποχρεώθηκαν οι Οθωμανοί, μεταξύ άλλων, στο άνοιγμα των Στενών των Δαρδανελλίων και του Βοσπόρου προς τη Μαύρη Θάλασσα, στην απόδοση των αιχμαλώτων συμμάχων, στην παράδοση του τουρκικού στρατού και των πολεμικών πλοίων στους Συμμάχους.
VII. Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, το 1922, και την ανταλλαγή πληθυσμών, εγκαθίστανται στο Νησί πολλοί Έλληνες Μικρασιάτες πρόσφυγες, που το αναζωογόνησαν πολιτισμικώς και οικονομικώς και συνέβαλαν έτσι καθοριστικώς στην μετέπειτα ακμή του.
Κύριε Δήμαρχε,
Φεύγοντας από το Ιστορικό Νησί σας με τον εξαιρετικά τιμητικό τίτλο του Επίτιμου Δημότη Λήμνου παίρνω μαζί μου, όπως είπα εισαγωγικώς, και τις εθνικές παρακαταθήκες που μας κληροδοτεί η μεγάλη ιστορική διαδρομή του. Και, κυρίως, την παρακαταθήκη ενότητας μπροστά στα μεγάλα και τα σημαντικά, την οποία μας εμπνέει η σημερινή σημαδιακή Επέτειος. Παρακαταθήκη ιδιαίτερα κρίσιμη στους τωρινούς χαλεπούς καιρούς για τον Τόπο και τον Λαό μας. Και θέλω να σας διαβεβαιώσω ότι ως Πρόεδρος της Δημοκρατίας έχω πλήρη συναίσθηση του ότι η Λήμνος, λόγω και της τεράστιας σημασίας γεωγραφικής της θέσης, συνιστά καθοριστικό μέγεθος της Ελληνικής Επικράτειας αλλά και της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αφού –κατά το πρωτογενές ευρωπαϊκό δίκαιο που ορίζει ότι τα σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι τα σύνορα των κρατών-μελών, όπως ορίζονται κυριάρχως απ’ αυτά- τα σύνορα της Ελλάδας προσδιορίζουν και τα σύνορα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και καθιστούμε, για μιαν ακόμη φορά, σαφές προς τη φίλη και γείτονα Τουρκία ότι οιαδήποτε αμφισβήτηση της Συνθήκης της Λωζάνης αφενός συνιστά παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου, η οποία την εκθέτει ανεπανόρθωτα ως μέλος της Διεθνούς Κοινότητας. Και, αφετέρου, αποτελεί απροκάλυπτη επιβουλή κατά των συνόρων όχι μόνο της Ελλάδας αλλά της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και γι’ αυτό δεν πρόκειται να γίνει ανεκτή ούτε, φυσικά, θα μείνει αναπάντητη.
Σας ευχαριστώ και πάλι θερμώς».