Όπως για την αλλαγή του «νόμου περί ευθύνης υπουργών», όπως λέγεται, που ουσιαστικά προέβλεπε το ακαταδίωκτο των υπουργών και υφυπουργών, αφού το όποιο αδίκημα είχαν τελέσει στη διάρκεια των υπουργικών τους καθηκόντων παραγραφόταν σε σύντομο διάστημα μετά τις εκλογές. Υπουργοί και υφυπουργοί μετά τις εκλογές δεν κινδύνευαν από ποινική δίωξη, αφού το όποιο αδίκημά τους είχε παραγραφεί…
Παρακολουθήστε live τη συνεδρίαση:
Νέα Δημοκρατία και ΣΥΡΙΖΑ συμφωνούν στην κατάργηση της αποσβεστικής προθεσμίας όπως ονομάζεται, δηλαδή στην πρόβλεψη ότι η δίωξη μπορεί να γίνει μόνο «μέχρι το πέρας της δεύτερης τακτικής συνόδου της βουλευτικής περιόδου που αρχίζει μετά την τέλεση του αδικήματος», αλλά και στην κατάργηση της διάταξης που προβλέπει ότι οι πρώην υπουργοί και υφυπουργοί δικάζονται από Ειδικό Δικαστήριο και όχι από την τακτική Δικαιοσύνη. Το Ειδικό Δικαστήριο παίρνει τέλος και οι υπουργοί και υφυπουργοί θα δικάζονται από τα κοινά δικαστήρια, όπως όλος ο κόσμος.
Η περίπτωση Τσοχατζόπουλου
Η κατάργηση της σύντομης παραγραφής χαρακτηρίζεται μέτρο αυτοπροστασίας του πολιτικού κόσμου, αφού οδήγησε στο ακαταδίωκτο των υπουργών. Είναι χαρακτηριστικό ότι ακόμα και τα αδικήματα της απιστίας στα οποία είχε υποπέσει ο Άκης Τσοχατζόπουλος είχαν παραγραφεί, λόγω ακριβώς του άρθρου 86, και ο πρώην υπουργός Άμυνας του ΠΑΣΟΚ δικάστηκε μόνο για το αδίκημα του ξεπλύματος μαύρου χρήματος που δεν παραγράφεται…
Υπέρ της κατάργησης του άρθρου έχουν ταχθεί και η Νέα Δημοκρατία και ο ΣΥΡΙΖΑ, καθώς επίσης και η Δημοκρατική Συμπαράταξη (ΚΙΝΑΛ) και οι Ανεξάρτητοι Έλληνες και το Ποτάμι. Επιφυλάξεις διατηρεί το ΚΚΕ, ενώ «όχι» ψηφίζουν η Χρυσή Αυγή και η Ένωση Κεντρώων.
Η κατάργηση του άρθρου προβλέπεται να ψηφιστεί με πάνω από 220 ψήφους, γεγονός που σημαίνει ότι η επόμενη Βουλή θα έχει τη δυνατότητα να τροποποιήσει το σχετικό άρθρο του Συντάγματος με απλή πλειοψηφία 151 ψήφων.
Σημειώνεται ότι, όπως αναφέρεται σε ερμηνευτική δήλωση που κατέθεσε ο ΣΥΡΙΖΑ, στα ποινικά αδικήματα που εντάσσονται στο υπό αναθεώρηση άρθρο θα παραμείνουν μόνο εκείνα που έχουν τελεστεί κατά την άσκηση των καθηκόντων τους και έχουν σχέση με αυτά. Ολα τα υπόλοιπα διώκονται με την κοινή νομοθεσία, όπως και για όλους τους πολίτες, και έχουν αποσβεστική προθεσμία, παραγράφονται δηλαδή σε 20 χρόνια.
Η ερμηνευτική αυτή δήλωση προκαλεί την αντίδραση της Νέας Δημοκρατίας, αλλά δεν φαίνεται ικανή να αλλάξει τη στάση της στη Βουλή.
Αντώνης Σαμαράς: Το παρασκήνιο της διαγραφής του και οι τρεις ατάκες που έσπασαν το ραγισμένο γυαλί
Η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ που ψήφισε και η ΝΔ
Η Βουλή ασκεί τη δίωξη εναντίον όσων διετέλεσαν μέλη της κυβέρνησης, για ποινικά αδικήματα που τέλεσαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους. Η πρόταση για δίωξη υποβάλλεται από 30 τουλάχιστον βουλευτές και για να ασκηθεί δίωξη πρέπει να ψηφιστεί από την πλειοψηφία όλων των βουλευτών. Δηλαδή με 151 ψήφους. Η προκαταρκτική εξέταση γίνεται από βουλευτές, το πόρισμα πάει μετά στην Ολομέλεια και αυτή αποφασίζει για το αν θα ασκηθεί ή όχι δίωξη. Και πάλι χρειάζονται 151 βουλευτές. Εφόσον αποφασιστεί να ασκηθεί δίωξη, μετά αναλαμβάνει η τακτική Δικαιοσύνη. Η Βουλή πάντως μπορεί να ανακαλέσει τη δίωξη.
Η διάταξη του Συντάγματος που ισχύει σήμερα
Η Βουλή ασκεί τη δίωξη για τους πρώην υπουργούς και υφυπουργούς. Η πρόταση για δίωξη γίνεται από τουλάχιστον 30 βουλευτές. Συγκροτείται προανακριτική επιτροπή και η απόφαση πηγαίνει στην Ολομέλεια, η οποία αποφασίζει για την άσκηση ή όχι της δίωξης. Απαιτείται πλειοψηφία 151 βουλευτών. Η άσκηση δίωξης όμως μπορεί να γίνει μέχρι το πέρας της δεύτερης τακτικής συνόδου της βουλευτικής περιόδου που αρχίζει μετά την τέλεση του αδικήματος… Δηλαδή έναν χρόνο μετά τις εκλογές από την ενδεχόμενη τέλεση του αδικήματος, αυτό έχει παραγραφεί. Την εκδίκαση της υπόθεσης αναλαμβάνει το Ανώτατο Ειδικό Δικαστήριο που συγκροτείται από δικαστές του Αρείου Πάγου και του Συμβουλίου της Επικρατείας. Μαζί με τον κατηγορούμενο πολιτικό συμπαρασύρονται και οι συμμέτοχοι.
Κατρούγκαλος: Θέλουμε μια Συνταγματική Αναθεώρηση όχι κουτοπόνηρη αλλά προοδευτική
Την ανάγκη να επιδείξουν όλα τα κόμματα υπευθυνότητα ώστε να καταλήξουν σε μια Συνταγματική Αναθεώρηση μέσα από ευρύτατες συναινέσεις, τόνισε ο γενικός εισηγητής του ΣΥΡΙΖΑ, Γιώργος Κατρούγκαλος.
«Πρέπει να αποφύγουμε τα διαδικαστικά τεχνάσματα, να συζητήσουμε με ειλικρίνεια ώστε να έχουμε μια Αναθεώρηση του Συντάγματος όχι κουτοπόνηρη, αλλά δημοκρατική, φιλελεύθερη και κοινωνική, με ενίσχυση των κοινωνικών και ατομικών δικαιωμάτων», ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Κατρούγκαλος.
Ταυτόχρονα, χαρακτήρισε «κρίσιμες και με προοδευτικό πρόσημο» τις προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ για συνταγματική καθιέρωση της απλής αναλογικής σε εθνικές και αυτοδιοικητικές εκλογές, τα δημοψηφίσματα και το διακριτό ρόλο Εκκλησίας-Κράτους.
Ο κ. Κατρούγκαλος αναφερόμενος στο άρθρο 110 επανέλαβε την άποψη ότι και οι δύο Βουλές είναι Αναθεωρητικές και ότι η πρώτη Αναθεωρητική Βουλή προσδιορίζει και την κατεύθυνση των αναθεωρητέων άρθρων και δεσμεύει την επόμενη Βουλή.
Ταυτόχρονα, χαρακτήρισε «άτοπο», «συνταγματικά ανόητο» και «απολύτως ανεύθυνο» την αντίθετη άποψη που εξέφρασε ο αρχηγός της ΝΔ, Κυριάκος Μητσοτάκης και τόνισε: «Θα καθιστούσε πολιτικό παίγνιο την Αναθεώρηση αυτή η άποψη. Ο συνταγματικός νομοθέτης θέλει αυξημένες και ευρύτερες πλειοψηφίες για να υπάρχουν ευρύτερες συναινέσεις στη διάρκεια του χρόνου και παρεμβολή του εκλογικού σώματος για να δώσει το τελικό αποτέλεσμα στην επόμενη Βουλή. Δεν μπορεί να είναι απολύτως χωρίς κατεύθυνση η απόφαση της πρώτης Βουλής. Δεν μπορεί άλλα να λέει η πρώτη Βουλή και άλλα η επόμενη».
Ακόμα, σχολιάζοντας την υπερψήφιση από τη ΝΔ της πρότασης του ΣΥΡΙΖΑ για το άρθρο 32, που αφορά την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας, ο κ. Κατρούγκαλος έκανε λόγο για «πονηριά της ΝΔ που έφθασε το πολιτικό παίγνιο στα άκρα».
«Ενώ συμφωνεί στην αποσύνδεσή της από τη διάλυση της Βουλής, δεν συμφωνεί με τις συνεχείς κοινοβουλευτικές προσπάθειες και προτείνει μικρότερη κοινοβουλευτική πλειοψηφία. Θεωρεί η ΝΔ ότι δεν δεσμεύει η παρούσα Βουλή την επόμενη, αλλά το χειρότερο είναι ότι η δική της ψήφο δεν δεσμεύει την ίδια. Αυτό αποτελεί παραβίαση του άρθρου 110 και εκφυλισμό της διαδικασίας με τεχνάσματα», τόνισε χαρακτηριστικά ο κ Κατρούγκαλος.
«Όλα τα κόμματα πρέπει να δείξουν υπευθυνότητα ώστε να έχουμε μια Αναθεώρηση όχι κουτοπόνηρη αλλά δημοκρατική, φιλελεύθερη και κοινωνική με ενίσχυση των κοινωνικών και ατομικών δικαιωμάτων», πρόσθεσε.
«Αυτή η Αναθεώρηση του Συντάγματος πέρα από ιστορική συμπίπτει και με την επιστροφή της χώρας στην κανονικότητα και στην πλήρη ανάκτηση της κυριαρχίας της μετά από μια κρίσιμη περίοδο που δεν την περιόρισε μόνο θεσμικά αλλά χαρακτηρίζεται και από μια αλλαγή. Από κράτος οφειλέτης η χώρα μας έγινε κράτος πρωταγωνιστής της ειρήνης και της ασφάλειας», υπογράμμισε ο κ. Κατρούγκαλος και πρόσθεσε: «Αναθεώρηση του Συντάγματος δεν σημαίνει επιστροφή στο παρελθόν και στο καθεστώς της παθογένειας με φαινόμενα πελατειασμού σύμφυτα με το πολιτικό σύστημα. Διεξάγεται σε μια περίοδο όπου στην Ευρώπη βρισκόμαστε μπροστά σε διλημματικές επιλογές όπου συγκρούονται δύο απόψεις. Οι εθνικιστικές και η άποψη η δική μας για μια Ευρώπη των ελευθεριών και των ατομικών και κοινωνικών δικαιωμάτων».
Ο κ. Κατρούγκαλος αναφέρθηκε στις εργασίες της Επιτροπής Αναθεώρησης δίνοντας εύσημα τόσο στον πρόεδρό της, Νίκο Παρασκευόπουλο, όσο και στους εισηγητές και κοινοβουλευτικούς εκπροσώπους των κομμάτων της αντιπολίτευσης για την ποιότητα και το επίπεδο που κράτησαν.
Στάθηκε ιδιαίτερα στον γενικό εισηγητή της ΝΔ, Κώστα Τασούλα, σημειώνοντας ότι κράτησε τις ακραίες φωνές του κόμματός του, που ζητούσαν ακόμα και την αποχώρηση της ΝΔ για το άρθρο 16, στο οποίο διαφωνεί ο ΣΥΡΙΖΑ».
Ο κ. Κατρούγκαλος χαρακτήρισε κρίσιμο ζήτημα τη συναίνεση των κομμάτων για αλλαγές στα άρθρα 86 και 62, γιατί όπως είπε, ήταν σύμφυτες της διαπλοκής και της απαράδεκτης ασυλίας των υπουργών.
«Ο ΣΥΡΙΖΑ ψήφισε τις προτάσεις της ΝΔ για διεύρυνση των δικαιωμάτων της αντιπολίτευσης και τη δυνατότητα της να θεσπίζει Εξεταστικές Επιτροπές, μπορούμε να έχουμε συγκλίσεις και σε εκείνα τα θέματα που έγιναν υπερώριμα, όπως η τιμή της πολιτικής και η διακριτότητα των ρόλων κράτους – εξουσίας», σημείωσε.
Παράλληλα, υπεραμύνθηκε της διαφωνίας του ΣΥΡΙΖΑ στη συνταγματική καθιέρωση ισοσκελισμένων προϋπολογισμών, ενώ σημείωσε ότι η ΝΔ στάθηκε απέναντι στις προτάσεις του για άμεση δημοκρατία και ατομικά δικαιώματα, όπως και απέναντι στην απαγόρευση των διακρίσεων λόγω φύλου και σεξουαλικού προσανατολισμού.
Ο κ. Κατρουγκάλος επιτέθηκε στον αρχηγό της ΝΔ, ο οποίος, όπως είπε, με δηλώσεις του εμφανίζεται να αντιλαμβάνεται τα θεσμικά αντίβαρα σε επίπεδο ελίτ και όχι λαού.
«Το Σύνταγμα δεν είναι ένα ουδέτερο κείμενο αλλά αποτυπώνει τους αγώνες του λαού και εμείς θέλουμε να έχει προοδευτικό πρόσημο. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να επέμβουμε θεσμικά στα τραύματα που έφερε στο Σύνταγμα η περίοδος των μνημονίων, που έφερε ένα “παρασύνταγμα” και μειωμένη κυριαρχία της χώρας, με τους κανόνες που επιβλήθηκαν κυρίως στα κοινωνικά θέματα και στην έκφραση της λαϊκής κυριαρχίας», υπογράμμισε.
Ως πρώτη κατεύθυνση της Αναθεώρησης του Συντάγματος ο κ. Κατρούγκαλος έθεσε «την ενίσχυση της Δημοκρατίας που σημαίνει πλήρης ανάκτηση της κυριαρχίας σε επίπεδο Βουλής και ενίσχυση της άμεσης δημοκρατίας».
«Η δεύτερη διάσταση της Αναθεώρησης θέλουμε να είναι η ενίσχυση του φιλελευθερισμού. Ο χαρακτήρας του Συντάγματος αφορά τα κοινωνικά και ατομικά δικαιώματα που πρέπει να ενισχύσουμε», είπε και πρόσθεσε ότι ο σύγχρονος ευρωπαϊκός τρόπος για τη λειτουργία του κράτους είναι η πρόνοια.
Μίλησε ακόμα για εμβληματικές προτάσεις του ΣΥΡΙΖΑ, όπως είναι η καθιέρωση της απλής αναλογικής, που ενισχύσει τη λαϊκή κυριαρχία, και η εποικοδομητική πρόταση δυσπιστίας, η ιδιότητα του πρωθυπουργού, που πρέπει να είναι βουλευτής, και οι περιορισμένες βουλευτικές θητείες, επισημαίνοντας ότι «δεν θέλουμε τεχνοκρατία αλλά δημοκρατία».
Ιδιαίτερα κρίσιμο θέμα χαρακτήρισε και τον διακριτό ρόλο Κράτους-Εκκλησίας, σημειώνοντας ότι «έχουμε φθάσει στη θεσμική ωριμότητα ώστε με πλήρη σεβασμό στην Εκκλησία της Ελλάδος να προχωρήσει».
Τασούλας: Θέλουμε Σύνταγμα ευθύνης και όχι Σύνταγμα δημαγωγίας
«Το δίλημμα αυτής της αναθεώρησης, είναι αν θα πάμε σε ένα Σύνταγμα ευθύνης, με ευρεία και τολμηρή αναθεώρηση, που προτείνει η ΝΔ, ή σε ένα Σύνταγμα δημαγωγίας, ένα σύνταγμα εργαλειοποίησης της προεκλογικής αγωνίας και μετεκλογικής απόγνωσης του ΣΥΡΙΖΑ», ανέφερε ο εισηγητής της ΝΔ Κώστας Τασούλας, στη συζήτηση που γίνεται στην Ολομέλεια για την Αναθεώρηση του Συντάγματος.
Ο κ. Τασούλας επεφύλασσε επικριτική στάση στην πρόταση αναθεώρησης που φέρει την υπογραφή του κυβερνώντος κόμματος, και αυτό γιατί, όπως προειδοποιεί η ΝΔ, ο ΣΥΡΙΖΑ «προτείνει ένα Σύνταγμα… ευτυχίας», που «δεν έχει διδαχθεί τίποτα» για τους λόγους που η χώρα οδηγήθηκε σε de facto χρεοκοπία.
«Η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ αποδεικνύει ότι τίποτα δεν διδάχθηκαν από την προ κρίσης περίοδο, η οποία οδήγησε τη χώρα στη de facto χρεοκοπία. Και τώρα που έχουμε διδαχθεί και έχουμε υποστεί όλα όσα έχουμε υποστεί από τη χρεοκοπία, έρχεται η πρόταση του ΣΥΡΙΖΑ να προτείνει ένα Σύνταγμα ευτυχίας, και παραβλέπει ότι τα κοινωνικά και ατομικά δικαιώματα υποστηρίζονται από άλλες παραμέτρους που αφορούν τη δημοσιονομική υπόσταση και δημοσιονομική ισχύ της χώρας», είπε ο εισηγητής της ΝΔ.
Στο πλαίσιο αυτό ο Κώστας Τασούλας υπογράμμισε ότι «πρέπει να ενισχυθούν συνταγματικές διατάξεις που κατοχυρώνουν δημοσιονομικά αντερείσματα στα κοινωνικά δικαιώματα», «πρέπει και μπορεί το Σύνταγμα να προστατεύσει τη χώρα από την επανάληψη της κατάρρευσης, όχι για να είναι νεοφιλελεύθερο, αλλά για να είναι κοινωνικό και για να μπορεί να προστατεύσει τα κοινωνικά δικαιώματα, στην υγεία, στην εργασία, στην ασφάλιση, παντού».
«Η πρόταση της ΝΔ προσγειωμένη και ρεαλιστική και αποσκοπεί στην βελτίωση της λειτουργικότητας του τρισυπόστατου κράτους (νομοθετική λειτουργία, εκτελεστική εξουσία και δικαστική), για αποτελεσματικότερη και αξιοκρατικότερη διοίκηση, για ταχύτερη απονομή δικαιοσύνης χωρίς κυβερνητικό έλεγχο στην ηγεσία της δικαιοσύνης και για να υπάρξουν καλύτερες μορφές νομοθέτησης, χωρίς το κατάντημα των επειγόντων νομοσχεδίων και το μπαράζ τροπολογιών», είπε ο εισηγητής της ΝΔ.
Η ΝΔ, όπως ανέπτυξε ο εισηγητής της, προτείνει:
– Δυνατότητα ίδρυσης ιδιωτικών πανεπιστημίων υπό αυστηρό έλεγχο ανεξάρτητης αρχής και ταυτόχρονα αναβάθμιση και αναγνώριση της αυτοτέλειας των δημόσιων πανεπιστημίων. Μαζί προτείνει την ίδρυση πρότυπων σχολικών δομών, σε όλες τις βαθμίδες της υποχρεωτικής εκπαίδευσης, σε κάθε περιφέρεια της χώρας.
– Παραχώρηση εκτενών αρμοδιοτήτων στους ΟΤΑ και αυτοτελείς πόρους για την εκπλήρωση των σκοπών τους.
– Περιορισμό των λόγων πρόωρης διάλυσης της Βουλής ώστε οι εκλογές να διεξάγονται, κατά κανόνα, σε τακτικό χρόνο ανά τετραετία, να κατοχυρώνεται η κυβερνητική σταθερότητα και άρα η οικονομική ανάπτυξη και η κοινωνική αλληλεγγύη ως συνεπαγόμενα αυτής.
– Καθιέρωση ασφαλούς φορολογικού περιβάλλοντος με απαγόρευση αναδρομικής επιβολής οποιουδήποτε βάρους, αναγνώριση της ευρωπαϊκής προοπτικής της χώρας, κατοχύρωση των όρων ελεύθερου ανταγωνισμού, εισαγωγή όρων αναπτυξιακής προοπτικής και προστασία περιβαλλοντικού ισοζυγίου.
– Αναβάθμιση, αξιοκρατία, αμεροληψία της δημόσιας διοίκησης και ισότητα ευκαιριών όλων των πολιτών.
– Αναγνώριση ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος.
– Αναβάθμιση του επιπέδου ανεξαρτησίας των δικαστικών λειτουργών με την αποκοπή της επιλογής των ηγεσιών των ανωτάτων δικαστηρίων, από την εκτελεστική εξουσία.
– Μέτρα αποκατάστασης της λειτουργίας του Κοινοβουλίου, με κανόνες καλής νομοθέτησης.
– Απλοποίηση αναθεωρητικής διαδικασίας με τη διατήρηση του αυστηρού χαρακτήρα του Συντάγματος. Η «πενταετής αδράνεια» να αφορά μόνο στα αναθεωρημένα άρθρα.
Ο Κώστας Τασούλας αναφέρθηκε και στην «επίμαχη» άποψη ότι η προτείνουσα Βουλή δεσμεύει την Αναθεωρητική Βουλή, ως προς το σύνολο του περιεχομένου. Όπως υπογράμμισε, τόσο η επιστήμη όσο και η πρακτική, μέχρι σήμερα, ακολουθούν την άποψη ότι η προτείνουσα Βουλή δηλοί την αναγκαιότητα αναθεώρησης, αλλά το περιεχόμενο είναι προνόμιο της επόμενης Βουλής. Αυτό κυρίως γιατί μεσολαβεί ο κυρίαρχος λαός, από τη μια Βουλή στην άλλη με τις εκλογές, και άρα επιλέγοντας ποιο κόμμα θα είναι πλειοψηφία, ο λαός τοποθετείται στο περιεχόμενο που πρέπει να έχει η αναθεώρηση. Με άλλα λόγια η Αναθεωρητική Βουλή δεν δεσμεύεται ως προς το περιεχόμενο της αναθεώρησης από τις προτάσεις τις παρούσας Βουλής.
Ενδιαφέρουσα είναι και επισήμανση του Κώστα Τασούλα για τα άρθρα στα οποία ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ συμφωνούν στην ανάγκη της αναθεώρησης (σ.σ. αποσύνδεση διάλυσης της Βουλής από την εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας, μείωση δικαστικών προνομίων για βουλευτές). «Μιλάτε για τη διάλυση της Βουλής. Λησμονείτε ότι πριν από 4 χρόνια χρησιμοποιήσατε την εκλογή Προέδρου για να είστε σήμερα κυβέρνηση. Η ΝΔ προτείνει σύνταγμα λειτουργικό, με εκτεταμένη και λειτουργική αναθεώρηση που αφορά και την κυβερνητική σταθερότητα, και την οικονομική ανάπτυξη και την κοινωνική αλληλεγγύη. Αποποιείται κάθε δημαγωγία, και την επιστροφή στις κακές συνήθειες του παρελθόντος», είπε ο βουλευτής της ΝΔ.
Λοβέρδος: Υπερίσχυσαν τα εσωτερικά θέματα του πολιτικού συστήματος, έναντι του πολίτη
Σε συνθήκες πολιτικής και κοινωνικής ανυποληψίας κινήθηκαν η διαδικασίες αναθεώρησης του Συντάγματος, ανέφερε ο εισηγητής της ΔΗΣΥ, Ανδρέας Λοβέρδος, επισημαίνοντας ότι υπερίσχυσαν στην διαδικασία οι ανοικτοί λογαριασμοί των κομμάτων με το εκλογικό σώμα, οι επιστημονικές προτιμήσεις, οι ιδεοληψίες, τα εσωτερικά θέματα του πολιτικού μας συστήματος.
«Ενώ, η μόνη κοφτερή αιχμή σήμερα, όπως είπα από την πρώτη στιγμή, θα ήταν η επικέντρωσή της στον πολίτη με όλες τις ιδιότητές του: ως πολιτικώς συμμετέχοντος, ως διοικουμένου, ως διαδίκου, ως οικονομικού υποκειμένου, ως φορέα δικαιωμάτων, δεν εισακούστηκα», είπε ο κ. Λοβέρδος.
Ξεκαθαρίζοντας την στάση του κόμματός του κατά την ψηφοφορία, είπε ότι οι βουλευτές της ΔΗΣΥ θα συμμετέχουν στην ψηφοφορία αλλά με έναν μόνο βουλευτή, ούτως ώστε να προκύπτουν τα «ναι» και τα «όχι» τους, δίχως όμως να καταστήσουν την Αναθεώρηση μικροκομματική υπόθεση του νικητή των επερχόμενων βουλευτικών εκλογών. Εξήγησε ότι η ΔΗΣΥ έχει 20 βουλευτές κι όχι 50, υπέβαλλε προτάσεις που, ωστόσο, δεν συγκέντρωσαν τον αριθμό «50», που είναι απαραίτητος για την υποβολή επισήμως κατά το Σύνταγμα, προτάσεων για την Αναθεώρηση, ούτως ώστε να τεθούν αυτές σε ψηφοφορία. ‘Αρα – όπως είπε – «είμαστε υποχρεωμένοι να συμμετάσχουμε στην ψηφοφορία που θα διεξαχθεί, με βάση όμως τις προτάσεις των άλλων». Πάντως, απευθυνόμενος προς τους βουλευτές όλων των κομμάτων, αλλά πρωτίστως σε εκείνους του ΣΥΡΙΖΑ, επισήμανε: «Είστε που είστε χορηγοί της Νέας Δημοκρατίας σε επίπεδο ψήφων των πολιτών, μην καταστείτε χορηγοί της και στο θέμα της αναθεώρησης του Συντάγματος».
Τί πρέπει να αλλάξει στο Σύνταγμα
Κατά την τοποθέτησή του στην Ολομέλεια, ο Ανδρέας Λοβέρδος κατέθεσε τις θέσεις της ΔΗΣΥ για το τί πρέπει να αλλάξει στο Σύνταγμα.
– Σχετικώς με τα άρθρα 86 περί ευθύνης υπουργών και 62 περί ασυλίας, που αφορούν δηλαδή στην “τιμή του πολιτικού κόσμου”, η ΔΗΣΥ προτείνει την αντιστροφή της λογικής του άρθρου 62, δηλαδή ο βουλευτής έχει το ακαταδίωκτο, ως θεσμική εγγύηση, μόνο εάν ο ίδιος το ζητήσει. Ως προς το άρθρο 86 η ΔΗΣΥ προτείνει την αναθεώρησή του μετά λόγου γνώσεως, ενώ – όπως είπε ο κ. Λοβέρδος – “η σημερινή πλειοψηφία-μειοψηφία του ΣΥΡΙΖΑ προχωρά ανεπιγνώστως” και από την άλλη, απεργάζεται διώξεις πολιτικών αντιπάλων.
– Σχετικώς με τα άρθρα περί Προέδρου της Δημοκρατίας, ο κ. Λοβέρδος είπε ότι όσοι προτείνουν άμεση εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας, εισηγούνται μια αντιδημοκρατική οπισθοδρόμηση και προτείνουν την επαναφορά του διχασμού. «Διχασμός, όμως, είναι η ευκολία για κάποιους μέσα στη δυσκολία, προκειμένου να αντλήσουν εκλογικά οφέλη. Η άμεση εκλογή εξοπλίζει τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας με υπερβολική πολιτική ισχύ, ακόμη κι αν δεν έχει αρμοδιότητες. Και αυτή με τη σειρά της οδηγεί σε πολιτικές κρίσεις, οι οποίες θα μετατρέπονται σε πολιτειακές» είπε και ξεκαθάρισε ότι «Όχι, λοιπόν, στην άμεση εκλογή Προέδρου της Δημοκρατίας. Ναι, σε μια λελογισμένη αύξηση των ρυθμιστικών του αρμοδιοτήτων, όπως η διεύρυνση της αρμοδιότητάς του να αναπέμπει σχέδια νόμου και να εκφωνεί διαγγέλματα δίχως προσυπογραφή».
Ακόμη ο Ανδ. Λοβέρδος είπε “Όχι” σε δημοψηφίσματα κατά την εφαρμογή του άρθρου 28 του Συντάγματος, επικαλούμενος το “νόθο δημοψήφισμα” του Ιουλίου του 2015, και την ανάγνωση του ερωτήματος που ετέθη στον ελληνικό λαό η οποία – όπως είπε – αρκεί, από μόνη της, για να εξηγήσει την απόρριψη της πρότασης του ΣΥΡΙΖΑ.
– Για την ενότητα που αφορά στις Σχέσεις Κράτους-Εκκλησίας, ο κ. Λοβέρδος είπε “ναι” στην ερμηνευτική δήλωση στο άρθρο 3 του Συντάγματος, ότι η ανακήρυξη της επικρατούσας θρησκείας δεν μπορεί να αποτελεί βάση για διακρίσεις. Τόνισε δε ότι “η υποχώρηση του ΣΥΡΙΖΑ, εν προκειμένω, είναι άτακτη, αφού δεν προτείνει ούτε το διαχωρισμό Κράτους-Εκκλησίας, ούτε την αναθεώρηση του άρθρου 16§2 περί θρησκευτικού περιεχομένου στην εκπαιδευτική διδασκαλία”.
– Στην τέταρτη ενότητα “περί δικαιωμάτων” ξεκαθάρισε ότι το κόμμα του, λέει “ναι” στην αναθεώρηση του άρθρου 16§5 περί ίδρυσης μη κρατικών, μη κερδοσκοπικών Α.Ε.Ι., “ναι” στην πρόβλεψη περί ελάχιστου εγγυημένου εισοδήματος και συλλογικών διαπραγματεύσεων, “ναι” στην πρόθεση στο άρθρο 5§2 της απαγόρευσης των διακρίσεων λόγω σεξουαλικών προτιμήσεων, αλλά – όπως επισήμανε – με μία διατύπωση που να επιτρέπει το ερμηνευτικό συμπέρασμα, πως απαγορεύονται όλες οι διακρίσεις και οι αναφερόμενες, μνημονεύονται ενδεικτικά, ναι στην διαζευκτική παροχή όρκου ή διαβεβαίωσης προ της ανάληψης των καθηκόντων του Προέδρου της Δημοκρατίας, των Βουλευτών, των Υπουργών.
– Αναφορικώς με την “σχέση πολίτη-πολιτικής”, ο Ανδρέας Λοβέρδος τόνισε ότι πρέπει να αναβαθμιστεί και λύση δεν είναι τα δημοψηφίσματα, ούτε η άμεση εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας. Έτσι η ΔΗΣΥ, προτείνει την απρόσκοπτη παρουσία των πολιτών στις αναφορές στη Βουλή, τη σύσταση Εξεταστικών Επιτροπών ως δικαιώματος και της μειοψηφίας, τη θέσπιση της λαϊκής νομοθετικής πρωτοβουλίας, την αλλαγή των νόμων που αφορούν μεγάλες επενδύσεις μόνο με αυξημένη πλειοψηφία και, τέλος, του σταθερού τετραετή πολιτικού κύκλου. «Είναι, άλλωστε, πασίγνωστο, πως ο σταθερός οικονομικός κύκλος προϋποθέτει το σταθερό πολιτικό κύκλο» είπε χαρακτηριστικά.
– Σχετικώς με την ενότητα που «αφορά τον πολίτη ως διάδικο και ως διοικούμενο», Διοίκηση-Δικαιοσύνη, δηλαδή, ο εισηγητής της ΔΗΣΥ είπε πως η μεγαλύτερη απογοήτευση από τους βουλευτές της “πλειοψηφίας μειοψηφίας” του ΣΥΡΙΖΑ, προκύπτει από την ενότητα αυτή.
«Άρθρα 36 τον αριθμό, μεταξύ των οποίων και το άρθρο 110 του Συντάγματος περί της αναθεώρησής του και η πλειοψηφία τηρεί σιγή ιχθύος. Εμείς προτείναμε την καθιέρωση αποκλειστικών προθεσμιών στη Διοίκηση προκειμένου τα όργανα της να λαμβάνουν απόφαση μη υφαρπάζοντας το χρόνο των διοικουμένων, τη δυνατότητα πρόσληψης εξωτερικών βοηθών-δικαστών, την expressis verbis καθιέρωση της αρχής της ταχείας απονομής της Δικαιοσύνης, τη δυνατότητα να καταθέτουν προτάσεις νόμων οι Ο.Τ.Α., τη θέσπιση ειδικού καθεστώτος για τη στελέχωση της Δοίκησης, τον έλεγχο της συνταγματικότητας των νόμων απευθείας από τις Ολομέλειες των Ανωτάτων Δικαστηρίων, εν πολλοίς τη νίκη κατά της γραφειοκρατίας! Προτείναμε, επίσης, την αναβάθμιση των στρατοδικείων, την κατάργηση του Μισθοδικείου, αλλά και τη συντόμευση του χρόνου ανάμεσα σε δύο αναθεωρήσεις του Συντάγματος. Εις μάτην! Η πλειοψηφία-μειοψηφία του ΣΥΡΙΖΑ αγρόν ηγόραζε» τόνισε ο κ. Λοβέρδος.
– Αναφορικώς με τα θέματα του δικαστικού ελέγχου της Αναθεώρησης, ο Ανδρέας Λοβέρδος επανέλαβε ότι η αναθεωρητική Βουλή δεν δεσμεύεται από τις λεγόμενες «κατευθύνσεις» της προτείνουσας. Και η πρακτική της εκάστοτε προτείνουσας Βουλής από τη δεκαετία του 1980, προσαρμόστηκε σε αυτή τη συνταγματική δεοντολογία. Οι Επιτροπές της Αναθεώρησης των προτεινουσών Βουλών με λακωνικότατο τρόπο έδιναν κάποιες κατευθύνσεις στις αναθεωρητικές Βουλές, αλλά οι Ολομέλειες της Βουλής με ονομαστική ψηφοφορία αποφάσιζαν μόνο για ειδικές διατάξεις και τίποτε περισσότερο.
ΚΚΕ: «Όχι» σε διαδικασίες «ψεκάστε, σκουπίστε, τελειώσατε»
Στην αρχή της συνεδρίασης ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΚΚΕ, Θανάσης Παφίλης, τόνισε πως δεν μπορεί να συζητηθεί η συνταγματική αναθεώρηση με διαδικασίες «ψεκάστε σκουπίστε τελειώσατε», επισημαίνοντας πως η συζήτηση θα έπρεπε να διαρκέσει πέντε ημέρες και να προβλέπει και θεματικές ενότητες για να γίνει ουσιαστική συζήτηση.
Η συζήτηση αφορά τις προτάσεις αναθεώρησης που έχουν καταθέσει ΣΥΡΙΖΑ και ΝΔ, καθώς είναι αυτές που συγκέντρωσαν τις υπογραφές 50 βουλευτών, όπως απαιτείται. Οι προτάσεις που θα ψηφιστούν σε αυτήν τη φάση, θα συζητηθούν στη δεύτερη συνεδρίαση της Ολομέλειας που έχει προγραμματιστεί να γίνει στα μέσα του Μάρτη και θα είναι αυτή η οποία θα έχει τον τελικό λόγο για τις προτάσεις αναθεώρησης του Συντάγματος που θα τεθούν στην κρίση της επόμενης, λεγόμενης αναθεωρητικής, Βουλής.
Όσες διατάξεις λάβουν αυξημένη πλειοψηφία 180 βουλευτών θα μπορούν στην επόμενη Βουλή να αναθεωρηθούν με τις ψήφους 151 βουλευτών. Αντίθετα όσες διατάξεις συγκεντρώσουν στην ψηφοφορία του επόμενου μήνα πλειοψηφία 151 βουλευτών, για να αναθεωρηθούν στην επόμενη Βουλή θα χρειαστεί αυξημένη πλειοψηφία 180 βουλευτών.
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]