Ειδικότερα, ο γενικός εισαγγελέας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Μελκιόρ Γουατλέ εισηγήθηκε χθες στην Ολομέλεια των Ευρωπαίων δικαστών να υποχρεώσει την Ελλάδα:
– Στην καταβολή κατ’ αποκοπήν προστίμου 13 εκατ. ευρώ.
– Στην καταβολή εξαμηνιαίου προστίμου ύψους 9,5 εκατ. ευρώ, το οποίο θα αρχίσει να ισχύει από την επόμενη μέρα της δεύτερης καταδίκης και θα προσαυξάνεται κατά 2 εκατ. ευρώ για κάθε εξάμηνο που καθυστερεί η συμμόρφωση της χώρας.
Με δεδομένη την παράβαση από ελληνικής πλευράς, θα πρέπει να θεωρείται βέβαιο ότι οι δικαστές θα ακολουθήσουν την εισήγηση του γενικού εισαγγελέα.
Σε σχέση με τα πρόστιμα, το κατ’ αποκοπήν θα καταβληθεί σε κάθε περίπτωση, ενώ το εξαμηνιαίο θα καταβληθεί μόνον εφόσον η Ελλάδα δεν συμμορφωθεί με τη δεύτερη καταδικαστική απόφαση του Δικαστηρίου. Η υπόθεση ΕΝΑΕ ξεκίνησε το 2008, όταν η Κομισιόν εξέδωσε απόφαση με την οποία ζήτησε από την Ελλάδα να ανακτήσει πάνω από 230 εκατομμύρια ευρώ παράνομων ενισχύσεων που χορηγήθηκαν στην ΕΝΑΕ μεταξύ 1996 και 2002 υπό μορφή δανείων, εγγυήσεων και εισφορών κεφαλαίου χωρίς προηγουμένως να εγκριθούν από τις Βρυξέλλες. Η εκτέλεση της παραπάνω απόφασης έπρεπε να γίνει μέσα σε τέσσερις μήνες, δηλαδή μέχρι τις 13 Δεκεμβρίου 2008, κάτι που δεν έγινε.
Μητσοτάκης στο υπουργικό: Δεν έχουμε την πολυτέλεια του εφησυχασμού
Στις 28 Ιουνίου 2012, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο στο οποίο προσέφυγε η Κομισιόν διαπίστωσε ότι η Ελλάδα παρέσχε μεν καθ’ όλη τη διάρκεια της αλληλογραφίας που διατήρησε με τις υπηρεσίες της Επιτροπής σημαντικό αριθμό πληροφοριών σχετικά με τα μέτρα, ωστόσο οι πληροφορίες αυτές δεν ανακοινώθηκαν εντός της προθεσμίας που έτασσε η απόφαση.
Το 2015, οι ελληνικές αρχές απέστειλαν στην ENΑΕ ένταλμα εισπράξεως ύψους 523 εκατ. ευρώ, το οποίο αντιστοιχούσε στο 80% περίπου του προς ανάκτηση ποσού. Στις 3 Φεβρουαρίου 2017 κίνησαν οι ελληνικές φορολογικές αρχές διαδικασία αναγκαστικής εκτέλεσης κατά των περιουσιακών στοιχείων της ΕΝΑΕ που συνδέονταν με τις εμπορικές της δραστηριότητες, στο πλαίσιο της οποίας κατάσχεσαν δύο πλωτές δεξαμενές στις 21 Μαρτίου 2017. Επιπλέον, στις 6 Φεβρουαρίου 2017, οι ελληνικές αρχές προέβησαν σε κατασχέσεις εις χείρας τριών τραπεζών στις οποίες διατηρούσε λογαριασμούς η ΕΝΑΕ. Εντούτοις, ελλείψει καταθέσεων, δεν ανακτήθηκε κανένα ποσό. Στις 27 Ιουνίου 2017, οι ελληνικές αρχές κάλεσαν την ΕΝΑΕ να ρυθμίσει το εναπομείναν 20% του ποσού της προς ανάκτηση ενίσχυσης (συμπεριλαμβανομένων των τόκων έως τις 30 Ιουνίου 2017), ήτοι 95 εκατ. ευρώ.
Στις 22 Φεβρουαρίου 2017, η Επιτροπή κατέθεσε στο Δικαστήριο δεύτερη προσφυγή κατά της Ελλάδας, θεωρώντας ότι ενώ πέρασαν 10 έτη από την πρώτη απόφαση η Ελλάδα δεν την είχε ακόμη εκτελέσει και, συνεπώς, δεν είχε συμμορφωθεί.
Με τις χθεσινές προτάσεις του, ο γενικός εισαγγελέας διαπιστώνει ότι οι ελληνικές αρχές δεν έχουν μέχρι στιγμής ανακτήσει κάποιο ποσό από τη μη συμβατή ενίσχυση. Αντιθέτως, το προς ανάκτηση ποσό προσαυξάνεται συνεχώς με τους σχετικούς τόκους και υπερέβαινε, κατά την επ’ ακροατηρίω συζήτηση (15/3/2018), τα 670 εκατομμύρια ευρώ, ήτοι περισσότερο από 2,6 φορές το αρχικό ποσό. Ως εκ τούτου, η Ελλάδα δεν εκτέλεσε την πρώτη απόφαση του Δικαστηρίου.
Οσον αφορά τις χρηματικές κυρώσεις, ο γενικός εισαγγελέας εξετάζει χωριστά το ζήτημα της σκοπιμότητας της καταδίκης της Ελλάδας στην καταβολή χρηματικής ποινής και εκείνο της καταβολής κατ’ αποκοπήν ποσού. Αρχικά, εκτιμά ότι η καταδίκη της Ελλάδας στην καταβολή χρηματικής ποινής συνιστά πρόσφορο μέσο για τη διασφάλιση της πλήρους εκτέλεσης της απόφασης της 28ης Ιουνίου 2012.
ΝΙΚΟΣ ΜΠΕΛΛΟΣ
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]