Επίσης, ο κ. Βίτσας τόνισε ότι τα 2,4 δισ. δολάρια, που υπολογίζει η αμερικανική πλευρά ως κόστος αναβάθμισης, αφορούν στα 123 από τα 153 αεροσκάφη που διαθέτει η Πολεμική Αεροπορία, υπογράμμισε ωστόσο ότι η Ελλάδα δεν μπορεί να υπερβεί το 1,1 δισ. ευρώ και εξέφρασε την εκτίμηση ότι τελικώς η αναβάθμιση θα αφορά σε 85 έως 95 αεροσκάφη, με χρονικό ορίζοντα ολοκλήρωσης του έργου το 2025.
«Έχουμε 153 αεροσκάφη. Άρα, από εκεί θα ξεκινήσει η βασική συζήτηση η οποία και αφορά σε ένα κομμάτι. Έχουμε δει τι μπορεί να γίνει. Τα βασικά χαρακτηριστικά της αναβάθμισης είναι προσδιορισμένα. Δηλαδή δεν θα παίξουμε. Αν θα πούμε κάτι περισσότερο, θα πούμε για τον αριθμό των αεροσκαφών. Μετά τις 3 Νοεμβρίου μπορεί να μπει κανείς στο Αμερικάνικο Κογκρέσο και να διαβάσει την επιστολή και θα αρχίσει αυτή η συζήτηση», είπε συγκεκριμένα προς την Επιτροπή ο κ. Βίτσας.
Αναφερόμενος στις δυνατότητες που έχει αυτή τη στιγμή η χώρα, «με βάση πάντως αυτά που έχει κάνει», ο αναπληρωτής υπουργός Άμυνας ξεκαθάρισε ότι για το συγκεκριμένο πρόγραμμα μπορεί να διαθέσει 1,1 δισ. ευρώ και συμπλήρωσε: «1,1 δισ. λίγο πάνω, λίγο κάτω, αν και δεν μπορούμε να είμαστε χουβαρντάδες εδώ». Εξήγησε επιπροσθέτως ότι «θα τα δώσουμε με τον προϋπολογισμό των Εξοπλιστικών που έχουμε σήμερα και με προβολή την επόμενη δεκαετία».
Ο κ. Βίτσας έκανε πάντως λόγο για «αδήριτη ανάγκη» αναβάθμισης των αεροσκαφών, επισημαίνοντας μάλιστα πως έχει καθυστερήσει η αναβάθμιση. «Έχουμε αργήσει, έχουμε καθυστερήσει, το λέω ξεκάθαρα, και αν θα έχουμε αναβαθμίσει από το 2019 και μετά 16-20 F16, στη λογική ότι θα αναβαθμίσουμε έναν αριθμό κοντά στα 100, θα έχουμε πλήρη αναβάθμιση περίπου ως 2023-2024» είπε χαρακτηριστικά.
Απάντησε δε αρνητικά στην ερώτηση του βουλευτή του ΣΥΡΙΖΑ Νίκου Φίλης για το αν απαιτείται νομοθετική ρύθμιση για τα αντισταθμιστικά ωφελήματα και ξεκαθάρισε προς τα μέλη της Επιτροπής ότι στην αναβάθμιση των F16 θα συμμετάσχει η ΕΑΒ και άλλες ιδιωτικές εταιρείες, ενώ πριν συμβεί αυτό, ειδικοί τεχνικοί από τη Ελλάδα θα μεταβούν στις ΗΠΑ για να δουν πως γίνεται η συναρμολόγηση. Ο κ. Βίτσας εξέφρασε την αισιοδοξία του ότι θα προωθηθεί το συνολικό τριετές πρόγραμμα εκσυγχρονισμού των Ενόπλων Δυνάμεων, λέγοντας χαρακτηριστικά «θα είμαστε καλά». Καταληκτικά ο αναπληρωτής υπουργός Άμυνας κατέστησε σαφές ότι «αυτήν τη στιγμή έχουμε πετύχει μια πολύ καλή απαίτηση και θα πετύχουμε ένα πολύ καλό οικονομικό αποτέλεσμα», σχετικά με το πρόγραμμα της αναβάθμισης των F16.
Παίρνοντας τον λόγο ο κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του ΣΥΡΙΖΑ, Νίκος Ξυδάκης, τόνισε ότι είναι ευκαιρία για την κυβέρνηση να λειτουργήσει με υποδειγματικό τρόπο διαφάνειας, ταχύτητας και αξιοπιστίας, και ανέφερε ότι τα εξοπλιστικά προγράμματα διαχρονικά κατέστησαν πηγή σκανδάλων, αδιαφανούς διαχείρισης και ολιγωρίας. Ακόμη, είπε πως πρέπει να επανέλθει η πρόταση περί μη υπολογισμού των αμυντικών δαπανών στο έλλειμμα, όπως συμβαίνει με τς δαπάνες για το Προσφυγικό, υπογραμμίζοντας ότι «δεν πρέπει οι αμυντικές δαπάνες να μετατραπούν σε κολάρο δημοσιονομικής ασφυξίας».
Ερωτήματα κυρίως για τον αριθμό των F16 που θα αναβαθμιστούν, τον χρόνο ολοκλήρωσης του έργου και για το τελικό κόστος της αμυντικής συμφωνίας Ελλάδας – ΗΠΑ απηύθυναν ο Θανάσης Δαβάκης, από τη ΝΔ, ο Ανδρέας Λοβέρδος και ο Θανάσης Θεοχαρόπουλος (από τη Δημοκρατική Συμπαράταξη), ο Γιώργος Μαυρωτάς (από το Ποτάμι) και ο Γιώργος Σαρίδης από την Ένωση Κεντρώων. Οι κ.κ. Λοβέρδος και Θεοχαρόπουλος μίλησαν για «ακαταστασία» στα όσα λέγονται για το κόστος της αναβάθμισης και ζήτησαν υπεύθυνη ενημέρωση και πληροφόρηση από την ηγεσία του ΥΕΘΑ, αλλά και τη διεξαγωγή συζήτησης στην Επιτροπή Εξοπλιστικών.
Ο Γιώργος Μαυρωτάς, ο οποίος τάχθηκε υπέρ της αναβάθμισης του στόλου των F16, έκανε λόγο για «ασαφές» κόστος αναβάθμισης, ενώ ζήτησε ενημέρωση και για τη βάση της Σούδας. «Ευχαριστούμε, κύριε υπουργέ, γιατί μας βοηθάτε να βγούμε από το πέλαγος της άγνοιας», είπε ο Νίκος Φίλης προς τον κ. Βίτσα. Ο Θόδωρος Δρίτσας ζήτησε την αναβάθμιση της επιτροπής Εξοπλιστικών Προγραμμάτων της Βουλής, ώστε να έχει την τεχνογνωσία για τα εξοπλιστικά προγράμματα και το κύρος, «για να την τρέμουν οι εκάστοτε υπουργοί Άμυνας».