Συγκεκριμένα, σε άρθρο του στην εφημερίδα “Δημοκρατία” ο κ. Παππάς σημειώνει ότι “το γεγονός ότι η αδειοδότηση δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμα, δεν σημαίνει και ότι τα κανάλια συνεχίζουν επί ΣΥΡΙΖΑ να μην πληρώνουν.Για την ακρίβεια, πληρώνουν μόνο επί ΣΥΡΙΖΑ. Σύμφωνα με στοιχεία της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), από το 2015 ως σήμερα, οι τηλεοπτικοί σταθμοί έχουν καταβάλει περί τα 90 εκατ. ευρώ για τέλη χρήσης συχνοτήτων και φόρο τηλεοπτικών διαφημίσεων -έναν φόρο που, αν και είχαν ψηφίσει, εμμονικά αρνούνταν να καταλογίσουν οι προηγούμενες κυβερνήσεις” τονίζει ο κ. Παππάς.
Αναφερόμενος στη διαδικασία, ο υπουργός Ψηφιακής Πολιτικής επισημαίνει ότι ο ορισμός της τιμής εκκίνησης από την Αρχή θα είναι στα 35 εκατ. ευρώ για κάθε μία από τις 7 δημοπρατούμενες άδειες, «ώστε το τελικό έσοδο για το Δημόσιο να μην υπολείπεται του εντυπωσιακού τιμήματος που είχε προκύψει από την περσινή διαδικασία. Εν ολίγοις, το ΕΣΡ καθόρισε τιμή εκκίνησης ίση με το ποσό που εξασφάλισε ο διαγωνισμός του Αυγούστου του 2016».
Ολόκληρο το άρθρο του Νίκου Παππα:
«Αν κάποιος επιχειρήσει μία γρήγορη ανασκόπηση στις περιόδους διακυβέρνησης πριν και μετά το 2015 θα βγάλει πολλά ενδιαφέροντα συμπεράσματα. Μεταξύ άλλων και για το πλαίσιο λειτουργίας των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης.
Αν ανασύρει, δε, στη μνήμη του σχόλια της κοινωνίας για τις σχέσεις των κυβερνητικών κομμάτων παλαιάς κοπής -της ΝΔ και του ΠΑΣΟΚ- με τα μίντια οι λέξεις διαπλοκή, ανομία και αλληλο-ομηρία θα επαναλαμβάνονται συνέχεια.
Αν ο ίδιος άνθρωπος δει, καθαρά και μακριά από τα προπαγανδιστικά μηνύματα των 8, την κατάσταση μετά το 2015, θα διαπιστώσει πως η παρούσα Κυβέρνηση ποτέ δεν εγκλωβίστηκε στο τρίγωνο της διαπλοκής, στο οποίο μετείχαν, εκτός από κόμματα και μίντια, και οι τράπεζες. Θα αντιληφθεί πως το μένος εναντίον οποιασδήποτε πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ πηγάζει από την απόφαση της νυν Κυβέρνησης να επιβάλει την εφαρμογή των νόμων, που έμεναν ανεφάρμοστοι για δεκαετίες, σε συνδυασμό με διαφανείς και ισότιμους όρους για όλους.
Ο διαγωνισμός για τη χορήγηση τηλεοπτικών αδειών είναι προ των πυλών. Οι ευθύνες που βαρύνουν ΝΔ και ΠΑΣΟΚ για την απώλεια υψηλότατων εσόδων από τη χρήση ενός σπάνιου δημόσιου πόρου, όπως το φάσμα, για 30 χρόνια και για τη δημιουργία ενός κλειστού κλαμπ καναλαρχών το ίδιο διάστημα, μπορεί να μην παραγράφονται, αλλά τώρα πρέπει να αξιοποιήσουμε μαζί τη μεγάλη ευκαιρία, καθώς έχουμε: ΕΣΡ το οποίο έχει μέχρι στιγμής δείξει αποτελεσματικότητα. Νόμο που συναντά ευρύτατη συναίνεση, παρά τα του αντιθέτου λεγόμενα. Κοινή γνώμη που προσδοκά την ολοκλήρωση της αδειοδότησης.
Στα σημαντικά της διαδικασίας καταγράφονται:
Ο ορισμός της τιμής εκκίνησης από την Αρχή στα 35 εκατ. ευρώ για κάθε μία από τις 7 δημοπρατούμενες άδειες, ώστε το τελικό έσοδο για το Δημόσιο να μην υπολείπεται του εντυπωσιακού τιμήματος που είχε προκύψει από την περσινή διαδικασία. Εν ολίγοις, το ΕΣΡ καθόρισε τιμή εκκίνησης ίση με το ποσό που εξασφάλισε ο διαγωνισμός του Αυγούστου του 2016.
Η επιβεβαίωση πως ο νέος διαγωνισμός θα πατήσει στο νόμο 4339/15.
Η διασφάλιση και η αύξηση των θέσεων εργασίας στα κανάλια με τη διατήρηση της πρόβλεψης για 400 εργαζόμενους ανά σταθμό.
Η μεταστροφή των κομμάτων της αντιπολίτευσης που πλέον στηρίζουν την πλειονότητα των άρθρων του νόμου μας.
Το γεγονός, όμως, ότι η αδειοδότηση δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμα, δεν σημαίνει και ότι τα κανάλια συνεχίζουν επί ΣΥΡΙΖΑ να μην πληρώνουν. Για την ακρίβεια, πληρώνουν μόνο επί ΣΥΡΙΖΑ. Σύμφωνα με στοιχεία της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ), από το 2015 ως σήμερα, οι τηλεοπτικοί σταθμοί έχουν καταβάλει περί τα 90 εκατ. ευρώ για τέλη χρήσης συχνοτήτων και φόρο τηλεοπτικών διαφημίσεων -έναν φόρο που, αν και είχαν ψηφίσει, εμμονικά αρνούνταν να καταλογίσουν οι προηγούμενες Κυβερνήσεις.
Είναι πολλά ή λίγα τα 90 εκατ. ευρώ, άραγε; Η απάντηση προκύπτει απλά αν αναλογιστεί κανείς τη λυσσαλέα επίθεση που δεχόμαστε από συγκεκριμένα μιντιακά κέντρα, τη διαστρέβλωση της πραγματικότητας που βιώνουμε εδώ και δυόμισι χρόνια, την έλλειψη αντικειμενικότητας. Αυτά από μόνα τους λένε πολλά.
Η δε κριτική ότι ο νόμος και ο διαγωνισμός δίνουν την εντύπωση ότι μας αφορά μόνο το χρήμα των εκδοτών, παραβλέπει το γεγονός ότι ο νόμος 4339/15 είναι ο πλέον αυστηρός σε σχέση με τις απαιτήσεις για υποδομές, εξοπλισμό, θέσεις εργασίας και πρόγραμμα.
Τα σχετικά άρθρα τα έχουν ψηφίσει και η ΝΔ και το ΠΑΣΟΚ. Συνεπώς οποιαδήποτε κριτική σε αυτό το σημείο είναι σκέτη και ακραία υποκρισία.
Επιπρόσθετα, προχωρούμε ταυτόχρονα στη ρύθμιση και τη μετάβαση του ραδιοφώνου στην ψηφιακή εποχή. Στο διαδίκτυο συγκροτήσαμε το μητρώο διαδικτυακών μέσων ενημέρωσης στο οποίο έχουν ήδη εγγραφεί σχεδόν 1.000 ιστοσελίδες.
Συγκροτούμε το μητρώο περιφερειακού Τύπου ώστε οι περιφερειακές εφημερίδες να μην εξαρτούν τη βιωσιμότητά τους από μία υπουργική απόφαση. Προχωρούμε, επίσης, στην εφαρμογή του νόμου, που υπήρχε αλλά ποτέ δεν εφαρμόστηκε, για κατανομή τουλάχιστον του 30% της διαφήμισης του στενού και ευρύτερου δημοσίου τομέα στα περιφερειακά μέσα.
Τελευταίο αλλά όχι έσχατο, είναι η εισαγωγή του γραμμικού κώδικα στις εφημερίδες και τα περιοδικά. Ένα θέμα που θερμά -και ορθά- στήριξε και η εφημερίδα σας. Τελειώνουν καπέλα και παιχνίδια εκδοτών και διακινητών του Τύπου, που επηρέαζαν τη διανομή της διαφημιστικής πίτας ή έπαιζαν με σοβαρές προσπάθειες στο χώρο της Ενημέρωσης.
Οι όροι διαφάνειας που τίθενται στο σύνολο των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης δεσμεύουν όλους μας. Βοηθούν όλους μας. Τις επιχειρήσεις του Τύπου και την Πολιτεία».
Πηγή: ΑΜΠΕ