Για «μαύρη σελίδα για τη Δημοκρατία μας», έκανε λόγο η Ν.Δ., ενώ ο επικεφαλής του Ποταμιού, Σταύρος Θεοδωράκης, μίλησε για «ντροπή για τη Δημοκρατία μας» και η Δημοκρατική Συμπαράταξη κατήγγειλε διά του Θ. Παπαθεοδώρου πως «η υπονόμευση των θεσμών από τους ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ. γίνεται κάθε μέρα και περισσότερο επικίνδυνη για τη Δημοκρατία».
Αντιμέτωπη για μία ακόμη φορά με συνολική καταδίκη της πολιτικής που ακολουθεί στο χώρο της Δικαιοσύνης, η κυβέρνηση επιχείρησε να αντεπιτεθεί, καταλογίζοντας στη Ν.Δ. και στον Κυριάκο Μητσοτάκη ότι «ψεύδονται, χυδαιολογούν και σπιλώνουν υπολήψεις».
Η σφοδρή πολιτική σύγκρουση ξεκίνησε με την καταγγελία της αξιωματικής αντιπολίτευσης πως «η ανάληψη των καθηκόντων της προϊσταμένης του νομικού γραφείου του κ. Τσίπρα από τη μέχρι πριν από μερικές ημέρες πρόεδρο του Αρείου Πάγου κ. Θάνου είναι μια μαύρη σελίδα για τη Δημοκρατία μας».
«Αποδεικνύεται έμπρακτα ότι για αυτήν την κυβέρνηση δεν υφίσταται στην πράξη καμία έννοια διάκρισης των εξουσιών. Οι κραυγές αγωνίας των δικαστών και των εισαγγελέων δεν συγκινούν την παρέα του Μαξίμου. Στην αγωνία τους να “εξυπηρετήσουν” και να “εξυπηρετηθούν” δεν κρατούν ούτε τα προσχήματα», πρόσθεσε η Πειραιώς και κατήγγειλε πως «η συνέχιση των παρεμβάσεων στη Δικαιοσύνη δυναμιτίζει το ίδιο το δημοκρατικό πολίτευμα της χώρας και αγγίζει πια τα όρια της θεσμικής εκτροπής».
«Η Ν.Δ., όλες οι δυνάμεις του δημοκρατικού τόξου μαζί με τη συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων πολιτών δεν θα τους το επιτρέψουμε. Θα σταθούμε απέναντι στα σκοτεινά τους σχέδια», κατέληξε η Ν.Δ.
Σύμφωνα με πληροφορίες, ο κ. Μητσοτάκης, από το βήμα της σημερινής συνεδρίασης της Πολιτικής Επιτροπής της Ν.Δ., θα δώσει συνέχεια στα ζητήματα αυτά, κατηγορώντας ευθέως τον πρωθυπουργό και κυβερνητικά στελέχη για τις «επιθέσεις τους εναντίον της Δικαιοσύνης». «Οι επιθέσεις αυτές αποκαλύπτουν την πιο σκοτεινή πλευρά μίας κυβέρνησης που εκτρέπεται στον αυταρχισμό», αναμένεται να τονίσει ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Θα μιλήσει εκ νέου για «βλάβη στη λειτουργία του κράτους και των θεσμών» και θα ξεκαθαρίσει, όπως επισημαίνεται από συνεργάτες του, ότι «η Ν.Δ. δεν θα επιτρέψει να κλονιστεί η εμπιστοσύνη της κοινωνίας στη Δικαιοσύνη και κάθε σχέδιο επηρεασμού ή χειραγώγησης της Δικαιοσύνης θα βρει τη Ν.Δ. απέναντι».
«Μόνο σαν αστείο μπορεί να φανεί το γεγονός ότι η πρόεδρος του Αρείου Πάγου, λίγες μέρες αφού εγκατέλειψε την κορυφαία θέση δικαστή στη χώρα, τοποθετείται στο γραφείο του κ. Τσίπρα. Το μήνυμα στους ανώτατους δικαστές είναι ένα: Συνεργάσου με την κυβέρνηση και εδώ είμαστε. Σήμερα στο γραφείο του κ. Τσίπρα, αύριο σε έναν οργανισμό, σε μια προεδρία, σε μια Ανεξάρτητη Αρχή», υπογράμμισε από την πλευρά του ο κ. Θεοδωράκης μιλώντας στην τηλεόραση του ΣΚΑΪ. Τόνισε πάντως ότι προφανώς «υπάρχουν δικαστές που αντιστέκονται και αυτό φαίνεται και από τις ανακοινώσεις των ενώσεών τους», ενώ υπογράμμισε την επιτακτική ανάγκη να «αποσυρθούμε όλοι από το χώρο της Δικαιοσύνης», καθώς, όπως είπε, «η δικαστική εξουσία, ίσως περισσότερο από κάθε άλλη εξουσία, είναι το τελευταίο αποκούμπι του πολίτη».
Ο τομεάρχης Δικαιοσύνης της Δημοκρατικής Συμπαράταξης, κ. Παπαθεοδώρου, τόνισε πως «η αλαζονεία της εξουσίας ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ. αποκαλύπτει, χωρίς ντροπή, τις σχέσεις εξάρτησης που είχε η τ. πρόεδρος του Αρείου Πάγου κ. Θάνου με τον κ. πρωθυπουργό».
«Σήμερα αποδεικνύεται ξεκάθαρα ότι η θεσμική και αντισυνταγματική εκτροπή που επιχειρήθηκε στο χώρο της Δικαιοσύνης, δυόμισι χρόνια τώρα, είχε εντολέα και εκτελεστικό όργανο. Αποκτά και επίσημη έδρα στο Μαξίμου, με τη διορισμένη πλέον κ. Θάνου στο ρόλο της άμισθης συμβούλου, γιατί το καθεστώς φαίνεται πως συνεχίζει να έχει ανάγκη τις υπηρεσίες της», συμπλήρωσε και κατέληξε: «Η υπονόμευση των θεσμών από τους ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝ.ΕΛ. γίνεται κάθε μέρα και περισσότερο επικίνδυνη για τη Δημοκρατία».
Απάντηση Μαξίμου
«Η Ν.Δ. και ο κ. Μητσοτάκης στην προσπάθειά τους να υποστηρίξουν με ακόμα ένα ανόητο επιχείρημα το αφήγημά τους περί δήθεν παρεμβάσεων στη Δικαιοσύνη ψεύδονται, χυδαιολογούν και σπιλώνουν υπολήψεις», υποστήριξε το γραφείο Τύπου του πρωθυπουργού και καταλόγισε στη Ν.Δ. «κοντή μνήμη», αφού -όπως ανέφερε- δεν είχε κανένα πρόβλημα όταν:
Φιντάν για ελληνοτουρκικά: Προτιμάμε συζήτηση - «πακέτο» για όλα τα θέματα και μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας
«Ο Χαράλαμπος Αθανασίου παραιτήθηκε από εν ενεργεία αντιεισαγγελέας του Αρείου Πάγου προκειμένου να μπει στο ψηφοδέλτιο επικρατείας της Ν.Δ. επί Αντώνη Σαμαρά και εν συνεχεία να αναλάβει χρέη υπουργού Δικαιοσύνης.
Ο πρώην πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας, Παναγιώτης Πικραμμένος, ως εν ενεργεία δικαστικός λειτουργός, την περίοδο 1991-1993 ήταν σύμβουλος του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, όπως έχει παραδεχθεί ο ίδιος, και μετά έγινε πρόεδρος του ΣτΕ!.
Σήμερα, δε, ως συνταξιούχος τέως πρόεδρος του ΣτΕ συνεχίζει να παρέχει τις νομικές του γνώσεις στον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης», υποστήριξε το Μέγαρο Μαξίμου, το οποίο αναφέρθηκε επίσης στον Κωνσταντίνο Μενουδάκο, σημειώνοντας ότι «επίσης ως εν ενεργεία δικαστικός λειτουργός, υπήρξε νομικός σύμβουλος της κυβέρνησης Σημίτη».
Αφού έκανε λόγο για «δεκάδες ανώτατους δικαστικούς λειτουργούς, οι οποίοι στο παρελθόν έχουν διατελέσει υπουργοί, νομικοί σύμβουλοι σε υπουργεία και έχουν υπηρετήσει στα νομικά γραφεία της Προεδρίας της Δημοκρατίας, στο Γραφείο Πρωθυπουργού και στη Γενική Γραμματεία της Κυβέρνησης», το Μαξίμου υποστήριξε ότι «απαιτεί τουλάχιστον θράσος από τη Ν.Δ. και τον κ. Μητσοτάκη να εγκαλεί την κυβέρνηση για την ανάληψη καθηκόντων από την πρώην πρωθυπουργό και πρόεδρο του Αρείου Πάγου μετά τη συνταξιοδότησή της, αλλά και σαφή προσβολή προς τα πρόσωπα των δικαστικών λειτουργών που αποφασίζουν κατόπιν της λήξης της θητείας τους να εισφέρουν τις νομικές τους γνώσεις από θέσεις που εκείνοι επιλέγουν».
ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΧΟΝΔΡΟΠΟΥΛΟΣ
[email protected]
«Αισθανόμαστε ότι ζούμε σε καθεστώς στυγνής δικτατορίας»
Στη σκιά των αναταράξεων που προκάλεσε η τοποθέτηση Θάνου στο νομικό γραφείο του πρωθυπουργού, συνεχίζονται οι αντιδράσεις του δικαστικού κόσμου στις απροκάλυπτες κυβερνητικές παρεμβάσεις στο έργο τους. Χθες τοποθετήθηκαν με σκληρές ανακοινώσεις τους οι λειτουργοί του Ελεγκτικού Συνεδρίου, οι διοικητικοί δικαστές, ο πρώην πρόεδρος του ΣτΕ Γ. Παναγιωτόπουλος που μίλησε για καθεστώς στυγνής δικτατορίας, αλλά και δύο πρώην γ.γ. του υπουργείου Δικαιοσύνης.
Αντί όμως οι φωνές των δικαστικών λειτουργών να εισακουστούν, η κυβέρνηση, διά του αναπληρωτή υπουργού Δικαιοσύνης Δημήτρη Παπαγγελόπουλου, συνεχίζει να τους αμφισβητεί.
Ο κ. Παπαγγελόπουλος σε ομιλία του για την καταπολέμηση της διαφθοράς επιτέθηκε στους Ελληνες εισαγγελείς και στις δικαστικές ενώσεις, καταλογίζοντάς τους συντεχνιακή και αντιπολιτευτική διάθεση. «Υπενθυμίζω ότι η Ενωση Εισαγγελέων, όπως άλλωστε όλες οι δικαστικές ενώσεις, είναι σωματεία με κατεξοχήν επιστημονική αποστολή. Παρ’ όλα αυτά, στην πληθώρα των ανακοινώσεων των δικαστικών ενώσεων που εκδίδονται το τελευταίο διάστημα κυριαρχεί μια έντονη αντιπολιτευτική διάθεση και μία εξίσου έντονη συνδικαλιστική και συντεχνιακή νοοτροπία», είπε και πρόσθεσε: «Αναρωτιέμαι, αυτοί που υπέγραψαν την ανακοίνωση της Ενώσεως Εισαγγελέων προβληματίζονται γιατί άραγε η εμπιστοσύνη των πολιτών προς το θεσμό της Δικαιοσύνης έχει κατρακυλήσει στις τελευταίες θέσεις στους αντίστοιχους δείκτες καταγραφής τα τελευταία 15 χρόνια; Γνωρίζουν ότι η Δικαιοσύνη έχει κατρακυλήσει στην 9η θέση από πλευράς αξιοπιστίας και 20 μονάδες προς τα κάτω ως προς τα ποσοστά των Ελλήνων που την εμπιστεύονται; Αυτό δεν αποτελεί πρόβλημα για τη Δημοκρατία; Ποια είναι η επιστημονική άποψη αυτών που υπογράφουν την ανακοίνωση της Ενώσεως Εισαγγελέων;».
Ελεγκτικό Συνέδριο
Η Δικαιοσύνη δέχεται επιθέσεις όταν οι αποφάσεις της δεν αρέσουν στην κυβέρνηση, λέει ξεκάθαρα η Ενωση Δικαστικών Λειτουργών του Ελεγκτικού Συνεδρίου. Με ανακοίνωσή της καταδικάζει «τις ανοίκειες και θεσμικά επικίνδυνες για τη Δημοκρατία και το κράτος δικαίου δηλώσεις στελεχών της εκτελεστικής εξουσίας εναντίον των δικαστικών λειτουργών και της Δικαιοσύνης εν γένει» και εκφράζει «τον βαθύτατο προβληματισμό της για τις συνεχείς και ολοένα κλιμακούμενες επιθέσεις σε βάρος της Δικαιοσύνης κάθε φορά που δημοσιεύονται δικαστικές αποφάσεις, οι οποίες δεν συνάδουν με συγκεκριμένες θέσεις και επιλογές της εκτελεστικής εξουσίας».
Γ. Παναγιωτόπουλος
Καταπέλτης ήταν με δήλωσή του ο πρώην πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας, Γεώργιος Παναγιωτόπουλος, κάνοντας λόγο για στυγνή δικτατορία.
«Κατά το πρόσφατο χρονικό διάστημα τα κυβερνητικά στελέχη προσπαθούν να ανακαλύψουν “μονοπάτια”, προκειμένου να παραβιάσουν απόφασιν ανωτάτου δικαστηρίου. Γράφουν μαντινάδες για να λοιδορήσουν δικαστικούς λειτουργούς, τους οποίους, εκτός από τυφλούς, αποκαλούν και κωφούς, απαρνούμενοι, με τον τρόπο αυτόν “την ίδια τους τη μάνα και το πατρικό τους σπίτι” μέσα στο οποίο ανδρώθηκαν. Eτσι λοιπόν καταρρακώνονται πλήρως οι θεσμοί και αισθανόμαστε ότι ζούμε σε καθεστώς στυγνής δικτατορίας», σημειώνει σε δήλωσή του και προσθέτει:
«Μετά από 40 χρόνια πραγματικής δικαστικής υπηρεσίας δικαιούμαι, νομίζω, να απευθύνω προς τους Ελληνες δικαστικούς λειτουργούς την ευχήν να ασχοληθούν απερίσπαστοι με τα δικαστικά τους καθήκοντα και να γυρίσουν την πλάτη σε όλους όσοι ασχημονούν και υβρίζουν την ελληνική Δικαιοσύνη, όλοι αυτοί δεν είναι μόνον νομικά άσχετοι, είναι και θεσμικά κατάπτυστοι».
Σκανδάμης-Ιωαννίδης
Μια ενδιαφέρουσα πρόταση απαγόρευσης της μεταπήδησης δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών στην εκτελεστική εξουσία καταθέτουν με παρέμβασή τους οι πρώην γενικοί γραμματείς του υπουργείου Δικαιοσύνης, Μαρίνος Σκανδάμης και Γιάννης Ιωαννίδης.
Οι συνυπογράφοντες θεωρούν ότι η κατάληψη της θέσης της προϊσταμένης του νομικού γραφείου του πρωθυπουργού από τη Β. Θάνου αποκαλύπτει «μια αθέμιτη πολιτική ταύτιση και προτείνουν τη θεσμοθέτηση ενός βέβαιου χρονικού ορίου μετά τη συνταξιοδότηση δικαστικών λειτουργών, λ.χ. πενταετία, εντός του οποίου θα απαγορεύεται η μεταπήδησή τους σε θέσεις της εκτελεστικής εξουσίας».
Κατά Πολάκη
Από την πλευρά της η Ενωση Διοικητικών Δικαστών καταδικάζει «τις απρεπείς, συκοφαντικές και αναρμοδίως εκφρασθείσες τοποθετήσεις του αναπληρωτή υπουργού Υγείας, Παύλου Πολάκη, όπως αυτές αναφέρονται στον Τύπο, περί του ότι οι δικαστές δεν θέλουν δήθεν να καταθέτουν δηλώσεις περιουσιακής κατάστασης (“πόθεν έσχες”)». Οι διοικητικοί δικαστές υπενθυμίζουν στον υπουργό ότι ουδέποτε αμφισβήτησαν την υποχρέωσή τους, παρά μόνο συγκεκριμένες ρυθμίσεις όπως η ηλεκτρονική υποβολή «πόθεν έσχες», που δεν διασφαλίζει τα προσωπικά τους δεδομένα.
Δ. ΚΟΝΤΑΡΑΚΗ
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου