Όπως έγραψε και το thecaller.gr, πλέον οι βουλευτές της κυβερνητικής πλειοψηφίας έρχονται αντιμέτωποι με την ώρα της αλήθειας, καθώς καλούνται να εγκρίνουν τα νέα σκληρά μέτρα που κρύβει το «συμπληρωματικό μνημόνιο» – αν και ήδη κάποιοι από αυτούς, όπως ο Νάσος Αθανασίου, δεν διστάζουν να δηλώσουν πως θα ψήφισαν τις διατάξεις του πολυνομοσχεδίου «και με τα δύο χέρια».
Ο Δένδιας ενημέρωσε τον Μητσοτάκη για τη νέα δομή των Ενόπλων Δυνάμεων και τον θόλο
Παρότι ο προβληματισμός στο κυβερνητικό στρατόπεδο είναι έντονος, εν αναμένονται διαφοροποιήσεις – εκτός και αν υπάρξουν εκπλήξεις της τελευταίας στιγμής. Κατά τη χθεσινή και προχθεσινή συνάντηση των αρμοδίων για τη διαπραγμάτευση υπουργών με τους βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται ότι δόθηκαν οι εξηγήσεις που ανέμεναν οι βουλευτές, οι οποίοι, ωστόσο, σε κάθε περίπτωση δείχνουν να πείστηκαν πως είναι προτιμότερο να ψηφιστεί τώρα το πολυνομοσχέδιο και να κλείσει η δεύτερη αξιολόγηση, προκειμένου να απομακρυνθούν από τον πολιτικό ορίζοντα οι εκλογές – τουλάχιστον έως τα τέλη του 2018 και πριν την εφαρμογή των μέτρων που περιλαμβάνει η συμφωνία από το 2019 – και οι ίδιοι να παραμείνουν… στις θέσεις τους.
Το Δημοσιονομικό Συμβούλιο που ενέκρινε χθες το νέο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα – το οποίο θα κατατεθεί μαζί με τα μέτρα και τα αντίμετρα – επιφυλάσσει πάντως δυσάρεστες εκπλήξεις στην κυβέρνηση. Κατεβάζει τον πήχυ για την ανάπτυξη στο 1,8% από 2,7% που είχε εκτιμήσει αρχικά το ΥΠΟΙΚ και 2,5% αργότερα, ενώ κοστολογεί τα μέτρα της συμφωνίας σε 4 δις ευρώ αντί των 3,6 δις που γνωρίζαμε μέχρι σήμερα από την κυβέρνηση.
Στο Μπάρι της Ιταλίας, στη σύνοδο των G7, εξάλλου, συνεχίζονται οι συζητήσεις για το ελληνικό χρέος, με την Κριστίν Λαγκάρντ να μεταβαίνει στο Πεκίνο, όπου μάλιστα θα συναντήσει τον Αλέξη Τσίπρα που βρίσκεται ήδη εκεί για ένα μεγάλο επενδυτικό συνέδριο. Τις τελευταίες ώρες φαίνεται να έχει φουντώσει η φημολογία πως «κάτι κινείται», παρά το γεγονός ότι η επικεφαλής του Ταμείου δήλωσε πως δεν υπάρχει ακόμη κάτι χειροπιαστό από την πλευρά των Ευρωπαίων εταίρων και ότι το χάσμα ανάμεσα σε Ουάσιγκτον και Βερολίνο εξακολουθεί να υφίσταται.