Σε μια σημαντική εξέλιξη τo πρακτορείο Reuters άφησε να εννοηθεί ότι ο πρόεδρος Πούτιν και ο Γερμανός καγκελάριος, Σολτς, συμφώνησαν να εξετάσουν ακόμη και το ενδεχόμενο αγοράς ρωσικού αερίου σε ρούβλια χωρίς να επιδεινωθούν οι όροι των συμβάσεων για τις ευρωπαϊκές εταιρίες, κάτι που μπορεί να αλλάξει το παιχνίδι. Σύμφωνα με το σχετικό δημοσίευμα, ο Ρώσος πρόεδρος εξήγησε στον Σολτς τα πλεονεκτήματα της απόφασης της Μόσχας να ζητήσει πληρωμές σε ρούβλι του φυσικού αερίου που παρέχεται ιδίως στη Γερμανία. Οπως υποστήριξε το Κρεμλίνο, «η αλλαγή στη διαδικασία διακανονισμού εισάγεται επειδή τα συναλλαγματικά αποθέματα της Τράπεζας της Ρωσίας έχουν παγώσει από τα κράτη-μέλη της Ε.Ε. κατά παράβαση του Διεθνούς Δικαίου».
Διαβεβαιώσεις
Αυτό όμως που έχει σημασία είναι η διαβεβαίωση του Πούτιν ότι η μετάβαση στο ρούβλι δεν πρέπει να οδηγήσει σε επιδείνωση των όρων για τις ευρωπαϊκές εταιρίες που εισάγουν ρωσικό αέριο. Στο πλαίσιο αυτό, πάντα κατά τη ρωσική πλευρά, οι δύο ηγέτες συμφώνησαν να συζητηθεί περαιτέρω αυτό το ζήτημα ανάμεσα σε εμπειρογνώμονες Μόσχας και Βερολίνου. Το ζήτημα των συμβολαίων είναι ιδιαίτερα κρίσιμο, καθώς η επαναδιαπραγμάτευσή τους σε ρούβλια (πέραν του ότι θα αμβλύνει τις κυρώσεις κατά της Ρωσίας) υπό κανονικές συνθήκες μπορεί να χρειαστεί και μήνες, εκτοξεύοντας στα ύψη τις τιμές των αγαθών. «Η Ρωσία δεν αλλάζει τους όρους των συμβάσεων όταν αξιώνει την πληρωμή του φυσικού αερίου σε ρούβλια, αλλά προστατεύει τα συμφέροντά της από ένα τσουνάμι ανεύθυνων κυρώσεων που έπληξαν τα θεμέλια του διεθνούς εμπορίου», υποστήριξε ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών, Σεργκέι Ριάμπκοφ, στο πρακτορείο Ria Novosti.
Ως αργά χθες δεν υπήρχε σχόλιο από τη γερμανική πλευρά για την απόπειρα του Πούτιν να κλονίσει το ευρωπαϊκό μέτωπο.
Σκωτσέζικο ντους
Πλην όμως οι Ρώσοι συνέχισαν την τακτική του «μια στο καρφί και μια στο πέταλο», όπως κάνουν στις διπλωματικές διαπραγματεύσεις με τους Ουκρανούς. Ετσι, από τη μια πλευρά ο πρόεδρος της Δούμας, Βιάτσεσλαβ Βολόντιν, προειδοποίησε την Ε.Ε. ότι, αν θέλει ρωσικό φυσικό αέριο, θα πρέπει να πληρώνει σε ρούβλια, προειδοποιώντας ότι το ίδιο μπορεί να συμβεί σύντομα και για τις εξαγωγές πετρελαίου, σιτηρών, μετάλλων, λιπασμάτων, άνθρακα και ξυλείας. Από την άλλη όμως, λίγο αργότερα, o εκπρόσωπος του Κρεμλίνου, Ντμίτρι Πεσκόφ, καθησύχασε πως η Ρωσία δεν πρόκειται να απαιτήσει να πληρώνεται αμέσως σε ρούβλια και διευκρίνισε ότι οι νέοι όροι θα εφαρμοστούν στο τέλος μιας μακράς διαδικασίας. Αύριο Πέμπτη πάντως, η Gazprom σκοπεύει να ανακοινώσει το σχέδιό της.
Δεδομένου ότι το ρωσικό αέριο καλύπτει το 40% των ευρωπαϊκών αναγκών, ο πρόεδρος Πούτιν ευελπιστεί να πείσει τους Ευρωπαίους να ενισχύσουν τα συναλλαγματικά του αποθέματα και το ρούβλι, αγοράζοντας μεγάλες ποσότητες ρωσικού νομίσματος στη «νόμιμη ισοτιμία της αγοράς, που καθορίζεται από το Χρηματιστήριο Συναλλάγματος της Μόσχας», όπως τόνισε ο πρόεδρος της Επιτροπής Οικονομικών της Δούμας, Ανατόλι Ακσάκοφ.
Μέχρι στιγμής πάντως η Ε.Ε. και οι G7 απορρίπτουν τις ρωσικές απαιτήσεις και προετοιμάζουν τους πολίτες τους για δύσκολες, συγκρουσιακές καταστάσεις. Ειδικά η Γερμανία, που τα μισά από τα 41,5 εκατομμύρια νοικοκυριά της θερμαίνονται με ρωσικό αέριο και η βιομηχανία της απορρόφησε το ένα τρίτο της συνολικής εθνικής ζήτησης 100 δισεκατομμυρίων κυβικών μέτρων το 2021.
Σχέδιο έκτακτης ανάγκης
Ακόμη και δελτίο στην ενέργεια μπορεί να δουν το επόμενο διάστημα οι Γερμανοί αν εφαρμοστεί πλήρως το σχέδιο έκτακτης ανάγκης που ενεργοποίησε χθες σε πρώτο επίπεδο ο Πράσινος υπουργός Οικονομίας, Ρόμπερτ Χάμπεκ, καλώντας ταυτόχρονα τους ιδιώτες και τις επιχειρήσεις να μειώσουν την κατανάλωση επειδή «κάθε κιλοβατώρα μετράει».
Οπως εξήγησε στους συμπατριώτες του, αυτή τη στιγμή δεν υπάρχουν ελλείψεις στην αγορά και η αποθεματική πληρότητα της Γερμανίας σε φυσικό αέριο ανέρχεται στο 25%. Πλην όμως η χώρα πρέπει να προετοιμαστεί προληπτικά για το ενδεχόμενο πιθανής διακοπής της ροής αερίου από τη Ρωσία και παρακολουθεί την κατάσταση μαζί με τους διαχειριστές δικτύων, ώστε να αυξήσει, αν χρειαστεί, την ασφάλεια του εφοδιασμού. Ο Χάμπεκ επεσήμανε πως η εξάρτηση της Γερμανίας από ρωσικό αέριο μειώθηκε από 55% τo 2021 σε 40% το α’ τρίμηνο του 2022, αλλά η πλήρης χειραφέτηση από αυτό δεν πρόκειται να επιτευχθεί πριν από το 2024.
Ακόμη και χωρίς ελλείψεις σε αέριο, η Γερμανία κινδυνεύει με ύφεση έως 1,8% και μείωση κατά 9% της βιομηχανικής παραγωγής, όπως επεσήμαναν η Deutsche Bank και ο σύνδεσμος βιομηχάνων BDI, ζητώντας από τώρα να υπάρξουν κρατικές παρεμβάσεις και ενισχύσεις.
Το πρώτο επίπεδο συναγερμού, που ενεργοποίησε χθες η γερμανική κυβέρνηση, εφαρμόζεται όταν υπάρχουν ενδείξεις για πιθανή κατάσταση έκτακτης ανάγκης στις προμήθειες φυσικού αερίου. Το δεύτερο επίπεδο σημαίνει συναγερμό όταν η διατάραξη της προμήθειας ή η εξαιρετικά υψηλή ζήτηση επηρεάζου την συνήθη ισορροπία, αλλά μπορεί να υπάρξει διόρθωση χωρίς παρέμβαση. Το τρίτο επίπεδο αποτελεί κήρυξη κατάστασης έκτακτης ανάγκης και ενεργοποιείται όταν τα μέτρα της αγοράς δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν τις ελλείψεις. Στο επίπεδο αυτό, η ρυθμιστική Αρχή του δικτύου, η Bundesnetzagentur, καλείται να αποφασίσει με ποιο τρόπο θα διανεμηθούν τα υπάρχοντα αποθέματα πετρελαίου στη χώρα.
Να μειώσουν την κατανάλωση ενέργειας προέτρεψε τους καταναλωτές και η κυβέρνηση της Ολλανδίας, ενώ σε επιφυλακή για ενδεχόμενο διακοπής της ρωσικής τροφοδοσίας βρίσκονται Ιταλία και Λετονία.
Κάπως λιγότερο ανησυχεί η Γαλλία, που δεν είναι τόσο εξαρτημένη από το ρωσικό αέριο (μόνο κατά 18%). «Ολα θα πάνε καλά, οι αποθηκευτικές μας εγκαταστάσεις είναι πλήρεις, θα τα βγάλουμε πέρα άνετα τον (επόμενο) χειμώνα», καθησύχασε τους συμπατριώτες του ο επικεφαλής της γαλλικής ΡΑΕ, Ζαν-Φρανσουά Καρενκό.
ΓΕΡΜΑΝΙΑ
Αύξηση σε ρεύμα, φυσικό αέριο και πετρέλαιο
Μετά τις ανακοινώσεις Χάμπεκ, η χονδρική τιμή πώλησης του ηλεκτρικού ρεύματος στη Γερμανία αυξήθηκε 6,5%, στα 185 ευρώ, σε υψηλό τριών εβδομάδων, ενώ την ανιούσα πήραν και πάλι πετρέλαιο και φυσικό αέριο.
Συγκεκριμένα, η τιμή του μπρεντ και του τεξανικού αργού αυξήθηκαν 3,2% στα 113,7 δολάρια το βαρέλι και στα 107,6 δολάρια το βαρέλι αντιστοίχως, προδίδοντας το κλίμα αβεβαιότητας και ανασφάλειας που επικρατεί στις διεθνείς αγορές για τις εξελίξεις στην Ουκρανία. Διατηρώντας την αγορά «σφιχτή», οι μεγάλοι παραγωγοί πετρελαίου είναι απίθανο να αυξήσουν την παραγωγή τους πάνω από τα συμφωνηθέντα 400.000 βαρέλια ημερησίως όταν ο OPEC+ συνεδριάσει την Πέμπτη. Την ίδια ώρα η τιμή του βασικού συμβολαίου φυσικού αερίου στο Αμστερνταμ (TTF) σημείωσε άνοδο 7,41% στα 117,50 ευρώ η μεγαβατώρα, έχοντας σκαρφαλώσει νωρίτερα πάνω από τα 123 ευρώ κι ενώ την περασμένη εβδομάδα είχε υποχωρήσει στην περιοχή των 100 ευρώ.