Την εκτίμηση ότι η αύξηση του κατώτατου μισθού κατά 50 ευρώ στα 880 ευρώ από την 1η Απριλίου, θα οδηγήσει και σε αύξηση του μέσου μισθού διατύπωσε χθες κατά τη διάρκεια συνέντευξης Τύπου η υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, Νίκη Κεραμέως, τονίζοντας ότι θα ξεπεραστούν τα 1.500 ευρώ που είναι ο στόχος για το 2027.
Εκτιμήσεις
Αν και απέφυγε να προσδιορίσει πόση θα είναι η αύξηση που θα έχει ο μέσος μισθός εξαιτίας του νέου κατώτατου, εντούτοις η εκτίμηση είναι ότι από την αύξηση 6,02% που αποφάσισε η κυβέρνηση για τον κατώτατο μισθό, ο μέσος μισθός αναμένεται να ενισχυθεί κατά 5% με 5,5% που σημαίνει ότι από τα 1.342 ευρώ που ήταν το 2024, θα φτάσει περίπου στα 1.420 ευρώ το 2025. Με μια μέση αύξηση 5% ο μέσος μισθός θα προσεγγίσει τα 1.500 ευρώ το 2026 και θα ξεπεράσει τα 1.570 ευρώ το 2027. Εκτός από την αύξηση του κατώτατου μισθού, ο μέσος μισθός ενισχύεται από την αύξηση της πλήρους απασχόλησης, όπου οι μέσες αποδοχές τον Δεκέμβριο του 2024 ήταν μια ανάσα από τα 1.500 ευρώ και συγκεκριμένα στα 1.480 ευρώ.
Αγοραστική δύναμη
Η υπουργός ανέφερε ότι σε επίπεδο αγοραστικής δύναμης ο κατώτατος μισθός έχει φτάσει στο 79% της Ευρωπαϊκής Ενωσης, ενώ συμπλήρωσε ότι επίκειται νέα μείωση των ασφαλιστικών εισφορών κατά μισή ποσοστιαία μονάδα (0,5%) που θα εφαρμοστεί στις αρχές του 2027.
Απαντήσεις
Παράλληλα, αντικρούοντας τις αιτιάσεις της αντιπολίτευσης περί μηδενικών αυξήσεων λόγω των φορολογικών επιβαρύνσεων στον κατώτατο μισθό, η κ. Κεραμέως παρέθεσε παραδείγματα σύμφωνα με τα οποία για μισθωτό με ένα παιδί η καθαρή αύξηση του κατώτατου, μετά από φόρους και κρατήσεις, ανέρχεται στα 34 ευρώ τον μήνα και με δύο παιδιά στα 43 ευρώ τον μήνα. Εξήγησε μάλιστα ότι ο φόρος για εργαζόμενο που αμείβεται με τον κατώτατο μισθό και έχει δύο παιδιά ή περισσότερα είναι μηδενικός.
Συλλογικές συμβάσεις
Η υπουργός προανήγγειλε αλλαγές στα κριτήρια σύναψης συλλογικών συμβάσεων που θα αποφασιστούν μετά από διάλογο με τους κοινωνικούς εταίρους προκειμένου να αρθούν τα αντικίνητρα που βάζουν «τροχοπέδη» στην υπογραφή περισσότερων συλλογικών συμβάσεων εργασίας. Ενα από τα σημεία που θα επανεξεταστούν είναι το ποσοστό αντιπροσωπευτικότητας των εργοδοτικών οργανώσεων στις διαπραγματεύσεις που από 50%+1 εξετάζεται να μειωθεί στο 40%. Αυτό θα σημάνει αυτόματα ότι θα είναι εφικτή η σύναψη και η επέκταση κλαδικών συμβάσεων. με λιγότερες εργοδοτικές οργανώσεις στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.