Η πρώτη έρευνα, στην οποία συμμετείχαν περίπου 200 μικρομεσαίες επιχειρήσεις όλων των κλάδων της οικονομίας και ποικίλων νομικών μορφών, επικεντρώθηκε στις ευκαιρίες και προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι εταιρίες στην εξαγωγική τους δραστηριότητα και στην ψηφιακή και πράσινη μετάβαση.
Από τα συμπεράσματα της έρευνας προκύπτει ότι η μεγάλη πλειονότητα των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων έχουν ή σκοπεύουν να αποκτήσουν εξαγωγική δραστηριότητα. Είναι ενδεικτικό ότι περίπου 2 στις 3 εξαγωγικές επιχειρήσεις εξάγουν σε 1-10 αγορές σήμερα και σε βάθος χρόνου αυτό προβλέπεται είτε να διατηρηθεί στα ίδια επίπεδα είτε να αυξηθεί.
Θετικό είναι και το γεγονός ότι 4 στις 5 επιχειρήσεις αναγνωρίζουν τη σημασία και τα οφέλη της ψηφιακής μετάβασης για την εξασφάλιση ανταγωνιστικού πλεονεκτήματος. Μάλιστα, περισσότερες από 3 στις 5 δηλώνουν ότι διαθέτουν -σε ικανοποιητικό βαθμό- την απαραίτητη τεχνογνωσία για συναφή θέματα.
Ωστόσο, ο βαθμός σημαντικότητας του ψηφιακού μετασχηματισμού εμφανίζεται ανάλογος του μεγέθους της επιχείρησης, καθώς οι μεγαλύτερες επιχειρήσεις φαίνεται να συγκαταλέγουν την ψηφιακή μετάβαση μεταξύ των πλέον κυριαρχικών στρατηγικών τους, ενώ οι μικρότερες φαίνεται να αναγνωρίζουν σε μικρότερο βαθμό τα οφέλη της ψηφιακής ωριμότητας. Αυτό μπορεί να οφείλεται στο γεγονός ότι οι μικροί επιχειρηματίες δεν επενδύουν τόσο εύκολα σε έργα με τα οποία δεν είναι εξοικειωμένοι, γεγονός που συνδέεται με την έλλειψη ψηφιακών δεξιοτήτων των στελεχών και εργαζομένων σε αυτές τις επιχειρήσεις.
Είναι, επίσης, εμφανές ότι οι επιχειρήσεις δεν έχουν ενστερνιστεί τα δυνητικά οφέλη από την πράσινη μετάβαση στον ίδιο βαθμό που τα αναγνωρίζουν για την ψηφιακή μετάβαση. Ο πράσινος μετασχηματισμός αναγνωρίζεται ως τομέας μείζονος σημασίας για περίπου το 60% των επιχειρήσεων, ενώ το 55% δηλώνει ότι δεν διαθέτει την απαραίτητη τεχνογνωσία σχετικά με το θέμα, σε ικανοποιητικό βαθμό.
Αξίζει, τέλος, να σημειωθεί ότι 8 στις 10 πολύ μικρές επιχειρήσεις δεν θεωρούν επαρκή τα κίνητρα που σχετίζονται με τις πράσινες και ψηφιακές επενδύσεις.
Η μείωση της γραφειοκρατίας, ο εξορθολογισμός της φορολογίας, η αντιμετώπιση των πληθωριστικών πιέσεων, η σταθεροποίηση του νομικού πλαισίου και η ευκολότερη πρόσβαση σε χρηματοδότηση και προγράμματα ενισχύσεων αναφέρθηκαν από τους συμμετέχοντες ως βασικά ζητούμενα, για την ενίσχυση της ελληνικής επιχειρηματικότητας.
Τα ευρήματα αυτά δείχνουν ότι οι ελληνικές επιχειρήσεις κατανοούν τις προκλήσεις του σύγχρονου οικονομικού περιβάλλοντος. Επιβεβαιώνουν, παράλληλα, την ανάγκη στήριξης και ενθάρρυνσης των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, ώστε να μπορέσουν να συμβαδίσουν με τις εξελίξεις, υπερβαίνοντας εμπόδια και περιορισμούς που σχετίζονται με το μέγεθός τους. Σε αυτή την προσπάθεια εμείς ως ΕΒΕΑ θα κινητοποιηθούμε ακόμη πιο αποτελεσματικά, ενώνοντας δυνάμεις για την προώθηση κατάλληλων παρεμβάσεων και λύσεων.