Οι απώλειες σύνταξης, όπως φαίνεται μέσα από πραγματικές περιπτώσεις νέων συνταξιούχων, φτάνουν έως και τα 150 ευρώ τον μήνα ή 1.800 ευρώ τον χρόνο, μόνο και μόνο επειδή για την τετραετία 2016, 2017, 2018 και 2019 πλήρωσαν ως ασφαλισμένοι τις πιο χαμηλές εισφορές από το 2002 και μετά που λαμβάνονται ως βάση υπολογισμού της σύνταξής τους.
Η παγίδα των χαμηλών εισφορών κινδυνεύει να εξελιχθεί σε «σπιράλ» συνεχών μειώσεων για τις μελλοντικές συντάξεις των ελευθέρων επαγγελματιών, καθώς οι εισφορές που αντικατέστησαν τον νόμο Κατρούγκαλου έχουν μείνει σταθερές για μία τριετία (2020, 2021 και 2022).
Η πρώτη αύξηση στις συντάξεις έχει προβλεφθεί βάσει νόμου να ισχύσει από 1/1/2023 και θα είναι ίση με το ποσοστό του πληθωρισμού.
Αντιδράσεις
Οι φορείς των ελευθέρων επαγγελματιών αντιδρούν στην αύξηση ζητώντας να μείνουν παγωμένες οι εισφορές τους για 4ο χρόνο, χωρίς να γνωρίζουν όμως ότι αυτή η εξέλιξη αποτελεί βόμβα στη σύνταξή τους.
Πέρα από τις αντιδράσεις υπάρχει και μια πρόταση που δείχνει προς τη μέση λύση και διατυπώθηκε από τον πρόεδρο του Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου, Παύλο Ραβάνη. Σύμφωνα με την πρόταση αυτή, από τη στιγμή που δεν είναι εφικτό το πάγωμα των εισφορών, θα μπορούσε να γίνει αύξηση μόνο στις εισφορές σύνταξης και όχι στο σύνολο των ασφαλίστρων, έτσι ώστε να μετριαστεί το βάρος για τους ασφαλισμένους και να περιορίσουν τις απώλειες από τη μελλοντική τους σύνταξη.
Αν οι αυξήσεις συνεχιστούν με μικρότερα ποσοστά για τα επόμενα έτη, τότε είναι βέβαιο ότι όσοι αντιδρούν σήμερα θα έχουν ένα κέρδος από 5% έως 15% στις συντάξεις τους εφόσον αποχωρήσουν μέσα στα επόμενα 3 έως 7 έτη.
Σύμφωνα με την έρευνα που έκανε ο Ελεύθερος Τύπος της Κυριακής, δεν είναι μόνον ότι χιλιάδες επαγγελματίες βγαίνοντας στη σύνταξη μετά το 2019 έχασαν από τη σύνταξή τους λόγω των χαμηλών εισφορών, αλλά αποδεικνύεται πως όσοι πρόκειται να συνταξιοδοτηθούν σύντομα μέσα στα επόμενα δύο-τρία χρόνια, θα χάσουν περισσότερα αν συνεχίσουν να καταβάλλουν χαμηλές εισφορές.
ΑΠΟΚΑΛΥΠΤΙΚΑ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ ΣΥΝΤΑΞΕΩΝ
Συντάξεις: Ποιοι παίρνουν επίδομα προσωπικής διαφοράς και αύξηση ανά Ταμείο και πότε [πίνακες]
Παράδειγμα Νο1: Απώλεια 1.284 ευρώ σε ετήσια βάση
Η περίπτωση του ασφαλισμένου Χ.Β. είναι χαρακτηριστική και δείχνει το μέγεθος των απωλειών που μπορεί να προκαλέσει η παγίδα των χαμηλών εισφορών.
Ο εν λόγω ασφαλισμένος συνταξιοδοτήθηκε το 2021 έχοντας συμπληρώσει 40 έτη πληρωμής εισφορών στο πρώην ΤΕΒΕ-ΟΑΕΕ και νυν ΕΦΚΑ.
Από το 2002 έως το 2015 είχε επιλέξει τις υψηλότερες κλίμακες του πρώην ΤΕΒΕ, πληρώνοντας περίπου 300 με 350 ευρώ τον μήνα κατά μέσο όρο.
Με το που θεσπίστηκαν το 2016 οι εισφορές βάσει εισοδήματος με τον νόμο Κατρούγκαλου (ν. 4387) πλήρωνε την ελάχιστη εισφορά σύνταξης με 117 ευρώ τον μήνα έως και το 2019, δηλώνοντας χαμηλό ετήσιο εισόδημα.
Το 2020, που επανήλθαν οι εισφορές ανά κατηγορία και ανεξάρτητα από το εισόδημα, επέλεξε να καταβάλει -για το τελευταίο έτος πριν από τη συνταξιοδότησή του- την εισφορά της υψηλότερης κατηγορίας με 500 ευρώ τον μήνα.
Αν δεν υπήρχαν οι χαμηλές εισφορές της τετραετίας 2016-2019, τότε ο μέσος όρος των μηνιαίων εισφορών βάσει των οποίων θα υπολογιζόταν η ανταποδοτική του σύνταξη θα έφτανε στα 370 ευρώ τον μήνα, που σημαίνει ότι θα είχε συντάξιμες αποδοχές 1.850 ευρώ. Με 1.850 ευρώ συντάξιμες αποδοχές θα έπαιρνε ανταποδοτική σύνταξη 925 ευρώ και με την εθνική των 384 ευρώ θα έφτανε στα 1.309 ευρώ μικτά. Μετά την κράτηση ασθένειας (6%) θα είχε 1.230 ευρώ και μετά τον φόρο θα έπαιρνε 1.140 ευρώ στην τσέπη. Με την αύξηση δε κατά 7,5% που θα δοθεί από το 2023, ο συνταξιούχος Χ.Β. θα είχε σύνταξη 1.225 ευρώ στην τσέπη.
Αντί αυτών και λόγω των χαμηλών εισφορών της 4ετίας 2016-2019, ο μέσος όρος των μηνιαίων εισφορών από το 2002 μέχρι το 2020 βγήκε στα 318 ευρώ. Με την αναγωγή των εισφορών (διά του 0,20) οι συντάξιμες αποδοχές του καθορίστηκαν στα 1.590 ευρώ. Η ανταποδοτική σύνταξη βγήκε στα 795 ευρώ και με την εθνική των 384 ευρώ παίρνει σήμερα μικτά 1.179 ευρώ και 1.033 ευρώ στο χέρι μετά την κράτηση ασθένειας και τον φόρο. Στο ποσό αυτό θα έχει την αύξηση του 2023 και θα παίρνει 1.110 ευρώ στην τσέπη.
Η διαφορά στο τι παίρνει και τι θα έπαιρνε αν δεν παγιδευόταν στις χαμηλές εισφορές είναι 107 ευρώ (παίρνει 1.033 ευρώ καθαρά και θα έπαιρνε 1.140 ευρώ). Ουσιαστικά, η απώλεια σύνταξης και εισοδήματος για τον εν λόγω ασφαλισμένο είναι 1.284 ευρώ σε ετήσια βάση!
Παράδειγμα Νο2: Μείον 1.800 ευρώ λιγότερα τον χρόνο
Σε άλλη περίπτωση που δημοσιεύουμε, ο ασφαλισμένος Ν.Κ. βγήκε στη σύνταξη το 2022, επίσης με 40 έτη και έχοντας καταβάλει και αυτός τη μηνιαία εισφορά των 117 ευρώ στην τετραετία 2016-2019, ενώ για τα έτη 2020 και 2021 επέλεξε την πιο χαμηλή ασφαλιστική κατηγορία από το νέο σύστημα με εισφορά σύνταξης 155 ευρώ τον μήνα.
Με αυτά τα ασφαλιστικά δεδομένα ο μέσος όρος των μηνιαίων του εισφορών για το διάστημα 2002-2021 καθορίστηκε στα 345 ευρώ (καθώς πλήρωνε και τις υψηλές προαιρετικές κλίμακες του παλαιού ΤΕΒΕ) και οι συντάξιμες αποδοχές που προέκυψαν ήταν 1.725 ευρώ. Με τις αποδοχές αυτές η ανταποδοτική σύνταξη υπολογίστηκε στα 862 ευρώ και με την εθνική των 384 ευρώ παίρνει 1.246 ευρώ μικτά και 1.065 ευρώ καθαρά.
Αν δεν ήταν η τετραετία των χαμηλών εισφορών ή αν στο διάστημα αυτό επέλεγε δηλώνοντας υψηλότερο εισόδημα να καταβάλει παρόμοιες με το παρελθόν εισφορές (π.χ. 250 ή 300 ευρώ, αντί 115 ευρώ τον μήνα), τότε ο μέσος όρος των εισφορών του θα έβγαινε κοντά στα 400 – 420 ευρώ. Αυτόματα οι συντάξιμες αποδοχές του θα αυξάνονταν στις 2.000 με 2.100 ευρώ και η σύνταξη που θα έπαιρνε θα έβγαινε στα 1.384 με 1.434 ευρώ μικτά ή περίπου 1.216 ευρώ καθαρά.
Η περίοδος των χαμηλών εισφορών, δηλαδή από το 2016 έως και το 2021, του στοίχισε περίπου 150 ευρώ από τη σύνταξη ή 1.800 ευρώ από το ετήσιο εισόδημά του!
Ειδήσεις σήμερα
Διασυρμός για την Τουρκία το «μπλόκο» στον Τζιτζικώστα
«Καλάθι του νοικοκυριού»: Μεγαλύτερες ταμπέλες, επάρκεια και προϊόντα για διαβητικούς
Κτηματαγορά: Πως κινείται η αγορά στα νεόδμητα [πίνακες]