Η συνεννόηση που έγινε στην αρχή της προηγούμενης εβδομάδας στις Βρυξέλλες εξυπηρετεί πολιτικά τη γερμανική και την ολλανδική κυβέρνηση, αποκαθιστά το γόητρο του ΔΝΤ αλλά σίγουρα δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ευνοϊκή για την Ελλάδα.
Η ελληνική διαπραγματευτική ομάδα κατά τη διάρκεια των συναντήσεων που είχε στη βελγική πρωτεύουσα αποδέχθηκε οριστικά δύο σταθερές για το ελληνικό πρόγραμμα:
1. Η Ελλάδα αναλαμβάνει την υποχρέωση να επιτυγχάνει πρωτογενή πλεονάσματα 3,5% και μετά το 2018 για διάστημα που θα αποφασιστεί μετά το κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης.
2. Η Ελλάδα δεν μπορεί να πετύχει τα πλεονάσματα αυτά και γι’ αυτό αποδέχθηκε να πάρει πρόσθετα δημοσιονομικά μέτρα (περικοπή αφορολογήτου και συντάξεων) για να διασφαλίσει τους δημοσιονομικούς της στόχους.
Η ιδέα για λήψη αντισταθμιστικών μέτρων, που ήρθε από την ελληνική πλευρά, είναι ακόμη μακρινό όνειρο. Τούτο διότι οι δανειστές κατέστησαν σαφείς τους όρους ενεργοποίησης τέτοιων μέτρων. Για παράδειγμα, για το 2019, αν η Αθήνα θέλει να πάρει αντισταθμιστικά μέτρα 1% του ΑΕΠ, θα πρέπει να πετύχει πρωτογενές πλεόνασμα 4,5% του ΑΕΠ. Θα πρέπει δηλαδή πρώτα να πετύχει το στόχο του προγράμματος για πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ, να πιστοποιηθεί αυτό από τη Eurostat και τους θεσμούς στις αρχές του 2020 και στη συνέχεια να εφαρμοστεί.
Το πρόχειρο σημείωμα που διέρρευσε πριν βγει ο υπουργός Οικονομικών από το Eurogroup περί μείωσης του ΕΝΦΙΑ και των συντελεστών ΦΠΑ σε τρόφιμα, ενέργεια, μεταφορές και την επανεξέταση των ασφαλιστικών εισφορών, είναι τουλάχιστον παρωχημένο.
Η μείωση του ΕΝΦΙΑ κατά 30%-40%, που ανέφερε το σημείωμα, αντικαταστάθηκε το βράδυ της Τετάρτης από το νέο φόρο περιουσίας που ετοιμάζει το ΥΠΟΙΚ σε αντικατάσταση του ΕΝΦΙΑ, δείγμα ότι κανείς δεν ρώτησε το ΥΠΟΙΚ πριν ανακοινώσει τις φοροαπαλλαγές.
Εκτός από αυτή τη μεσαίου μεγέθους «γκάφα» του επικοινωνιακού επιτελείου έγινε και δεύτερη. Μετά τη συνεδρίαση ο πρόεδρος του Euorgrοup Γερούν Ντάισελμπλουμ, αναφερόμενος στα αντισταθμιστικά μέτρα, μίλησε για παρεμβάσεις που θα ενισχύουν την ανάπτυξη και όχι μόνο την ιδιωτική κατανάλωση, όπως αυτά που ανακοινώθηκαν.
Αυτό εξηγεί και τη δυσφορία μελών της ομάδας του ΔΝΤ τα οποία είδαν τα μέτρα, από τα οποία απουσίαζε η μείωση των φορολογικών συντελεστών για τις επιχειρήσεις και τα φυσικά πρόσωπα σε συνδυασμό με τη μείωση του αφορολογήτου.
«Σπίτι μου 2»: Δικαιούχοι, προϋποθέσεις και κριτήρια – Πότε ξεκινούν οι αιτήσεις
Η δεύτερη -μεγάλη- γκάφα του σημειώματος είναι ότι οι δανειστές θα έχουν λόγο μόνο για τα μέτρα που θα επιβληθούν από το 2019 και όχι για τα λεγόμενα «αντισταθμιστικά». Και εδώ όμως κάποιοι δεν κατάλαβαν καλά.
Μέτρα α λα ΔΝΤ
Η συνάντηση της Γερμανίδας καγκελαρίου Ανγκελα Μέρκελ με τη γενική διευθύντρια του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ ήρθε να ξεδιαλύνει κάπως τα πράγματα, έστω και με την κακή έννοια.
Η κ. Λαγκάρντ έδειξε ότι μπορεί να δεχθεί τη συνολική λύση για το χρέος βάζοντας ως προτεραιότητα τις μεταρρυθμίσεις που θα πρέπει να υλοποιήσει η ελληνική κυβέρνηση. Μάλιστα τόνισε ότι το Ταμείο θα λάβει υπόψη του το μέγεθος των μεταρρυθμίσεων που θα αναλάβει η Ελλάδα και θα επανεξετάσει τη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους. Αυτό σημαίνει ότι Βερολίνο και ΔΝΤ θα μετρήσουν την απόδοση των μέτρων που θα ληφθούν τώρα με στόχο να οριστούν τα μέτρα για την ελάφρυνση του χρέους. Με άλλα λόγια το επιπλέον βάρος για τη μείωση του χρέους περνά από το Eurogroup στην Ελλάδα μέσω των μέτρων που θα πρέπει να πάρει.
Ενα επιπλέον κακό είναι ότι η Ελλάδα θα πρέπει να αποδεχθεί τους όρους και τις απαιτήσεις του Ταμείου όχι μόνο για το φορολογικό και το ασφαλιστικό (τα οποία με βάση την κυβέρνηση είχαν κλείσει τον περασμένο Μάιο) αλλά και για το εργασιακό όπου ακόμη επιμένουν ότι υπάρχουν κόκκινες γραμμές.
Οι προθεσμίες
Ενα ακόμη μεγάλο ερωτηματικό είναι το πότε θα κλείσει η δεύτερη αξιολόγηση. Η Ελλάδα είναι σαφές ότι επείγεται αλλά οι εταίροι της είναι πιο χαλαροί. Οι πιο αισιόδοξοι πιστεύουν ότι η αξιολόγηση μπορεί να κλείσει μέσα στον Μάρτιο και να έχουμε τελική συμφωνία στο Eurogroup στη Βαλέτα της Μάλτας στις 7 Απριλίου.
Οι υπουργοί Οικονομικών της ευρωζώνης δεν μπορούν να αποφασίσουν εύκολα για τα πρωτογενή πλεονάσματα και το χρέος. Συνεπώς αν και κανείς δεν θέλει να το ομολογήσει, για το Eurogroup όσο αργότερα τόσο καλύτερα. Αυτό κρύβει άλλωστε και η συνεχής υπόμνηση -εκτός από τον κ. Ντάισελμπλουμ- του Κλάους Ρέγκλινγκ (ΕΜΣ) και του Τόμας Βίζερ (Euroworking group) ότι η Ελλάδα δεν έχει να αντιμετωπίσει μεγάλες υποχρεώσεις για το χρέος της μέχρι και το Ιούλιο.
Είναι δεδομένο ότι αν η διαπραγμάτευση συνεχιστεί μέχρι και τον Ιούνιο, τα πράγματα θα οδηγηθούν σε ανεξέλεγκτες καταστάσεις. Ακόμη και αν η κυβέρνηση έχει κλείσει μέτρα και αντίμετρα με τους δανειστές, Γερμανία και Ολλανδία θα πρέπει να έχουν τη διαβεβαίωση ότι το ΔΝΤ θα μπει στο ελληνικό πρόγραμμα. Για να γίνει όμως κάτι τέτοιο θα πρέπει να υπάρχει έστω και μία έμμεση δέσμευση για το χρέος.
Το κακό σενάριο είναι η Ελλάδα να έχει πάρει μια δόση για να καλύψει τις υποχρεώσεις ύψους 6,5 δισ. ευρώ που θα έχει τον Ιούλιο και να περιμένει αποφάσεις για χρέος και πλεονάσματα. Σε μια τέτοια περίπτωση η ένταξη στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης θα μεταφερθεί στο τέλος του χρόνου και η Ελλάδα θα πρέπει να αναζητήσει νέα χρηματοδότηση από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας αφού η πιθανότητα εξόδου στις αγορές θα έχει μηδενιστεί, ενώ η πιθανότητα εξόδου από το ευρώ θα έχει μεγιστοποιηθεί.
ΤΑΣΟΣ ΔΑΣΟΠΟΥΛΟΣ
[email protected]
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής