Η απόφαση που θα καθορίζει τις εξαιρούμενες δαπάνες αλλά και οι κατηγορίες φορολογουμένων οι οποίοι δεν θα είναι υποχρεωμένοι να χρησιμοποιούν ηλεκτρονικό χρήμα στις συναλλαγές τους για να εξασφαλίσουν την έκπτωση φόρου των 1.900 • 2.100 ευρώ αναμένεται να εκδοθεί, εκτός απρόοπτου, σήμερα. Όπως φαίνεται, ελάχιστες θα είναι τελικά οι δαπάνες που δεν θα «μετρούν» για το έμμεσο αφορολόγητο όριο,αναφέρει το imerisia.gr, αφού την τελευταία στιγμή αποφασίστηκε να προσμετρώνται και οι λογαριασμοί ΔΕΚΟ (ηλεκτρικό ρεύμα, ύδρευση), σταθερής και κινητής τηλεφωνίας και συνδρομητικής τηλεόρασης.
Το υπουργείο Οικονομικών είχε ανακοινώσει την περασμένη εβδομάδα ότι οι συγκεκριμένες δαπάνες θα εξαιρεθούν.
Σε σούπερ μάρκετ
Τι θα «μετρά» για το αφορολόγητο
Ωστόσο στην πορεία διαπιστώθηκε ότι επειδή πληρωμές λογαριασμών ΔΕΗ, ΕΥΔΑΠ, κινητής και σταθερής τηλεφωνίας γίνονται με τη χρήση καρτών σε σούπερ μάρκετ, πρακτορεία ΟΠΑΠ και άλλα καταστήματα θα ήταν δύσκολο για τις τράπεζες να διαχωρίσουν τα στοιχεία που αποστέλλουν στο υπουργείο Οικονομικών ποιες πληρωμές με «πλαστικό χρήμα» αφορούν αγορές καταναλωτικών αγαθών και ποιες εξόφληση λογαριασμών.
Στη λίστα των δαπανών που δεν θα λαμβάνονται υπόψη για τη έκπτωση φόρου που δικαιούνται οι μισθωτοί, οι συνταξιούχοι και οι κατά κύριο επάγγελμα αγρότες θα περιλαμβάνονται:
• Οι δαπάνες για απόκτηση περιουσιακών στοιχείων (αγορά ή χρηματοδοτική μίσθωση ακινήτου, πλοίων αναψυχής, αυτοκινήτων, δίτροχων κ.λπ. οχημάτων, για ανέγερση ακινήτου).
• Οι τοκοχρεολυτικές δόσεις για την απόσβεση δανείων.
• Οι δαπάνες για ενοίκια, ασφάλιστρα, τέλη κυκλοφορίας και κοινοχρήστων.
Αντίθετα στις δαπάνες που θα πρέπει να εξοφλούνται με χρεωστικές ή πιστωτικές κάρτες ή με άλλα ηλεκτρονικά μέσα πληρωμής (e-banking κ.λπ.) για την κατοχύρωση της ετήσιας έκπτωσης φόρου που φθάνει μέχρι τα επίπεδα των 1.900 έως 2.100 ευρώ θα περιλαμβάνονται όλα τα έξοδα για αγορές καταναλωτικών και διαρκών αγαθών και για παροχή υπηρεσιών.
Έτσι από τη στιγμή που τα περισσότερα έξοδα που έχουν τα νοικοκυριά θα «μετρούν» για το χτίσιμο του αφορολόγητου ορίου, θα αρκεί να πληρώνει κάποιος μόνο το σούπερ μάρκετ για να καλύπτει το προβλεπόμενο ποσό και να μην επιβαρυνθεί με επιπλέον φόρο 22% επί του ακάλυπτου ποσού.
Όπως εξηγούν αρμόδιοι παράγοντες του υπουργείου Οικονομικών, τα ποσοστά των δαπανών με πλαστικό χρήμα είναι σχετικά χαμηλά καθώς το 2017 είναι ο πρώτος χρόνος εφαρμογής του μέτρου, το οποίο θα δοκιμαστεί και σε επόμενη φάση θα αποφασιστεί εάν χρειάζεται να αυξηθούν τα ποσά των αποδείξεων με πλαστικό χρήμα που απαιτούνται για το αφορολόγητο όριο, καθώς και οι δαπάνες που θα γίνονται δεκτές.
Περιθώρια…
Πάντως οι διατάξεις αφήνουν περιθώρια για να συνεχιστούν οι «μαύρες» συναλλαγές. Όταν ένας μισθωτός με ετήσιο εισόδημα 30.000 ευρώ χρειάζεται δαπάνες ύψους 4.000 ευρώ με ηλεκτρονικό χρήμα για να εξασφαλίσει την έκπτωση φόρου είναι προφανές ότι του μένει ένα σημαντικό τμήμα του εισοδήματός του για να χρηματοδοτήσει μαύρες συναλλαγές τις οποίες μπορεί να πληρώσει με μετρητά.
Σύμφωνα με τις διατάξεις για τις ηλεκτρονικές συναλλαγές:
• Κάθε φορολογούμενος με ετήσιο εισόδημα μέχρι 10.000 ευρώ από μισθούς ή συντάξεις ή αγροτικές δραστηριότητες πρέπει να καλύπτει το 10% του εισοδήματος αυτού με δαπάνες αγοράς αγαθών μέσω χρεωστικών ή πιστωτικών καρτών ή άλλων μεθόδων ηλεκτρονικών συναλλαγών για να δικαιούται την έκπτωση φόρου των 1.900 • 2.100 ευρώ.
• Κάθε μισθωτός, συνταξιούχος και αγρότης με ετήσιο εισόδημα από 10.001 ευρώ έως 30.000 ευρώ θα πρέπει να καλύπτει ποσοστό 10% του τμήματος του εισοδήματος μέχρι τα 10.000 ευρώ και ποσοστό 15% του τμήματος πάνω από τα 10.000 ευρώ για να δικαιούται την έκπτωση φόρου των 1.900-2.100 ευρώ.
• Κάθε φορολογούμενος με ετήσιο εισόδημα άνω των 30.000 ευρώ θα πρέπει να καλύπτει ποσοστό 10% του τμήματος του εισοδήματος μέχρι τα 10.000 ευρώ, ποσοστό 15% του τμήματος πάνω από τα 10.000 ευρώ έως τις 30.000 ευρώ και ποσοστό 20% για το τμήμα του εισοδήματος πάνω από τις 30.000 ευρώ για να δικαιούται την έκπτωση φόρου των 1.800-2.000 ευρώ.
Σε κάθε περίπτωση το ποσό των δαπανών που πρέπει να καλυφθούν με πλαστικό χρήμα δεν μπορεί να υπερβαίνει τις 30.000 ευρώ.