Σύμφωνα με αρμόδιες πηγές, η γενιά «Generation Rent», όπως έχει επικρατήσει να λέγεται, εξελίσσεται σε παγκόσμια τάση, με τους νέους στη χώρα μας να δυσκολεύονται εξίσου να αποκτήσουν στέγη, έχοντας, μάλιστα, περάσει -εκτός από την πρόσφατη πανδημία- και μία 10ετή οικονομική κρίση, η οποία άφησε ανεξίτηλα τα σημάδια της. «Εάν πάμε λίγο πιο πίσω, πριν από μία 20ετία, θα διαπιστώσουμε πως έχει διευρυνθεί σημαντικά η “ψαλίδα” μεταξύ της αξίας των ακινήτων και των μισθών των νέων ανθρώπων. Ετσι, η δυνατότητα να χρηματοδοτηθεί μία αγορά ενός σπιτιού από τον μισθό γίνεται χρόνο με τον χρόνο όλο και πιο δύσκολη», εξηγεί στον Ελεύθερο Τύπο της Κυριακής ο ιδρυτής και ιδιοκτήτης της Geoaxis Property&Valuation Services, κ. Γιάννης Ξυλάς, επικαλούμενος το παράδειγμα της Αγγλίας.
«Από το 1997 μέχρι σήμερα η αξία των ακινήτων στη χώρα έχει αυξηθεί κατά περίπου 170% έναντι μόλις 20% της αξίας των μισθών. Είναι τεράστια η απόκλιση. Αρα, ένας νέος άνθρωπος θα μπορούσε πιο εύκολα να χρηματοδοτήσει την αγορά -μέσω δανεισμού πάντα- ενός ακινήτου το 1997 παρά σήμερα», σημειώνει χαρακτηριστικά και προσθέτει: «Με λίγα λόγια, σήμερα τα χρήματα του μηνιαίου μισθού δεν φθάνουν, έτσι ώστε να καλυφθεί εύκολα ένα δάνειο. Αυτό ισχύει παντού και στην Ελλάδα. Εστω, δηλαδή, ότι κάποιος δεν θα αγοράσει ποτέ σπίτι και θα πρέπει να νοικιάσει για διάστημα 50 ετών. Το ποσό των μισθωμάτων αθροιστικά εξακολουθεί να είναι πολύ μικρότερο από το κόστος αγοράς μίας κατοικίας».
Βασικοί λόγοι
Σύμφωνα με τον ίδιο, οι λόγοι που καθιστούν αδύνατη την αγορά μιας κατοικίας σήμερα είναι συνοπτικά οι εξής:
* Ανασφάλεια. «Η συγκεκριμένη γενιά έχει βιώσει οικονομικές και υγειονομικές κρίσεις. Στο μυαλό της, λοιπόν, υπάρχει πολύ μεγάλη ανασφάλεια. Το ρίσκο της απόκτησης ενός σπιτιού είναι τεράστιο», τονίζει ο κ. Ξυλάς.
* Αυστηρότερα τραπεζικά κριτήρια. Σύμφωνα με τον επικεφαλής της Geoaxis, τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα δεν διευκολύνουν τους νέους ανθρώπους να αγοράσουν κατοικία, γιατί ο μισθός, σε σχέση με το ακίνητο, είναι πολύ πιο μικρός από ό,τι ήταν πριν από 20 χρόνια. Υπενθυμίζεται ότι, με βάση αρμόδιες τραπεζικές πηγές, οι επαρκείς αποταμιεύσεις, για να καλύψουν τουλάχιστον το 20% με 25% της συνολικής χρηματοδότησης, αλλά και τα εισοδήματα, που θα πρέπει να ξεπερνούν κατά 40% τη μηνιαία δόση, είναι δύο από τις βασικές παραμέτρους, που εξετάζουν τα εγχώρια ιδρύματα, σε συνδυασμό με την προσημείωση του ακινήτου -συνήθως του αγοραζόμενου- στο 120% της αξίας του δανείου, αλλά και την απουσία από τα… κατάστιχα του «Τειρεσία», προκειμένου να δώσουν το «πράσινο φως» για την εκταμίευση.
* Ελλειψη κρατικών προγραμμάτων στέγασης. «Το κράτος θα μπορούσε να αναλάβει την κατασκευή κατοικιών, προκειμένου να τις πουλήσει στη συνέχεια σε νέους ανθρώπους, “δένοντας” και με κάποιο χρηματοδοτικό εργαλείο μέσω τράπεζας αυτήν την αγορά», σχολιάζει ο κ. Ξυλάς.
* Απουσία φορολογικών κινήτρων.
Και… δημογραφικό
«Η δραστική και δραματική αύξηση των τιμών τα τελευταία χρόνια έχει οδηγήσει την επιλογή αγοράς -με βάση τον μισθό- σε ακίνητα, τα οποία είναι κακών προδιαγραφών, δηλαδή, κακής ποιότητας. Προκειμένου, λοιπόν, κάποιος να επιλέξει μεταξύ αυτών, στρέφεται στις μισθώσεις. Παράλληλα, υπάρχει και το δημογραφικό. Οι νέοι δεν παντρεύονται ούτε εύκολα ούτε γρήγορα, μένουν μέχρι 30 – 35 ετών μόνοι τους, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει δεύτερο εισόδημα, που ενδεχομένως να μπορούσε να στηρίξει μία χρηματοδότηση για αγορά. Πηγαίνουμε ισχυρά προς μία τέτοια κατεύθυνση, να μην μπορούν οι νέοι να αγοράσουν εύκολα σπίτι», καταλήγει ο κ. Ξυλάς.
Αυξάνεται η προσφορά, αντέχουν τα μισθώματα
Η ολοένα και αυξανόμενη ροπή προς τις μισθώσεις αναμένεται, σύμφωνα με παράγοντες του εγχώριου real estate, να εκτοξεύσει την προσφορά ακινήτων, γεγονός που θα επιφέρει μια ανθεκτικότητα στα μισθώματα μακροπρόθεσμα. «Δεδομένου ότι καθημερινά αυξάνεται η ζήτηση, για να κρατήσεις τις αξίες σταθερές, θα πρέπει να αυξήσεις και το προϊόν», υπογραμμίζουν χαρακτηριστικά στον «Ε.Τ.» της Κυριακής, εκτιμώντας πως το αμέσως προσεχές διάστημα πολλοί επενδυτές θα αναζητήσουν ακίνητα κατάλληλα προς μίσθωση, ανασυνθέτοντας το χαρτοφυλάκιό τους.
Αξίζει να αναφερθεί ότι όπως προέκυπτε από πρόσφατη έρευνα του Spitogatos, το stock των προς ενοικίαση διαμερισμάτων έχει ήδη αυξηθεί έως και 44,40% στα Πετράλωνα, 43,60% στον Νέο Κόσμο, 30,80% στο Ιστορικό Κέντρο της Αθήνας και 27,20% στον Πειραιά, ενώ στην υπόλοιπη Ελλάδα η μεγαλύτερη αύξηση στην προσφορά παρατηρείται στη Λάρισα, με ποσοστό 26,6% και ακολουθούν ο Βόλος, το Ηράκλειο και η Θεσσαλονίκη, με +23,53%, +20,3% και +16,1% αντίστοιχα.
«Μία πιο αναλυτική ματιά στα δεδομένα αποκαλύπτει ότι τα περισσότερα από τα νέα διαμερίσματα, που βγήκαν στην αγορά προς ενοικίαση αυτές τις 30 ημέρες, είναι επιπλωμένα ή ανακαινισμένα. Επομένως, η αύξηση του αριθμού των διαθέσιμων ανακαινισμένων ή επιπλωμένων διαμερισμάτων είναι ιδιαίτερα μεγάλη, με τα Πετράλωνα και εδώ να καταλαμβάνουν την πρώτη θέση στη λίστα, με αύξηση 61,50%, και ακολουθούν το Ιστορικό Κέντρο με +37%, η περιοχή του Νέου Κόσμου με +29,20% και το Γκάζι, το Μεταξουργείο και ο Βοτανικός με περίπου +21%», επισημαίνεται χαρακτηριστικά και προστίθεται: «Το γεγονός αυτό συνδέεται και με τη διαφαινόμενη στροφή στις μακροπρόθεσμες μισθώσεις έναντι των βραχυπρόθεσμων μισθώσεων, που καταγράφεται τις τελευταίες εβδομάδες, λόγω της πανδημίας και των επιπτώσεών της στον τουρισμό».
Οσον αφορά στον «χάρτη» των μισθωμάτων, αυτός, σύμφωνα πάντα με την ιστοσελίδα, διαμορφώνεται χωρίς αξιόλογες μεταβολές, με τον CEO του Spitogatos, κ. Δημήτρη Μελαχροινό, να τονίζει πως, αν και θεωρητικά η αύξηση της ποσότητας των προς διάθεση ακινήτων θα φέρει μείωσή τους, αυτό δεν έχει παρατηρηθεί ακόμα με συνέπεια ως προς τις μέσες τιμές.
Στο 73,5% η ιδιοκατοίκηση
Ενα από τα πιο υψηλά ποσοστά ιδιοκατοίκησης συνεχίζει να καταγράφει η Ελλάδα, ξεπερνώντας κατά πολύ τον μέσο όρο της ευρωζώνης, ο οποίος προσέγγιζε χώρες της Κεντρικής και της Ανατολικής Ευρώπης και υπερέβαινε κατά περίπου 10% το αντίστοιχο ποσοστό χωρών της Νότιας Ευρώπης.
Πιο αναλυτικά, έχοντας φτάσει στο 85% το 2005, εν μέσω οικονομικής κρίσης υποχώρησε στο 77,2% το 2010 και στο 73,9% το 2015, για να παραμείνει, ουσιαστικά, σταθερό μέχρι και σήμερα στο 73,5%.
«Οι σύγχρονες τάσεις κινητικότητας του ανθρώπινου δυναμικού μεταξύ πόλεων και χωρών ευνοούν την ενοικίαση σε σχέση με την ιδιοκτησία, ενώ συγκεκριμένα στην Ελλάδα η διόρθωση του λόγου δανείου προς αξία ακινήτου (Loan To Value) σε επίπεδα της τάξεως του 65% – 75%, σε σχέση με τα άνω του 90% – 110%, που ίσχυε προ κρίσης, δημιούργησαν ένα σημαντικό εμπόδιο για την είσοδο στην κλίμακα της ιδιοκτησίας για νέα ζευγάρια και ιδιοκτήτες», τονίζει στον «Ε.Τ.» της Κυριακής ο διευθύνων σύμβουλος της Solum Property Solutions, κ. Πάνος Χαραλαμπόπουλος, και συνεχίζει: «Ο συνδυασμός, δε, της αυξημένης ζήτησης για διαμερίσματα για βραχυπρόθεσμες πλατφόρμες, η ζήτηση για το πρόγραμμα Golden Visa, η έλλειψη οικοδομικής δραστηριότητας από το 2010 μέχρι και το 2018, αλλά και η οικονομική κρίση εν γένει έστρεψαν πολλούς ενδιαφερομένους για κατοικίες στην ενοικίαση, με αποτέλεσμα την αυξημένη ζήτηση για ενοίκιο και την επακόλουθη αύξηση των τιμών».
Ευκαιρία…
Σύμφωνα με τον ίδιο, τη δεδομένη στιγμή καταγράφεται ιστορικό χαμηλό στα επίπεδα των τραπεζικών επιτοκίων δανεισμού, που καθιστούν τη σύγκριση δόσης δανείου με ενοίκιο ευνοϊκή για την ιδιοκατοίκηση, ενώ και η ίδια η πανδημία του Covid-19 αυξάνει το ενδιαφέρον για ιδιόκτητες κατοικίες, οι οποίες εξυπηρετούν απόλυτα τις ανάγκες των Ελλήνων, που έχουν περάσει πολύ περισσότερο χρόνο απ’ ό,τι συνήθως στο σπίτι και, έτσι, αξιολόγησε εκ νέου την αξία του. «Οπως για πρώτη φορά αντιλαμβανόμαστε ότι υπάρχει κυκλικότητα στις αξίες των ακινήτων και όχι μόνο άνοδος, έτσι αντίστοιχα υπάρχει κυκλικότητα και στο ποσοστό ιδιοκατοίκησης με ροπή προς ενοικίαση ή αγορά, ανάλογα με τις συνθήκες που επικρατούν», καταλήγει.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής