Η μοναδική άλλη πρόσφατη έξοδος της Αθήνας στις αγορές, το 2014, δεν είχε ευδοκιμήσει: οι τιμές εκείνων των ομολόγων γρήγορα κατέρρευσαν και εξακολουθούν να βρίσκονται κάτω από την τιμή στην οποία είχαν πωληθεί, πράγμα που σημαίνει ότι ορισμένα επενδυτικά ταμεία εξακολουθούν να καταγράφουν απώλειες απ’ αυτά.
Όμως με τα πρόσφατα στοιχεία να δείχνουν πως η οικονομία της Ελλάδας βελτιώνεται και με την προοπτική το χρέος της να περιληφθεί σύντομα στο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, το Ρόιτερς σημειώνει πως απλώς και μόνο η εμπειρία από το παρελθόν είναι απίθανο να αποτρέψει τους επενδυτές.
“Το 2014 μοιάζει να βρίσκεται πολύ μακριά στο παρελθόν … Είναι παλιά ιστορία, κατά την άποψή μας”, λέει ο Άντριου Ουίλσον της Goldman Sachs Asset Management, προσθέτοντας ότι η εταιρεία του είχε αγοράσει το 2014 ομόλογα από την Ελλάδα, τα οποία έχει έκτοτε πωλήσει.
“Πάντα πρέπει να βλέπεις μπροστά και να λες ‘ποια είναι η ευκαιρία; ποιοι είναι οι κίνδυνοι; … Αλλά αυτό δεν έχει καμιά σχέση με το τι έκανες πριν από έναν χρόνο, πριν από δύο χρόνια, πριν από πέντε χρόνια”, τονίζει προσθέτοντας ότι δεν θα απέκλειε την αγορά ενός νέου ελληνικού ομολόγου.
Ο Ντέιβιντ Ταν, επικεφαλής επιτοκίων της JPMorgan Asset Management, λέει πως το περιβάλλον των υπερβολικά χαμηλών επιτοκίων είναι ένας από τους λόγους που η εταιρεία του ενδέχεται να εξετάσει το ενδεχόμενο να επενδύσει σε ελληνικά ομόλογα για πρώτη φορά εδώ και περισσότερο από πέντε χρόνια.
“Είμαστε έτοιμοι να εξετάσουμε το ενδεχόμενο να επενδύσουμε σε ομόλογα της ελληνικής κυβέρνησης”, δήλωσε ο Ταν. “Πρέπει να κοιτάζουμε πίσω και να μαθαίνουμε από τις εμπειρίες μας, όμως συνολικά οι επενδυτές πρέπει να βλέπουν μπροστά”.
Οι πιο ριψοκίνδυνοι επενδυτές, τα hedge funds (επενδυτικά ταμεία υψηλού κινδύνου), αναζητούν ήδη ευκαιρίες σε ελληνικές τράπεζες και μετοχές, προβλέποντας μια ανάκαμψη έπειτα από επτά χρόνια κρίσης.
Σε μια ένδειξη αυτής της στροφής, τα στοιχεία έδειξαν σήμερα πως η ελληνική κυβέρνηση κατέγραψε πρωτογενές δημοσιονομικό πλεόνασμα 3,57 δισεκ. ευρώ κατά τους επτά πρώτους μήνες του 2016, πολύ πάνω από τον στόχο των 874 εκατ. ευρώ που είχε τεθεί. Τα στοιχεία για την ανάπτυξη το δεύτερο τρίμηνο υπερέβησαν επίσης τις προβλέψεις των οικονομολόγων.
Το Ρόιτερς σημειώνει πως ένας λόγος για τον οποίο ένα νέο ελληνικό ομόλογο μπορεί να αποδειχθεί ελκυστικό είναι το γεγονός ότι τα επενδυτικά ταμεία θέλουν να επενδύσουν στο ελληνικό χρέος επειδή μεγάλο μέρος των κυβερνητικών δανείων έχουν συναφθεί με επίσημους θεσμούς, όπως το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, ενώ οι ελληνικές τράπεζες κατέχουν μεγάλο μέρος του διαπραγματεύσιμου χρέους για κανονιστικούς λόγους.