Οι επικεφαλής θα παραμείνουν στην Αθήνα μέχρι την Παρασκευή, όπου θα ολοκληρωθεί και η παρούσα φάση της διαπραγμάτευσης, ενώ η συνέχεια θα εξαρτηθεί από την πορεία των συζητήσεων αυτήν τη βδομάδα.
Η Αθήνα καλείται να υλοποιήσει 95 προαπαιτούμενες δράσεις στο πλαίσιο της τρίτης αξιολόγησης, oι οποίες πολιτικά δεν θεωρούνται ευαίσθητες για την κυβέρνηση, δεδομένου ότι δεν περιέχουν δημοσιονομικά μέτρα. Μάλιστα, οι περισσότερες από αυτές τις δράσεις έχουν ήδη αποφασιστεί και θα πρέπει να επιβεβαιωθούν.
Πρόβλημα η εφαρμογή
Αυτή είναι και η μεγαλύτερη ανησυχία των εκπροσώπων των θεσμών, οι οποίοι χαρακτηρίζουν την υλοποίηση των αποφάσεων αχίλλειο πτέρνα της Ελλάδας. Με άλλα λόγια θεωρούν εφικτό το στόχο να ολοκληρωθεί η αξιολόγηση μέχρι τα Χριστούγεννα, υπό την προϋπόθεση ότι η κυβέρνηση θα εργαστεί με ταχύτερους ρυθμούς από εκείνους των δύο πρώτων αξιολογήσεων.
Εάν η υλοποίηση των προαπαιτούμενων επιταχυνθεί και σημειωθεί σημαντική πρόοδος, τότε οι επικεφαλής θα επιστρέψουν μια ακόμη φορά στην Αθήνα, στο τέλος Νοεμβρίου αρχές Δεκεμβρίου, για να ολοκληρώσουν τις συζητήσεις. Από εκεί και πέρα, εάν επιτευχθεί οριστική συμφωνία σε τεχνικό επίπεδο πριν από τα Χριστούγεννα, τότε θα μπορέσει να γίνει και η εκταμίευση της δόσης μέσα στον Ιανουάριο ή τον Φεβρουάριο, δεδομένου ότι η συμφωνία θα πρέπει να περάσει από κοινοβούλια της ευρωζώνης.
Εφικτή η συμφωνία εντός του 2017. Τα προαπαιτούμενα ήδη υπάρχουν, απομένει η υλοποίησή τους
Η επόμενη αξιολόγηση, η τέταρτη, θα ξεκινήσει μέσα στην άνοιξη, ενώ θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί το αργότερο εντός του Ιουνίου, ώστε στη συνέχεια και μέχρι τις 20 Αυγούστου 2018 που ολοκληρώνεται το πρόγραμμα θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί η συζήτηση για την ελάφρυνση του χρέους.
Λεφτά υπάρχουν
Αναφορικά με τα ποσά του προγράμματος, για τις επόμενες δύο αξιολογήσεις υπάρχουν διαθέσιμα 18,4 δισ. ευρώ, τα οποία θα κατανεμηθούν στην τρίτη και τέταρτη αξιολόγηση. Υπάρχουν επίσης διαθέσιμα τόσο τα χρήματα που περίσσεψαν από την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, τα οποία ανέρχονται περίπου σε 21 δισ. ευρώ, αλλά και άλλα ποσά, τα οποία δεν διατέθηκαν λόγω του περιορισμού του αριθμού των αξιολογήσεων (ήταν προγραμματισμένο να γίνουν περισσότερες από 10 αξιολογήσεις τα 3 χρόνια του προγράμματος).
Με άλλα λόγια, λεφτά υπάρχουν για την ολοκλήρωση του προγράμματος, αλλά και για την πρόβλεψη ενός μαξιλαριού, προκειμένου η έξοδος στις αγορές να γίνει με ασφάλεια.
Τυχόν αποχώρηση του ΔΝΤ από το πρόγραμμα θα στείλει αρνητικό μήνυμα στις αγορές, ενώ θα περιορίσει τις παρεμβάσεις στο χρέος
Ο παράγων ΔΝΤ
Ωστόσο, στις Βρυξέλλες εμφανίζονται συγκρατημένοι, λόγω της αβεβαιότητας, κυρίως σε σχέση με τη συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα, αλλά και της τελικής στάσης των κρατών-μελών στο ζήτημα του χρέους.
Αυτή τη στιγμή οι συζητήσεις μεταξύ των θεσμών δεν έχουν οδηγήσει σε συμφωνία σε σχέση με το χρονοδιάγραμμα, ενώ οι πιθανότητες να καταλήξουν σε αδιέξοδο είναι αρκετά μεγάλες.
Το ΔΝΤ για να συμμετάσχει στο πρόγραμμα ζητάει προηγουμένως, δηλαδή αμέσως μετά την τρίτη αξιολόγηση, να γνωρίζει ποια θα είναι η απόφαση των Ευρωπαίων για την ελάφρυνση του χρέους. Με άλλα λόγια, δεν θέλει να μπει εάν δεν έχει τη βεβαιότητα πως το χρέος θα καταστεί βιώσιμο.
Από την άλλη, οι Ευρωπαίοι έχουν ήδη αποφασίσει ότι η εξέταση της βιωσιμότητας του ελληνικού χρέους θα γίνει στο τέλος του προγράμματος, δηλαδή αμέσως μετά την ολοκλήρωση και της τελευταίας αξιολόγησης τον Ιούνιο.
Αυτό σημαίνει ότι εάν το ΔΝΤ δεν μπει στο πρόγραμμα στις αρχές του επόμενου έτους, δεν θα μπει ποτέ. Μέχρι τώρα η μη συμμετοχή του διεθνούς οργανισμού στο πρόγραμμα ήταν πολιτικά απαγορευτική για αρκετά κράτη-μέλη του Βορρά, όπως η Γερμανία και η Ολλανδία. Προφανώς γιατί είχαν μπροστά τους εκλογές και δεν ήθελαν το ελληνικό ζήτημα να εμπλακεί σε αυτές. Οι εκλογές έγιναν και στις δύο χώρες και συνεπώς δεν υπάρχει και πρόβλημα.
Σύμμαχος
Ο κίνδυνος τώρα δεν είναι πολιτικός είναι ουσιαστικός και δεν αφορά τους Ευρωπαίους πιστωτές αλλά την Ελλάδα, γιατί το ΔΝΤ είναι σήμερα ο μεγαλύτερος σύμμαχος της χώρας μας στο θέμα του χρέους, ζητώντας ουσιαστική ελάφρυνση.
Και ο κίνδυνος είναι οι Ευρωπαίοι να αφήσουν το ΔΝΤ να αποχωρήσει από το πρόγραμμα, ώστε να προχωρήσουν σε μια λιγότερο φιλόδοξη ελάφρυνση του ελληνικού χρέους, δεδομένου ότι δεν θα έχουν πλέον την πίεση του διεθνούς οργανισμού.
Για την Ελλάδα το κόστος θα είναι διπλό, γιατί από τη μια η μη συμμετοχή του ΔΝΤ στο πρόγραμμα θα είναι ένα αρνητικό μήνυμα προς τις αγορές, οι οποίες θα γνωρίζουν το λόγο για τον οποίο δεν μπήκε, δηλαδή δεν έγιναν εκείνες οι παρεμβάσεις στο χρέους, που θα το καθιστούσαν βιώσιμο. Είναι προφανές ότι ξένοι επενδυτές περιμένουν την ολοκλήρωση του προγράμματος και την απόφαση για το χρέος, προκειμένου να δραστηριοποιηθούν στη χώρα, και αν δεν κρίνουν ικανοποιητική την απόφαση, δεν θα ακουμπήσουν Ελλάδα, ούτε σε κρατικά ομόλογα ούτε σε επενδύσεις.
Από την άλλη, η πιο «λάιτ» παρέμβαση στο χρέος δημιουργεί και μεγαλύτερες ανάγκες αποπληρωμής για τη χώρα μας τα επόμενα χρόνια, ενώ θα χρειαστεί και μεγαλύτερο «μαξιλάρι» ασφαλείας από τα 8 δισ. ευρώ, που ήταν η αρχική εκτίμηση.
Ολα τα παραπάνω δείχνουν ότι σήμερα κανένας δεν μπορεί να κάνει ασφαλή εκτίμηση, γιατί η ορατότητα σχετικά με τις προθέσεις όλων των εμπλεκόμενων πλευρών είναι περιορισμένη.
Βρυξέλλες, ανταπόκριση Νίκος Μπέλλος
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής