Ανάμεσα στα πολλά ονόματα συγγραφέων που θα άξιζαν το βραβείο Νόμπελ εμφανίζεται στο Φόρουμ η Ερση Σωτηροπούλου!
Η Ερση Σωτηροπούλου είναι μία από τις πιο μεταφρασμένες Ελληνίδες συγγραφείς παγκοσμίως, πολυβραβευμένη στην Ελλάδα, συγγραφέας ποιημάτων, διηγημάτων και μυθιστορημάτων, μεταξύ των οποίων το «Are you up to it» (2017), «O,τι απέμεινε από τη νύχτα» (2016), «Εύα» (2009). «Ο Ζιγκ Ζαγκ μέσα από τις πικρές πορτοκαλιές» (1999), αντιπροσώπευε ένα πρωτοφανές λογοτεχνικό γεγονός: για πρώτη φορά στην ιστορία της ελληνικής λογοτεχνίας, μυθιστόρημα έλαβε το Εθνικό Βραβείο Λογοτεχνίας και το Εθνικό Βραβείο Κριτικής.
Από τότε πολλά μυθιστορήματά της έχουν δημοσιευθεί σε όλο τον κόσμο και πολλά έχουν μεταφραστεί σε Ηνωμένες Πολιτείες, Γαλλία, Γερμανία, Ισπανία, Ιταλία, Τουρκία, Σουηδία, Ουγγαρία, Σλοβακία, Αίγυπτο.
Νόμπελ Λογοτεχνίας: Η ιστορία τους
Τα βραβεία Νόμπελ είναι τα πιο προβεβλημένα βραβεία στον κόσμο. Κάθε χρόνο από το 1895 που θεσμοθετήθηκαν βραβεύονται άνθρωποι που ξεχωρίζουν για τα πολιτισμικά ή επιστημονικά τους επιτεύγματα. Κάθε δικαιούχος, ή νομπελίστας, λαμβάνει ένα χρυσό μετάλλιο, ένα δίπλωμα και ένα χρηματικό ποσό, το οποίο αποφασίζεται από το Ίδρυμα Νόμπελ.
Τα βραβεία είναι πέντε στον αριθμό (Φυσικής, Χημείας, Ιατρικής και Φυσιολογίας, Λογοτεχνίας και Ειρήνης), ενώ ένα έκτο, αυτό των οικονομικών, προστέθηκε το 1968, με χορηγό την Τράπεζα της Σουηδίας, που απλώς φέρει την ονομασία «Νόμπελ».
Ποιος, όμως, βρίσκεται πίσω από τα βραβεία;
Τα βραβεία θεσμοθετήθηκαν με διαθήκη του Σουηδού επιχειρηματία και εφευρέτη ο οποίος υπήρξε μία από τις σημαντικότερες προσωπικότητες του 19ου αιώνα. Χημικός, μηχανικός, εφευρέτης και επιχειρηματίας απέκτησε 350 πατέντες, με πιο γνωστές αυτές για την ανακάλυψη της δυναμίτιδας και του πυροκροτητή.
Ο Άλφρεντ Νόμπελ με τη διαθήκη του, έναν χρόνο μετά τον θάνατό του διέθεσε το 94% της τεράστιας περιουσίας του για να υλοποιηθούν τα βραβεία Νόμπελ.
Στη διαθήκη ορίζεται ότι: τα βραβεία θα δίνονταν κάθε χρόνο, σε όσους κατά τον προηγούμενο χρόνο θα είχαν προσφέρει τη μεγίστη ωφέλεια στην ανθρωπότητα» στους τομείς της φυσικής, της χημείας, της φυσιολογίας και ιατρικής, λογοτεχνίας και ειρήνης.
Τα πρώτα βραβεία Νόμπελ
Τα πρώτα βραβεία Νόμπελ απονεμήθηκαν στις 10 Δεκεμβρίου 1901. Οι βραβευθέντες ήταν: ο Γερμανός φυσικός Βίλχελμ Ρέντγκεν, Νόμπελ Φυσικής, για την ανακάλυψη των ακτίνων Χ, ο Ολλανδός χημικός Γιάκομπους βαν’τ Χοφ, Χημείας, για την ανακάλυψη των νόμων της χημικής δυναμικής και ωσμωτικής πίεσης στα διαλύματα, ο Γερμανός γιατρός Εμίλ φον Μπέρινγκ, Ιατρικής – Φυσιολογίας, για το έργο του που αφορούσε τη χρήση του ορού ως θεραπευτικού μέσου, ο Γάλλος ποιητής Σιλί Πριντόμ, Λογοτεχνίας, ο Ελβετός έμπορος Ερρίκος Ντυνάν και ο Γάλλος ειρηνιστής Φρεντερίκ Πασί, που μοιράστηκαν το Νόμπελ Ειρήνης, για την ίδρυση του Ερυθρού Σταυρού ο πρώτος, και τους αγώνες του για την εμπέδωση της διεθνούς ειρήνης ο δεύτερος.
Οι Έλληνες που έχουν κερδίσει βραβείο Νόμπελ
Στην μακρόχρονη ιστορία των βραβείων Νόμπελ, μόνο δύο Έλληνες κατόρθωσαν να κατακτήσουν την ύψιστη τιμή για το έργο τους, και ήταν και οι δύο ποιητές της Γενιάς του ’30. Ο Γιώργος Σεφέρης και ο Οδυσσέας Ελύτης, οι δύο μοναδικοί βραβευμένοι Έλληνες νομπελίστες, κατέκτησαν το Νόμπελ Λογοτεχνίας.
Ο πρώτος Έλληνας που τιμήθηκε με βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1963, ήταν ο Γιώργος Σεφέρης. Διπλωμάτης και ένας από τους σημαντικότερους ποιητές, εκπρόσωπος της γενιάς του ’30.
Ο Γιώργος Σεφεριάδης, όπως ήταν το πραγματικό του όνομα, γεννήθηκε στα Βουρλά της Σμύρνης, στις 29 Φεβρουαρίου 1900, σύμφωνα με το Ιουλιανό ημερολόγιο, που ίσχυε τότε στην περιοχή. Ήταν πρωτότοκος γιος οικογένειας λογίων, της Δέσπως και του Στυλιανού Σεφεριάδη. Στα 18 του χρόνια βρέθηκε στο Παρίσι για σπουδές στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου της Σορβόνης.
Από το 1927 εργάζεται στη διπλωματική υπηρεσία του Υπουργείου Εξωτερικών ως ακόλουθος πρεσβείας.
Η πρώτη του ποιητική συλλογή, με τον τίτλο «Στροφή», εκδόθηκε το 1931, την χρονιά που ο Γιώργος Σεφέρης διορίζεται διευθυντής του Ελληνικού προξενείου στο Λονδίνο, όπου θα υπηρετήσει μέχρι και το 1934. Ακολούθησαν «Η στέρνα», «Το μυθιστόρημα», το «Τετράδιο Γυμνασμάτων», τα «Ημερολόγια καταστρώματος» και όλα τα υπόλοιπα, που εδραίωσαν ένα νέο κεφάλαιο της νεοελληνικής ποιητικής δημιουργίας.
Το 1941 μαζί με τη σύζυγό του Μαρώ Ζάννου, ο Έλληνας Νομπελίστας ακολουθεί την ελληνική κυβέρνηση στη Μέση Ανατολή στην Αλεξάνδρεια και στη συνέχεια στο Κάιρο όπου διορίζεται Γενικός Διευθυντής τύπου Μέσης Ανατολής. Το 1944 εκδίδει στο Κάιρο τις «Δοκιμές». Επιστρέφει στην Αθήνα το Σεπτέμβρη της ίδιας χρονιάς και το 1945 αναλαμβάνει τη διεύθυνση του πολιτικού γραφείου του αντιβασιλέα Δαμασκηνού. Από το 1947 μέχρι και τις αρχές του 1951 υπηρετεί στην ελληνική πρεσβεία στην Άγκυρα.
Ασχολείται ενεργά με το Κυπριακό ζήτημα από το 1951 μέχρι και το 1962, υπηρετώντας κυρίως στην Ελληνική πρεσβεία του Λονδίνου. Το 1960 ο Σεφέρης συναντάει στο Λονδίνο τον Μίκη Θεοδωράκη και θα ακολουθήσει η παρουσίαση τεσσάρων μελοποιημένων ποιημάτων του με τον τίτλο «Επιφάνια».
Η ύψιστη αναγνώριση του έργου του ήρθε με τη βράβευση του το 1963 με το Νόμπελ Λογοτεχνίας, για το οποίο είχε προταθεί άλλες τρεις χρονιές, το 1955, το 1961 και το 1962. Ο Σεφέρης επελέγη «για το υπέροχο λυρικό ύφος του, που είναι εμπνευσμένο από ένα βαθύ αίσθημα για το ελληνικό πολιτιστικό ιδεώδες», ανάμεσα σε 80 υποψήφιους – όπως ο Μπέκετ, ο Νερούδα, ο Ανούιγ, ο Αραγκόν, ο Μπόρχες, ο Μπρετόν, ο Κοκτώ, ο Φροστ, ο Χάξλεϋ, ο Μαλρώ, ο Ναμπόκοφ, ο Μισίμα και ο Σαρτρ.
Σύμφωνα με όσα δήλωσε ο τότε γραμματέας της επιτροπής, Österlund, η επιλογή Σεφέρη υπήρξε μια ευκαιρία να αποδώσουν έναν θαυμάσιο φόρο τιμής στη σύγχρονη Ελλάδα, μια γλωσσική περιοχή που περίμενε πάρα πολύ καιρό για μια βράβευση σε αυτό το επίπεδο. Η αλήθεια είναι πως έχοντας αγνοήσει στο παρελθόν υποψηφιότητες όπως του Νίκου Καζαντζάκη και του Άγγελου Σικελιανού, η Σουηδική Ακαδημία ένιωθε πως είχε ένα χρέος προς την Ελλάδα.
Άξια αναφοράς είναι και η στάση του Έλληνα Νομπελίστα, κατά την περίοδο της δικτατορίας, αρχικά με την περιφρονητική σιωπή του και τον Μάρτιο του 1969 με τη δήλωση του κατά της χούντας των συνταγματαρχών, αποτέλεσμα της οποίας ήταν η απώλεια του δικαιώματος χρήσης διπλωματικού διαβατηρίου και ο τίτλος του πρέσβη επί τιμή.
Ο Γιώργος Σεφέρης πέθανε δύο χρόνια αργότερα, στις 20 Σεπτεμβρίου 1971, και η κηδεία του εξελίχθηκε στην πρώτη αντιδικτατορική εκδήλωση από την επιβολή της χούντας. Στην Πύλη του Ανδριανού διακόπηκε η κυκλοφορία των οχημάτων και το πλήθος τραγούδησε το μελοποιημένο από τον Μίκη Θεοδωράκη ποίημα του Σεφέρη «Άρνηση» (Στο περιγιάλι το κρυφό).
Οδυσσέας Ελύτης: Ο Νομπελίστας ποιητής του Αιγαίου
“Δεν αρκεί να ονειροπολούμε με τους στίχους. Είναι λίγο. Δεν αρκεί να πολιτικολογούμε. Είναι πολύ. Κατά βάθος ο υλικός κόσμος είναι απλώς ένας σωρός από υλικά. Θα εξαρτηθεί από το αν είμαστε καλοί ή κακοί αρχιτέκτονες το τελικό αποτέλεσμα. Ο Παράδεισος ή η Κόλαση που θα χτίσουμε. Εάν η ποίηση παρέχει μια διαβεβαίωση και δη στους καιρούς τους πενιχρούς είναι ακριβώς αυτή: ότι η μοίρα μας παρ’ όλ’ αυτά βρίσκεται στα χέρια μας». (Οδ. Ελύτης, από την ομιλία του στην απονομή του Νόμπελ)
Ο Οδυσσέας Ελύτης (2 Νοεμβρίου 1911-18 Μαρτίου 1996), φιλολογικό ψευδώνυμο του Οδυσσέα Αλεπουδέλη, ήταν ένας από τους σημαντικότερους Έλληνες ποιητές, μέλος της λογοτεχνικής γενιάς του ’30. Διακρίθηκε το 1960 με το Κρατικό Βραβείο Ποίησης και το 1979 με το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας, «για την ποίησή του, η οποία, με φόντο την ελληνική παράδοση, ζωντανεύει με αισθηματοποιημένη δύναμη και πνευματική καθαρότητα βλέμματος τον αγώνα του σύγχρονου ανθρώπου για ελευθερία και δημιουργικότητα».
Τα ποιητικά έργα του Άξιον Εστί, Ήλιος ο πρώτος, Προσανατολισμοί, Ο Ήλιος ο Ηλιάτορας, Τα Ρω του Έρωτα κ.ά. έχουν μελοποιηθεί και τραγουδηθεί από πολλούς καταξιωμένους καλλιτέχνες και έχουν σφραγίσει την ελληνική ποίηση. Ο σπουδαίος Έλληνας ποιητής έφυγε από τη ζωή στις 18 Μαρτίου 1996.
Ειδήσεις σήμερα
Μίλτον: Βίντεο-προσομείωση δείχνει το μέγεθος της καταστροφής – Πλησιάζει το τέλος της Φλόριντα;