Στην ίδια χώρα η διαμαρτυρία της κατσαρόλας έλαβε πολιτική χροιά μετά τη Γαλλική Επανάσταση, και συγκεκριμένα στην Ιουλιανή Εξέγερση, που ανάγκασε σε παραίτηση τον βασιλιά Κάρολο Ι΄ την δεκαετία του 1830. Οι Ρεπουμπλικανοί (οπαδοί της Δημοκρατίας) δανείστηκαν το τελετουργικό έθιμο της υπαίθρου, για να εκδηλώσουν ηχηρά την αντίθεσή τους στον νέο βασιλιά, Λουδοβίκο-Φίλιππο. Στα γαλλικά αυτή η διαμαρτυρία ονομάζεται «σαριβαρί» (charivari). Ο όρος δεν αφορά μόνο το χτύπημα κατσαρολικών, πιάτων και άλλων κουζινικών με κουταλοπίρουνα, αλλά περιλαμβάνει και άλλες ηχηρές μορφές αποδοκιμασίας, όπως σφυρίγματα, κραυγές, μουγκρητά, άσεμνα επιφωνήματα κ.λπ. Αυτά εξήγησε ο Γάλλος ιστορικός, Εμανουέλ Φουρεΐξ, στο «France Culture», όταν πριν από μερικά χρόνια ξέσπασε το Κίνημα των Κίτρινων Γιλέκων.
Το τελευταίο διάστημα ήρθε η σειρά του Εμανουέλ Μακρόν να γίνει στόχος της διαμαρτυρίας της κατσαρόλας. Σε πολλά δημαρχεία και πλατείες της Γαλλίας διοργανώθηκαν τη Δευτέρα θορυβώδεις «συναυλίες» με μεταλλικά κουζινικά, την ώρα του τηλεοπτικού διαγγέλματος του προέδρου, με το οποίο προσπάθησε να δικαιολογήσει την παράταση του εργασιακού βίου των Γάλλων ως τα 64 και να αλλάξει την ατζέντα με υποσχέσεις για φιλολαϊκές μεταρρυθμίσεις.
Στον 20ό αιώνα οι τεντζερέδες, τα καπάκια, οι κουτάλες, τα τηγάνια και τα κουταλοπίρουνα καθιερώθηκαν ως όπλο πολιτικού αγώνα μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Τις δεκαετίες του 1950-60 τα κοπανούσαν στους δρόμους οι οπαδοί της ακροδεξιάς γαλλικής παραστρατιωτικής οργάνωσης OAS, που ήθελαν να παραμείνει η Αλγερία κομμάτι της Γαλλίας (ανάμεσά τους και ο πατέρας της Μαρίν Λεπέν, ο Ζαν-Μαρί).
Το έθιμο όμως γνώρισε την αποθέωσή του στη Λατινική Αμερική την ταραγμένη δεκαετία του 1970, όταν αμερικανοκίνητες χούντες και λαϊκά κινήματα συγκρούονταν σε μίνι εμφυλίους. Τα περίφημα caserolazos, δηλαδή τις «συναυλίες» στους δρόμους με κατσαρόλες και ξύλινες κουτάλες, που ακούγονταν σαν κύμβαλα, τις καθιέρωσαν οι δεξιοί νοικοκυραίοι της Χιλής, ενάντια στον μαρξιστή πρόεδρο Σαλβαδόρ Αλιέντε, λόγω των ελλείψεων στα τρόφιμα από τις αμερικανικές κυρώσεις. Ακριβώς τέσσερις δεκαετίες αργότερα, το 2001, ήταν η σειρά των Αργεντινών να παίξουν κατά χιλιάδες ταμπούρλο με κουζινικά στους δρόμους του Μπουένος Αϊρες, έμπλεοι οργής για τις συνέπειες της χρεοκοπίας: Λόγω των capital controls (που στην Αργεντινή τα ονόμασαν corralito ή «μαντρί») έμειναν χωρίς πρόσβαση στους τραπεζικούς λογαριασμούς τους εν μέσω βαθιάς οικονομικής κρίσης. Εκτοτε η κατσαρόλα έγινε παγκόσμιο όργανο πολιτικής διαμαρτυρίας, από τη Μιανμάρ ως τον Καναδά. Το 2019 οι κάτοικοι του Λιβάνου χτυπούσαν τηγάνια, κατσαρόλες και βραστήρες από τα μπαλκόνια τους, ακόμη και μετά τον τερματισμό των μαζικών διαδηλώσεων για τη χρεοκοπία και τα capital controls, που ισχύουν ως τις μέρες μας. Φέτος στην Κένυα οι διαμαρτυρίες με άδειες κατσαρόλες ήταν ένας τρόπος για να διαδηλώσουν οι πολίτες την οργή τους για την ακρίβεια.
Το 2021 στη Μιανμάρ ο κόσμος διαδήλωσε κατά της χούντας όχι μόνο χτυπώντας κατσαρόλες (που σύμφωνα με την τοπική παράδοση διώχνουν τα κακά πνεύματα), αλλά και με κόρνες, σφυρίχτρες, τρομπέτες και κάθε άλλο θορυβώδες μέσο.
Απαγόρευση κατοχής μαγειρικών σκευών!
Πριν από λίγες ημέρες η Αστυνομία απαγόρευσε την κατοχή «κάθε φορητού εξοπλισμού παραγωγής ήχου», απομακρύνοντας διαδηλωτές με κατσαρόλες και τηγάνια κατά την επίσκεψη του Μακρόν στην κοινότητα Γκανζ της Νότιας Γαλλίας, -όπου ο «Δίας» δεν απέφυγε να δεχτεί ένα αβγό στο… κεφάλι- όπως στη Λιόν το 2021. Ευτυχώς, αντέδρασε ψύχραιμα, λέγοντας ότι «στο δικό του σπίτι τις κατσαρόλες, τα τηγάνια και τα αβγά τα χρησιμοποιούμε μόνο για μαγειρική». Η συνταγή πάντως, μέχρι στιγμής δεν του βγαίνει, καθώς σε δημοσκόπηση της Ifop μετά και το τηλεοπτικό του διάγγελμα, το 76% δεν τον εμπιστεύεται ότι θα βελτιώσει την κατάσταση στη χώρα.