Γράφει ο Γιώργος Σερφιώτης
Η πολιτική του διαδρομή μέχρι την υποψηφιότητα και τα σκάνδαλα
Ο Φρανσουά Φιγιόν, γεννήθηκε στο Λε Μανς της Γαλλίας στις 4 Μαρτίου του 1954, με ανώτατες σπουδές στο Δημόσιο Δίκαιο. Εκλέγεται σε δημόσια αξιώματα από το 1981, ενώ έχει διατελέσει πέντε φορές υπουργός, μεταξύ των οποίων Εργασίας το 2002 και Παιδείας το 2004, μέχρι τελικά να γίνει πρωθυπουργός το διάστημα μεταξύ 2007-2012, υπό την προεδρία του Νικόλα Σαρκοζί.
Η πολιτική του πρόταση προς του πολίτες για το μέλλον της Γαλλίας, χαρακτηρίζεται ως ξεκάθαρα συντηρητική και παράλληλα ακραία φιλελεύθερη στο πεδίο της οικονομίας και της εργασίας. Ο ίδιος είναι πιστός καθολικός και στο πρόσωπό του οι συντηρητικές γαλλικές οικογένειες φαίνεται να βρήκαν έναν γνήσιο εκφραστή τους, που συγκεντρώνει όλα τα χαρακτηριστικά που έψαχναν.
Αυτή η ταύτιση, φάνηκε στο αναπάντεχο για πολλούς και κυρίως για τους δημοσκόπους αποτέλεσμα των προκριματικών των Γάλλων συντηρητικών τον περασμένο Νοέμβριο. Ο Φιγιόν κέρδισε άνετα το χρίσμα για τη διεκδίκηση της Γαλλικής Προεδρίας από τους υπόλοιπους συνυποψήφιους, παρά το γεγονός πως οι δημοσκοπήσεις δεν του έδιναν καμία πιθανότητα.
Η αρχική αποκάλυψη
Συνέβη στις 25 του Ιανουαρίου που μας πέρασε, μέσω της «Le Canard enchaîné», μιας σατυρικής εβδομαδιαίας εφημερίδας στη Γαλλία, που φιλοξενεί συχνά άρθρα ερευνητικής δημοσιογραφίας και διαρροές κυβερνητικών πηγών και οικονομικών παραγόντων.
Το άρθρο που δημοσίευσε η εφημερίδα κατηγορούσε την Πηνελόπη Φιγιόν, σύζυγο του υποψήφιου για το Προεδρικό αξίωμα, πως είχε δηλώσει ψευδώς εργασιακή σχέση ως «κοινοβουλευτική βοηθός» του άντρα της. Η αμφισβητούμενη περίοδος που με βάση το άρθρο υπήρξε αργομισθία, καλύπτει ένα διάστημα οκτώ ετών, με τις δηλωμένες απολαβές της συζύγου Φιγιόν για το επίμαχο διάστημα να φτάνουν τα 500.000 ευρώ.
Παράλληλα μέσα από τις γραμμές του άρθρου, αποκαλύπτεται και δεύτερη επαγγελματική απασχόληση της που πιθανώς να κρύβει σκιές. Η κυρία Φιγιόν, είχε δηλωθεί ως «λογοτεχνική σύμβουλος» σε ένα μηνιαίο περιοδικό λογοτεχνίας και πολιτισμού, το «Revue des deux Mondes». Και σε αυτή την περίπτωση η αμοιβή της θεωρήθηκε εξαιρετικά υψηλή, ειδικά για τα λίγα δημοσιευμένα πειστήρια της δουλειάς της, καθώς η δηλωμένη μηνιαία αποζημίωση έφτανε τα 5.000 ευρώ, με το σύνολο των αποδοχών να αγγίζουν τα 100.000 ευρώ.
Οι αρχικές αυτές αποκαλύψεις οδήγησαν σε προκαταρκτική έρευνα από την οικονομική δικαιοσύνη την ημέρα της δημοσίευσης του άρθρου, καθώς επίσης και σε έντονη δυσαρέσκεια από του Γάλλους, όλων των πολιτικών πεποιθήσεων.
Στις 31 Ιανουαρίου η ίδια εφημερίδα που δημοσίευσε το πρώτο άρθρο με αναφορά σε πιθανό «Penelopegate», πρόσθεσε νέες πληροφορίες για το θέμα, αυξάνοντας την επίμαχη περίοδο πιθανής αργομισθίας σε 15 χρόνια και βεβαίως τις συνολικές αποδοχές που πλέον έφταναν και ξεπερνούσαν τις 800.000 ευρώ. Επιπρόσθετα στην εμπλοκή της συζύγου του Φρανσουά Φιγιόν, η εφημερίδα αυτή τη φορά ενέτασσε στο κάδρο και δύο από τα παιδιά τους, που φαινόταν να έχουν λάβει υπερβολικά υψηλή αποζημίωση για το έργο τους και πάλι στα πλαίσια του κοινοβουλίου.
Η αντίδραση Φιγιόν
Άργησε σημαντικά, αλλά εν τέλη υπήρξε επίσημη αντίδραση του προεδρικού υποψηφίου. Σχεδόν μία εβδομάδα μετά την έναρξη της προκαταρκτικής έρευνας της οικονομικής δικαιοσύνης που βασίστηκε στο αποκαλυπτικό άρθρο της εφημερίδας, ο Φιγιόν έδωσε συνέντευξη τύπου στην οποία δήλωσε αθώος αλλά παραδέχθηκε «κακή κρίση».
Πιο συγκεκριμένα ο έμπειρος Γάλλος πολιτικός, προσπάθησε αφενός να προστατεύσει τη σύζυγό του εξαίροντας τις ικανότητες της και την κρίσιμη συνεισφορά της στο κοινοβουλευτικό έργο του, αφετέρου προασπίστηκε την αθωότητά τους σε μια προσπάθεια να διασώσει την προεκλογική του καμπάνια και να διατηρηθεί στη διαδικασία διεκδίκησης της Γαλλικής Προεδρίας παρά τις αρχικές φήμες για αποχώρηση.
Στη συνέντευξη αυτή ο Φιγιόν παραδέχθηκε πως έσφαλε, καθότι ακολουθώντας δίχως περίσκεψη μια πρακτική του παρελθόντος (τη στελέχωση δηλαδή του γραφείου με μέλη της οικογένειάς του), δεν κατάφερε να συνειδητοποιήσει πως οι καιροί έχουν πλέον αλλάξει και οι Γάλλοι πολίτες δεν δέχονται αδιαμαρτύρητα συμπεριφορές νεποτισμού που κρύβουν σκιές.
Η προσπάθεια αυτή του Φιγιόν για προεκλογική αντεπίθεση μέσα από τη συνέντευξη τύπου με επαναφορά στη δημόσια συζήτηση του προγράμματός του, φάνηκε να του αποφέρει καρπούς, καθώς οι δημοσκοπήσεις έδειξαν ανάκαμψή του στα ποσοστά για τον α’ γύρο. Όμως η πλήρης έλλειψη στοιχείων από μεριάς του προς τους δημοσιογράφους για επιβεβαίωση των ισχυρισμών του, επέτρεψε σε πολλούς να αμφισβητούν την εκδοχή της οικογένειας Φιγιόν και να πιστεύουν πως υπήρχαν και άλλα στοιχεία που δεν είχαν γίνει γνωστά.
Νομικό και πολιτικό διακύβευμα
Η προκαταρκτική έρευνα των δικαστικών αρχών που ξεκίνησε βασιζόμενη στους ισχυρισμούς της εφημερίδας συνεχίστηκε όλο αυτό το διάστημα, με ανεπιβεβαίωτες φήμες να θέλουν τη κυρία Φιγιόν να περνά κάποιες ώρες εξεταζόμενη για την αποτύπωση της δικής της εκδοχής και πλέον λόγω της σοβαρότητας της υπόθεσης, των ενδείξεων αλλά και του πολιτικού διακυβεύματος, ανατέθηκε σε τριάδα ανώτατων δικαστικών.
Η «αναβάθμιση» αυτή της διαδικασίας, έφερε και την επίσημη κλήτευση για κατάθεση του ίδιου του Φιγιόν στις 15 του Μάρτη, εξέλιξη που έγινε γνωστή μέσα από νέα συνέντευξη τύπου που παραχώρησε εσπευσμένα την Τετάρτη 1 Μαρτίου.
Ο Προεδρικός υποψήφιος προέβη στην κίνηση αυτή, πιεζόμενος από το νομικό διακύβευμα που σε περίπτωση ενοχής επιφέρει δεκαετή ποινή φυλάκισης και πρόστιμο ύψους έως ενός εκατ. ευρώ με βάση τον ποινικό κώδικα, αλλά και από πολιτικό διακύβευμα για ήττα στον α’ γύρο των Προεδρικών εκλογών.
Στη δεύτερη αυτή προσπάθεια απάντησης, ο Φιγιόν καταφέρθηκε κατά των μηχανισμών της δικαιοσύνης που «δεν τον αντιμετωπίζουν ισότιμα», δηλώνοντας πως «το κράτος δικαίου καταστρατηγήθηκε συστηματικά» στην περίπτωσή του. Είναι αλήθεια πως η χρονική συγκυρία των αποκαλύψεων, αλλά και η ταχύτητα αντίδρασης της δικαιοσύνης συνδυαστικά εγείρουν κάποια ερωτήματα, χωρίς όμως να επισκιάζουν τις αιτιάσεις που οδήγησαν στην έρευνα.
Μπορεί λοιπόν ο Φρανσουά Φιγιόν να ισχυρίζεται πως πρόκειται για «πολιτική δολοφονία, χωρίς προηγούμενο», αλλά πλέον η εκ νέου απόφασή του να συνεχίσει για τη διεκδίκηση του προεδρικού αξιώματος εκλαμβάνεται από πολλούς, ακόμα και εντός του δικού του πολιτικού στρατοπέδου ως «πολιτική αυτοκτονία» τόσο του ίδιου, όσο και του κόμματος των Ρεπουμπλικάνων.
Πολιτικές και ενδοπαραταξιακές αντιδράσεις
Η φράση του Φιγιόν στην τελευταία συνέντευξη τύπου της Τετάρτης πως «Δεν παραιτούμαι, δεν αποχωρώ και θα πάω μέχρι τέλους», σήμανε και το τέλος της στήριξης προς το πρόσωπό του από πολλούς κεντροδεξιούς πολιτικούς υποστηρικτές του.
Σημαντικότατη αποχώρηση, ήταν αυτή του Brune Le Maire (Μπρούνο λε Μερ) που προοριζόταν να αναλάβει Υπουργός Εξωτερικών σε περίπτωση νίκης του Φιγιόν. Το υψηλόβαθμο στέλεχος των συντηρητικών, εξέφρασε δημοσίως την άποψη πως ο Φιγιόν έπρεπε να αποχωρήσει από την κούρσα διεκδίκησης, υπενθυμίζοντας παλαιότερη δέσμευση του υποψηφίου, ότι σε περίπτωση που ξεκινούσε επίσημη δικαστική έρευνα εις βάρος του, θα αποχωρούσε. Ο Le Maire, που είχε ηττηθεί από τον Φιγιόν στις προκριματικές του κόμματος των Ρεπουμπλικάνων για την ανάδειξη υποψηφίου, επέμεινε στην ανάγκη οι πολιτικοί να τηρούν τις δημόσιες δεσμεύσεις τους.
Το προεκλογικό θρίλερ βρίσκεται εμφανώς σε εξέλιξη, καθώς ο Φιγιόν έχει υποχωρήσει τρίτος στις δημοσκοπήσεις, πίσω από την Λε Πεν και τον Μανουέλ Μακρόν, που σημαίνει πως θα μείνει έκτος β’ γύρου. Η πιθανότητα οι Ρεπουμπλικάνοι να χάσουν την ευκαιρία διεκδίκησης της Γαλλικής Προεδρίας είναι ισχυρή και ενισχύεται από το γεγονός πως δεν υπάρχει κανένας πιθανός αντικαταστάτης για τον Φιγιόν, καθώς ήταν ο μόνος που φαινόταν να μπορεί να ενώσει το διασπασμένο συντηρητικό κόμμα.
Όμως για το στρατόπεδο του Φιγιόν, ο Le Maire δεν ήταν ο μόνος που αποχώρησε. Το γαλλικό κεντροδεξιό κόμμα «Ένωση Δημοκρατών και Ανεξάρτητων» (UDI), που στήριζε τον Φιγιόν από την εκλογή του τον περασμένο Νοέμβριο, απέσυρε και αυτό τη στήριξη στην υποψηφιότητά του μετά τη συνέντευξη τύπου. Το UDI έχει δύναμη 28 βουλευτών και σύμφωνα με δήλωση του Προέδρου του, θα συνεδριάσει σύντομα η εκτελεστική επιτροπή για να λάβουν συλλογικές αποφάσεις.
Οι αποχωρήσεις αυτές και οι διαμαρτυρίες στελεχών συνδέονται όμως και με τη ξαφνική αλλαγή στρατηγικής και θεματολογίας από τον Φιγιόν, που πιεζόμενος από τις αρνητικές δημοσκοπήσεις, επέλεξε να αφήσει τα οικονομικά ζητήματα και να επικεντρωθεί στα θέματα ασφάλειας, προσπαθώντας έτσι να ανακόψει τον κεντρώο Μανουέλ Μακρόν που δείχνει να σταθεροποιείται στη 2η θέση του α’ γύρου.
Η επιλογή αυτή χαρακτηρίζεται από πολλούς ως σπασμωδική, που αντί να προσεγγίζει τους κεντρώους ψηφοφόρους, εν τέλει τους απομακρύνει, καθησυχάζοντας παράλληλα την σκληρή εκλογική βάση του Φιγιόν. Προς ώρας, οι υπεύθυνοι της καμπάνιας του υποψήφιου των Γάλλων συντηρητικών, καλούν σε εγρήγορση τους υποστηρικτές του, διοργανώνοντας συγκέντρωση στη φημισμένη πλατεία του Τροκαντερό για την προσεχή Κυριακή στις 3μμ. Μένει να φανεί κατά πόσο οι τελευταίες εξελίξεις αποσυσπείρωσαν τους θερμούς υποστηρικτές του ή τους πείσμωσαν να διεκδικήσουν ακόμα πιο μαχητικά την επικράτηση του εκλεκτού τους στις επικείμενες εκλογές.
Συνέχεια στις αποκαλύψεις;
«Ενός κακού, μύρια έπονται», λέει η γνωστή λαϊκή ρήση και στην περίπτωση της καμπάνιας του Φιγιόν, επιβεβαιώνεται. Οι αρχικές αποκαλύψεις της εφημερίδας «Le Canard enchaîné» φαίνεται πως κέντρισαν το ενδιαφέρον ερευνητών και δημοσιογράφων που άρχισαν δικές τους έρευνες. Κάπως έτσι, η γνωστή ιστοσελίδα Buzzfeed αναφέρει σε πρόσφατο ρεπορτάζ της πως ενδεχομένως να υπάρχουν άλλες δύο περιπτώσεις αργομισθίας στο κοινοβουλευτικό επιτελείο του Φιγιόν.
Πρόκειται για δύο πρόσωπα που φαίνεται να έχουν δηλωθεί ως βοηθοί, την ώρα όμως που κανείς δεν τους θυμάται να δουλεύουν εκεί και δεν μπορεί να εντοπιστεί δικό τους έργο στις κοινοβουλευτικές διαδικασίες. Οι δημοσιογράφοι, με βάση το άρθρο, προσπάθησαν να επικοινωνήσουν με το επιτελείο, καθώς και με τα δύο πρόσωπα αλλά δεν έλαβαν απαντήσεις.
Απομένει πλέον στα χέρια της δικαιοσύνης αλλά και του ίδιου του Φιγιόν, η ευθύνη να απαντηθούν επίσημα και χωρίς σκιές τα όσα καταγγέλλονται, είτε με επιβεβαίωση των ισχυρισμών, είτε με συνολική διάψευσή τους.