Από την άλλη πλευρά, οργίαζαν και οι ανεύθυνες διαδόσεις για την τύχη όσων είχαν συλληφθεί και είχαν κατηγορηθεί ως υπαίτιοι της Μικρασιατικής Καταστροφής. Μάλιστα, μεγάλες διαστάσεις είχαν πάρει οι φήμες για την εκτέλεση των υπαιτίων και μάλιστα με συνοπτικές διαδικασίες. Οι φήμες έφθασαν και στο διπλωματικό σώμα των ξένων πρεσβειών, οι οποίοι είχαν αρχίσει να ανησυχούν.
Ειδικότερα, οι πρεσβευτές της Αγγλίας και της Γαλλίας είχαν ανησυχήσει πάρα πολύ, γι’ αυτό ανέλαβαν την πρωτοβουλία για να συναντηθούν με τους ηγέτες του επαναστατικού κινήματος. Από την πλευρά τους οι επαναστατικοί ηγέτες, πληροφορηθέντες τις ανησυχίες των ξένων διπλωματικών, ανέλαβαν την πρωτοβουλία και επισκέφθησαν την αγγλική πρεσβεία, αφού είχαν ειδοποιήσει να είναι παρών και ο Γάλλος πρεσβευτής.
Στη συνάντηση αυτή οι ξένοι διπλωμάτες εξέφρασαν τις ανησυχίες τους για την τύχη των πολιτικών ανδρών που είχαν συλληφθεί. Εκεί οι εκπρόσωποι της επανάστασης διαβεβαίωσαν τους ξένους διπλωμάτες ότι δεν θα προβούν σε ακρότητες. Μάλιστα, μετά τη σύσκεψη, η οποία κράτησε περίπου 1 ½ ώρα, ο εκ των ηγετών της επαναστάσεως, Ν. Πλαστήρας, μίλησε προχείρως προς τους δημοσιογράφους, όπου δεν απέκρυψε το ενδιαφέρον των ξένων διπλωματών να δικασθούν οι κρατούμενοι από τακτικό δικαστήριο.
Εζητήθη από τους πρεσβευτές η έκδοση επισήμου ανακοινωθέντος, από το οποίο αποδεικνύεται ότι είχαν προβεί σε ρητή διακοίνωση. Στο ανακοινωθέν των πρεσβευτών, μεταξύ άλλων αναφέρετο ότι δεν θα είχε καλή απήχηση στην Ευρώπη και στην Αμερική η παραπομπή των υπαιτίων σε στρατιωτικά δικαστήρια και ότι οι πολιτικοί άνδρες δίδουν λόγο των πράξεών τους σε πολιτικά δικαστήρια, όπως συνέβη στη Γαλλία με την υπόθεση Καγιό κατά τη διάρκεια του πολέμου. Εις την απάντηση των ηγετικών στελεχών της επανάστασης περιήχετο και η διαβεβαίωση ότι «δεν εμφορείται η επανάστασις από εκδικητικάς προθέσεις, ούτε από προκαταλήψεις και έχει τόσα άλλα ζητήματα να ασχοληθεί και ιδία με την ανασύνταξιν του στρατού της Θράκης, ώστε να αφήσει η τιμωρία να γίνει εν καιρώ από τους αρμοδίους».
Από όλα τα ανωτέρω και από την έκθεση του Αγγλου πρεσβευτού συνάγεται ότι η Επαναστατική Επιτροπή είχε αναλάβει τότε τη δέσμευση να δικασθούν οι υπεύθυνοι υπό τακτικού δικαστηρίου, παρέχοντας πάσαν εγγύησιν και όχι βεβαίως υπό ειδικόν, δηλαδή έκτακτον και δη στρατοδικείον. Σε νέα έκθεση αργότερα ο Αγγλος πρεσβευτής σαφώς εκφράζεται για υπαναχώρηση των συνταγματαρχών Γονατά και Πλαστήρα από την αρχική τους δέσμευση. Ετσι διεγράφετο η κατάσταση και όλα έδειχναν ότι η κατάσταση έβαινε ομαλά. Μάλιστα στις 18 Σεπτεμβρίου/1 Οκτωβρίου η Επαναστατική Επιτροπή παρουσιάσθηκε επίσημα στον Βασιλιά Γεώργιο Β’ σε πρώτη εθιμοτυπική επίσκεψη. Στην επίσκεψη αυτή το βασιλιά προσεφώνησε ο Στ. Γονατάς, ο οποίος ακόμη διατηρούσε τον τίτλο του αρχηγού της επανάστασης, καίτοι ουσιαστικά αρχηγός ήταν ο Ν. Πλαστήρας. Το περιεχόμενο της προσφωνήσεως του Στ. Γονατά ήταν ένα κήρυγμα εναντίον της οξύτητας και υπέρ της ενότητος του έθνους και του λαού. Στο ίδιο πνεύμα απάντησε και ο βασιλιάς και όλα έδειχναν ότι η χώρα θα βάδιζε σε μία ομαλή πορεία, αφού πρώτοι οι ηγέτες της επανάστασης έδειχναν πνεύμα συνεργασίας και ειρηνικό τρόπο διακυβέρνησης της χώρας.
Μετά την επαναστατική ηγεσία, το βασιλιά επισκέφθησαν και οι πρεσβευταί των χωρών που είχαν διακόψει κάθε επαφή με τον βασιλιά Κωνσταντίνο. Πρώτος εκ των πρεσβευτών επεσκέφθη το βασιλιά ο πρεσβευτής της Μεγάλης Βρετανίας και στη συνέχεια το παράδειγμά του ακολούθησαν και οι διπλωμάτες των άλλων χωρών. Οι επισκέψεις όμως αυτές δεν σημαίνουν και de jure αναγνώριση του νέου βασιλιά, αλλά ήταν ένα δείγμα καλής θέλησης.
Εξελίξεις είχαμε και στα εσωτερικά της Επαναστατικής Επιτροπής. Eτσι η Επαναστατική Επιτροπή από δωδεκαμελής έγινε δεκατετραμελής με την είσοδο δύο ακόμα προσώπων που εκπροσωπούσαν παράγοντες του εσωτερικού. Στην πορεία η Επαναστατική Επιτροπή υπέστη και άλλες αριθμητικές μεταβολές λόγω της χρησιμοποιήσεως μελών της σε διάφορες θέσεις. Τελικά με την αιτιολογία ότι ήταν δυσκίνητος λόγω του μεγάλου αριθμού, περιορίσθηκε την 28 Σεπτεμβρίου/11 Οκτωβρίου 1922 σε πενταμελή. Τα μέλη της νέας Επαναστατικής Επιτροπής ήσαν ο Στ. Γονατάς ως αρχηγός, όπως και παλαιότερα, ο Ν. Πλαστήρας, ο Λ. Σακελλαρόπουλος, ο τότε πλοίαρχος Αλ. Χατζηκυριάκος και ο τότε αντιπλοίαρχος Δ. Φωκάς, ο οποίος μετά από λίγες ημέρες αποχώρησε λόγω του ότι η μετριοπάθειά του δεν συνεβιβάζετο με άκραν αδιαλλαξία του Αλεξ. Χατζηκυριάκου. Η Επαναστατική Επιτροπή παρίστατο στις συνεδριάσεις του Υπουργικού Συμβουλίου. Βέβαια, κατ’ αυτόν τον τρόπο επιτυγχάνετο ένας συντονισμός των κυβερνητικών ενεργειών, όμως στην ουσία το Υπουργικό Συμβούλιο λειτουργούσε σαν υποεπιτροπή της Επαναστατικής Επιτροπής.
Εκτός όμως από την κυρία επανάσταση και την Επαναστατική Επιτροπή, υπήρχε στην Αθήνα και η ομάδα των αδιαλλάκτων με επικεφαλής τον Θεόδωρο Πάγκαλο, η οποία δρούσε παρασκηνιακά. Σε κάποια φάση η ομάδα των αδιαλλάκτων σταμάτησε την παρασκηνιακή δράση και αποφάσισε να προβεί σε δημόσια επίδειξη δυνάμεως. Ετσι ο Θ. Πάγκαλος πραγματοποίησε στο Φιλολογικό Σύλλογο «Παρνασσός» συγκέντρωση 300 περίπου κατώτερων αξιωματικών με σκοπό την άμεση και αυστηρή τιμωρία των υπαιτίων της Μικρασιατικής Καταστροφής. Στη συγκέντρωση αυτή απεφασίσθη και εξεδόθη ψήφισμα με στόχο να επηρεάσει την Επαναστατική Επιτροπή για την τιμωρία των ενόχων της Μικρασιατικής Καταστροφής. Μετά από τις ανωτέρω ενέργειες η Επαναστατική Επιτροπή με διάγγελμά της προς τον ελληνικό λαό και με τη δικαιολογία της αποσαφηνίσεως των θέσεών της, μετέβαλλε ουσιαστικά πορεία και εστρέφετο πλέον προς την αδιαλλαξία ευθυγραμμιζομένη με το ψήφισμα των αδιαλλάκτων του Θ. Πάγκαλου. Πέραν όμως από την ανωτέρω θέση, επανελάμβανε τις διαβεβαιώσεις για τον υπερκομματικό της χαρακτήρα και την άσκηση πολιτικής εθνικής σωτηρίας, ως και τις υποσχέσεις για εκλογές και την πλήρη σύσφιξη των σχέσεων με τις Μεγάλες Δυνάμεις. Σε άλλο σημείο του διαγγέλματος ετονίζετο ότι η πολιτική της εθνικής σωτηρίας συνίστατο εις την προσπάθεια «προς έξαρσιν του εθνικού φρονήματος και συναδέλφωσιν. Αλλά η συναδέλφωσις θα ήτο αρχή ανήθικος, αν επρόκειτο να σημάνη λήθη ή μετάθεσιν τρομερών ευθυνών, σύγχισιν των αθώων και των ενόχων». Και συνέχιζεν ότι θεωρεί «επιβεβλημένη την παραδειγματικήν τιμωρίαν των εχθρών της πατρίδος, εις τους οποίους οφείλεται η κατάρρευσις του μετώπου, καθώς και η διεθνής καταδίκη της Θράκης, η οποία δυστυχώς είχε προηγηθεί της επαναστάσεως, καθώς και τον οριστικόν, ηθικόν και πολιτικόν θάνατον των πολιτικών της καταστροφής».
Το ανωτέρω κείμενο δεν αποτελούσε διευκρίνιση των στόχων της επανάστασης, αλλά αναίρεση των προηγουμένων εξαγγελιών. Γιατί όμως η επανάσταση άλλαζε γραμμή πλεύσης; Ποια γεγονότα ανάγκασαν την Επαναστατική Επιτροπή να αλλάξει γραμμή; Οι λόγοι είναι πολλοί. Κυριότεροι λόγοι που ανάγκασαν την ηγεσία της επανάστασης να αλλάξει γραμμή πλεύσης ήσαν οι εξής: 1) Οι σκληρές διακηρύξεις του Θ. Πάγκαλου, ο οποίος είχε επηρεάσει τους νέους αξιωματικούς. 2) Οι μεγάλες και πιεστικές αξιώσεις των προσφύγων, οι οποίοι υπήρξαν τα πρώτα και τα μεγάλα θύματα της Μικρασιατικής Καταστροφής. 3) Οι μεγάλες αντιδράσεις που δημιούργησαν στην Επαναστατική Επιτροπή οι πιεστικές ενέργειες των συμμάχων, από τις οποίες εθίγετο το εθνικό φιλότιμο και ετίθετο σε δοκιμασία το κύρος της επανάστασης. Τέλος, πολλοί επέρριψαν ευθύνες στον Ν. Πολίτη, ως προσωπικώς ενεργούντος, αλλά κυρίως ως μεταφέροντα τις απόψεις του Ελ. Βενιζέλου.
Από την έντυπη έκδοση
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr