Μιλάμε για τον μεγάλο καύσωνα του 1987, έναν από τους χειρότερους που είχε γνωρίσει η Ελλάδα… Τα επίσημα στοιχεία ανέφεραν ότι οι νεκροί έφτασαν τους 1300, ωστόσο πολλοί είναι εκείνοι που υποστηρίζουν ότι ήταν περισσότεροι, απλά το πολιτικό κόστος θα ήταν τεράστιο αν έβγαινε στην δημοσιότητα το πραγματικό μέγεθος της τραγωδίας.
Το ETheMagazine του Eleftherostypos.gr γυρίζει το ρολόι του χρόνου πίσω και θυμάται τον καύσωνα του 1987 που δυστυχώς έμεινε στην ιστορία για τους πολλούς νεκρούς που άφησε πίσω του.
Πριν, λοιπόν, από 30 χρόνια και συγκεκριμένα από τις 20 Ιουλίου του 1987 η Ελλάδα άρχισε να βιώνει μια πρωτοφανή τραγωδία. Πρόκειται για το πιο θανατηφόρο κύμα καύσωνα στη σύγχρονη ελληνική ιστορία και που άφησε πίσω του εκατοντάδες νεκρούς.
Μιλάμε για μια εποχή που τα αιρ κοντίσιον δεν υπήρχαν, τα μέτρα προστασίας ήταν ελάχιστα και υποτυπώδη και ο υδράργυρος για μία εβδομάδα ήταν πάνω από τους 40 βαθμούς. Παράλληλα υπήρχε άπνοια και τα ποσοστά της υγρασίας ήταν σε πολύ υψηλά επίπεδα. Ο χειρότερος συνδυασμός, δηλαδή, που θα μπορούσε να υπάρξει ώστε να προκαλέσει την καταστροφή.
Στην Αθήνα η κατάσταση ήταν πραγματική κόλαση. Η άσφαλτος στην κυριολεξία έλιωνε, οι τσιμεντένιες πολυκατοικίες έβγαζαν φωτιές και το κύμα καύσωνα ήταν τόσο μεγάλο που ακόμα και τα βράδια η θερμοκρασία δεν έπεφτε κάτω από τους 30 βαθμούς. Και όλα αυτά σε συνδυασμό με το νέφος που τη δεκαετία του 80’ ήταν το μεγάλο πρόβλημα της πρωτεύουσας. Οι ευπαθείς ομάδες, αλλά και οι ηλικιωμένοι ήταν αυτοί που χτυπήθηκαν περισσότερο και δεν κατάφεραν να επιβιώσουν.
Έτσι ξεκίνησε…
Όταν οι μετεωρολόγοι έκαναν γνωστό ότι η Ελλάδα θα χτυπηθεί από ένα σφοδρό κύμα καύσωνα κανείς δεν μπορούσε να φανταστεί τα όσα θα επακολουθούσαν.
Οι μέγιστες θερμοκρασίες, πάντως, ήταν σταθερά πάνω από 40 Κελσίου και η μέση τιμή τους ήταν στους 43. Μάλιστα στην Ελευσίνα ο υδράργυρος έδειχνε 45 βαθμούς Κελσίου και στη Νέα Φιλαδέλφεια 44. Από την άλλη οι ελάχιστες τιμές κυμαίνονταν από 29- 32 με μέση τιμή τους 31 βαθμούς Κελσίου.
Στις 22 Ιουλίου στην εφημερίδα τα Νέα γινόταν αναφορά για τέσσερις νεκρούς, αλλά σε καμιά περίπτωση δεν μπορούσε να προβλεφθεί η τραγική συνέχεια.
x
«Ο καύσωνας συνέβαλε στον θάνατο 4 ατόμων δύο στην Αθήνα και δύο στον Βόλο που έπασχαν από καρδιοπάθεια, ενώ δεκάδες άλλα, μεγάλης κυρίως ηλικίας, μεταφέρθηκαν με καρδιοαναπνευστικά προβλήματα σε διάφορα νοσοκομεία», έγραφαν χαρακτηριστικά τα Νέα. Οι διακοπές, μάλιστα, ρεύματος και νερού έκαναν ακόμα πιο δύσκολα τα πράγματα.
Σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης η χώρα
Η χώρα στις 25 Ιουλίου κηρύχθηκε σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης με τους νεκρούς να έχουν φτάσει ήδη τους 300 και με την τάση να είναι αυξητική με δεδομένο ότι ο καύσωνας, σύμφωνα με τις μετεωρολογικές προβλέψεις, δεν θα υποχωρούσε σύντομα.
Μέσα από τα δελτία ειδήσεων της κρατικής τηλεόρασης (δεν υπήρχε ακόμα ιδιωτική) γινόταν έκκληση ονομαστικά, μάλιστα, σε πολλές οικογένειες που είχαν φύγει για διακοπές να επικοινωνήσουν με την αστυνομία για σοβαρή οικογενειακή τους υπόθεση. Αυτό πολύ απλά σήμαινε ότι κάποιος συγγενής τους δεν κατάφερε να επιβιώσει από τον καύσωνα.
Τα ρεπορτάζ της εποχής ήταν δίχως υπερβολή σοκαριστικά… Ανέφεραν ότι οι θάλαμοι για νεκρούς στα νοσοκομεία είχαν… φουλάρει και δεν υπήρχε χώρος για άλλους. «Όπως έγινε γνωστό, τα στρατιωτικά νοσοκομεία διέθεσαν τους νεκροθαλάμους τους και ήδη μεταφέρονται σε αυτούς νεκροί από άλλα νοσοκομεία», έγραφαν οι εφημερίδες. Για να δοθεί λύση στο πρόβλημα επιστρατεύτηκαν ακόμα και ψυγεία των βαγονιών των τρένων του ΟΣΕ.
Η κατάσταση άρχισε να εξομαλύνεται μετά την έβδομη μέρα, όταν ο υδράργυρος άρχισε να πέφτει, αλλά οι συνέπειες ήταν τραγικές με 1300 νεκρούς από τους οποίους οι 1115 στην Αττική.
Δεν είναι λίγοι εκείνοι που υποστηρίζουν ότι οι νεκροί ήταν πολλοί περισσότεροι και για πολιτικούς λόγους δεν αναφέρθηκαν… Ο μετεωρολόγος Γιώργος Μελανίτης σε βιβλίο γράφει ότι οι νεκροί ήταν περισσότεροι από 3.500. Μάλιστα οι 2.500 ήταν στην Αθήνα. Με τη σειρά του και ο Δημήτρης Ζιακόπουλος στο βιβλίο του «Καιρός: Ο Γιος της Γης και του Ήλιο», τόμος ΙΙ «η πρόγνωση» επισημαίνει ότι οι νεκροί από το φονικό καύσωνα του 1987 στην Ελλάδα άγγιξαν τους 4.000.