Ταυτόχρονα επιβεβαιώθηκαν στο ακέραιο οι σφοδρές αντιδράσεις της Νέας Δημοκρατίας, που εγκαίρως είχε επισημάνει τους κινδύνους, από το γεγονός ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ αναγνώρισε «μακεδονική» γλώσσα και εθνότητα, ότι μετά την υπογραφή δεν θα υπήρχαν περιθώρια για αλλαγές και για αυτό η Ν.Δ. είχε χρησιμοποιήσει τότε το ισχυρότερο όπλο που διέθετε καταθέτοντας πρόταση μομφής.
Η παραβίαση, ωστόσο, του περιεχομένου της Συμφωνίας από την πλευρά των Σκοπίων πλέον δείχνει ότι οι γείτονες -και δη το εθνικιστικό κόμμα- δεν σέβονται την υπογραφή και το Σύνταγμά τους με τη χρησιμοποίηση του ονόματος «Μακεδονία», και μάλιστα από τη νέα πρόεδρο της χώρας.
Αποδεικνύεται επίσης σωστή η απόφαση της κυβέρνησης Μητσοτάκη να μην προχωρήσει στην ψήφιση των εφαρμοστικών νόμων – παραρτημάτων της Συμφωνίας, βλέποντας ότι οι Σκοπιανοί δεν εφήρμοζαν τις δικές τους δεσμεύσεις προκειμένου να υλοποιηθούν τα επόμενα βήματα της Συμφωνίας. Η Συμφωνία των Πρεσπών τελικώς εξέθρεψε τον εθνικισμό των γειτόνων δημιουργώντας και τριβές μεταξύ Σκοπίων και Σόφιας, λόγω αναγνώρισης «μακεδονικής» γλώσσας, και έδειξε ότι η Ελλάδα έδωσε τότε πολλά χωρίς να κερδίσει απολύτως τίποτε.