«Οι δειγματοληψίες από το σημείο της σύγκρουσης, με οκτώ μήνες καθυστέρηση και μετά τις πρόσφατες πλημμύρες, δεν ελπίζουμε να εισφέρουν νέα στοιχεία, είναι όμως εμμέσως χρήσιμες, ώστε να αξιολογηθούν η ακρίβεια και η επαναληψιμότητα των προηγούμενων μετρήσεων. Το θετικό, πάντως, είναι ότι, έστω και με όποια χρονική καθυστέρηση, η ανάκριση πλέον κινείται προς την κατεύθυνση της ουσιαστικής διερεύνησης των αιτιών της τεράστιας ανάφλεξης και της φωτιάς η οποία στοίχισε τη ζωή σε κάποιους από τους τραυματίες και τους εγκλωβισμένους», λέει στον «Ε.Τ.» της Κυριακής ο Κώστας Λακαφώσης, μέλος της επιτροπής πραγματογνωμόνων των οικογενειών των θυμάτων, και προσθέτει: «Είναι αλήθεια ότι η σύγκρουση ήταν πολύ σφοδρή και δεν άφησε περιθώρια επιβίωσης στους περισσότερους από τους 57 νεκρούς, οι περισσότεροι από τους οποίους έχασαν τη ζωή τους από τις συνέπειες της ίδιας της σύγκρουσης.
Ομως, υπάρχουν ιατροδικαστικά ευρήματα για τουλάχιστον ένα θύμα και βάσιμες εκτιμήσεις για επιπλέον 7 με 8 θύματα που έχασαν τη ζωή τους από τη φωτιά και όχι από τη σύγκρουση». Ερευνα έγινε αρχικά στο σημείο του δυστυχήματος με σκαπτικό μηχάνημα που αφαίρεσε το τσιμέντο με το οποίο καλύφθηκε η περιοχή μετά το δυστύχημα. Στη συνέχεια οι ειδικοί βρέθηκαν και στο σημείο όπου φυλάσσονται τα συντρίμμια του μοιραίου τρένου συνοδευόμενοι από συγγενείς θυμάτων. Εκεί εκτυλίχθηκαν σκηνές θρήνου όταν οι γονείς αντίκρισαν τα βαγόνια στα οποία τα παιδιά τους βρήκαν τραγικό θάνατο.
Η πλευρά των συγγενών χαρακτηρίζει προσχηματική τη νέα δειγματοληψία, δεδομένου ότι είναι σχεδόν βέβαιο ότι οκτώ μήνες μετά και με τις πλημμύρες που μεσολάβησαν, είναι εξαιρετικά μικρές οι πιθανότητες να προκύψουν χρήσιμα συμπεράσματα. Παράλληλα θεωρούν πιο ουσιαστική την έρευνα που θα γίνει την ερχόμενη εβδομάδα με τη βοήθεια ειδικών σκύλων για την ανεύρεση ανθρώπινων υπολειμμάτων, με δεδομένο ότι βρέθηκε τμήμα οστού τον Μάιο και ότι από μία επιβάτιδα δεν εντοπίστηκε ποτέ βιολογικό υλικό. Η έρευνα αυτή θα γίνει έπειτα από ενέργειες των συγγενών, οι οποίοι ζήτησαν από τον ανακριτή να διορίσει πραγματογνώμονες γι’ αυτόν τον σκοπό.
«Παύλος Ντεγκρές»: Η πολιτική κόντρα στο αίτημα της τέως βασιλικής οικογένειας για ιθαγένεια και το παρασκήνιο
Τέμπη: Χάθηκαν τα βίντεο
Καμία εικόνα του εμπορικού τρένου από την ώρα που αναχώρησε από τη Θεσσαλονίκη μέχρι τη στιγμή της σφοδρής σύγκρουσης στα Τέμπη δεν έχουν στη διάθεσή τους οι Αρχές. Σύμφωνα με πληροφορίες του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής, σε αντίθεση με την επιβατική αμαξοστοιχία Intercity που είναι καταγεγραμμένη σε εικόνα μέχρι και τον σταθμό της Λάρισας και τα βίντεο αυτά είναι μέρος της δικογραφίας, δεν υπάρχει βιντεοληπτικό υλικό από το ταξίδι του εμπορικού τρένου, γιατί τα βίντεο, σύμφωνα με τον κανονισμό, διαγράφονται έπειτα από 15 ημέρες και -άγνωστο γιατί- δεν ζητήθηκε να σωθούν. Πρόσφατα, σύμφωνα με τις ίδιες πληροφορίες, ο ανακριτής που χειρίζεται την υπόθεση ζήτησε να γίνει ειδική επεξεργασία, ώστε να ανακτηθούν, αν είναι εφικτό, τα επίμαχα βίντεο. Οι εμπειρογνώμονες των οικογενειών των θυμάτων θεωρούν ότι το υλικό αυτό θα μπορούσε να είναι ένα σημαντικό στοιχείο στα χέρια τους, γιατί με ειδική ανάλυση και επεξεργασία της εικόνας ίσως φωτιζόταν το μυστήριο για το φορτίο του τρένου. «Θα μπορούσαμε να δούμε αν μετέφερε μόνο τα υλικά που είχαν δηλωθεί ή αν σε κάποιο σημείο βρισκόταν κάποιο ύποπτο επιπλέον φορτίο», λένε χαρακτηριστικά.
Τέμπη: Δεν «μίλησαν» τα κινητά
Την ίδια ώρα στο κενό έπεσαν οι προσδοκίες για νέα στοιχεία από την άρση του τηλεφωνικού απορρήτου για τις επικοινωνίες μέσω κινητών τηλεφώνων των μηχανοδηγών των δύο αμαξοστοιχιών που συγκρούστηκαν και του σταθμάρχη Λάρισας που έχει προφυλακιστεί για το δυστύχημα. Σύμφωνα με πληροφορίες του «Ε.Τ.» της Κυριακής, οι απαντήσεις που έστειλαν στις δικαστικές Αρχές τρεις εταιρίες κινητής τηλεφωνίας δεν φώτισαν περαιτέρω την υπόθεση σχετικά με το αν είχε αντιληφθεί ο μηχανοδηγός της αμαξοστοιχίας Intercity ότι εκινείτο στο αντίθετο ρεύμα της σιδηροδρομικής γραμμής μετά τη Λάρισα. Συγκεκριμένα, προέκυψε ότι το κρίσιμο χρονικό διάστημα μετά τις 11.00 το βράδυ οι μηχανοδηγοί των δύο τρένων δεν είχαν καμία συνομιλία μέσω κινητών μεταξύ τους αλλά ούτε και με τον σταθμάρχη, διαψεύδοντας τις φήμες για προσπάθειες των μηχανοδηγών των δύο τρένων να συνεννοηθούν μεταξύ τους.