Με ανακοίνωσή της, η ερευνητική ομάδα του Τμήματος Γεωλογίας και Γεωπεριβάλλοντος του ΕΚΠΑ, αποτελούμενη από τους καθηγητή δρ. Ευθύμη Λέκκα, υποψ. δρ. Σπυρίδωνα Μαυρούλη, υποψ. δρ. Μαριλία Γώγου, υποψ. δρ. Ιωάννα Τριαναταφύλλου, με τη συμμετοχή και του σεισμολόγου δρος Γεράσιμου Παπαδόπουλου, αναφέρει ότι από τα σημαντικότερα ευρήματα είναι η τεκτονική ανύψωση, που παρατηρήθηκε τόσο στο βόρειο όσο και στο νότιο τμήμα, δηλαδή στο ανερχόμενο τέμαχος του ρήγματος, που ενεργοποιήθηκε στον θαλάσσιο χώρο βόρεια του νησιού.
Η ερευνητική ομάδα πραγματοποίησε εκτεταμένη έρευνα πεδίου για το σεισμό της Σάμου, τις επιπτώσεις του στα κτίρια, τα συνοδά γεωδυναμικά φαινόμενα, το τσουνάμι και τις σημαντικές εδαφικές παραμορφώσεις.
«Το τσουνάμι που δημιουργήθηκε από το σεισμό της Σάμου, ύψους 1,6 μ., προκάλεσε σημαντικές βλάβες σε παράκτια καταστήματα και άλλες επιχειρήσεις.
Ενα μεγάλου βάρους container που μετατοπίστηκε πολλά μέτρα (βρισκόταν μπροστά από το σκάφος), ζημιές οι οποίες προκλήθηκαν στο εσωτερικό αποθήκης εστιατορίου μετά το τσουνάμι και η διάβρωση της παραλίας.
Ηταν το μεγαλύτερο στην Αν. Μεσόγειο μετά το μεγάλο τσουνάμι της Αμοργού (1956, ύψος 15-20 μ.). Υπενθύμισε δε τον υπαρκτό κίνδυνο, «για τον οποίο φωνάζω από το 1984. Γι’ αυτό με άλλους επιστήμονες συνιδρύσαμε (2005) το σύστημα προειδοποίησης της UNESCO στη Μεσόγειο και στον ΒΑ Ατλαντικό, στο οποίο είναι ενταγμένο και το εθνικό μας σύστημα», ανέφερε ο καθηγητής Γεράσιμος Παπαδόπουλος.
Από την έντυπη έκδοση