της Δρος. Άννας Κωνσταντινίδου*
Τη δεδομένη στιγμή, και μόνο που το υπουργείο Εξωτερικών στέλνει στη Λιβύη έναν από τους κορυφαίους διπλωμάτες μας, που γνωρίζει άπταιστα τα αραβικά ως Αιγυπτιώτης Έλληνας (Καϊρινός) που είναι, τον κ.Νικόλα Γαριλίδη (ο οποίος μέχρι πέρσι ήδη από τον Οκτώβριο του 2019 , μόλις ανέλαβε η κυβέρνηση Μητσοτάκη με ΥπΕξ τον κ. Δένδια, τοποθετήθηκε ως ο επικεφαλής της Ελληνικής Διπλωματίας στο Κάιρο και ήταν αυτός που ξαναμπόλιασε τις ελληνοαιγυπτιακές σχέσεις σε ακόμα βαθύτερο επίπεδο), αντιλαμβανόμαστε ότι πολύ σύντομα η Λιβύη ένα ομολογουμένως εχθρικότατο περιβάλλον απέναντι στα ελληνικά συμφέροντα, και παρά το γεγονός ότι είναι γνωστό πώς λειτουργούν οι τοπικές φατρίες και φυλές, εντούτοις είναι σίγουρο ότι πλέον η Διπλωματία μας εκεί θα παράγει δειλά – δειλά έργο.
Σε ότι αφορά τις δηλώσεις των δύο Ελλήνων ηγετών από την Κύπρο χθες, φάνηκε και μετά την οργάνωση κοινού ελληνικού συμβουλίου το οποίο θα συσκεφθεί για πρώτη φορά στις 11 και 12 Οκτωβρίου, αυτό που ήταν αίτημα δεκαετιών, δηλαδή η κοινή εξωτερική πολιτική ατζέντα, η οποία επεκτείνεται και στα στρατιωτικά ζητήματα (φυσικά οφείλουμε να πούμε ότι άτυπα στο στρατιωτικό πεδίο υφίσταται) παίρνει “σάρκα και οστά”.
Ο πρωθυπουργός είπε το αυτονόητο, που ωστόσο οι προηγούμενες ελληνικές κυβερνήσεις δεν το ομολογούσαν στο δημόσιο διάλογο. Είναι όνειδος για τη Διεθνή Κοινότητα ένα κυρίαρχο κράτος, ένα κράτος ευρωπαϊκό και κατ’ επέκταση δυτικό να φέρει το καθεστώς εγγυήσεων ως μία συνθήκη της εξωτερικής πολιτικής του και της εσωτερικής πολιτικής και πολιτειακής του “δόμησης”.
Φυσικά, μεγάλο μέρος της ευθύνης που ένα τμήμα της Κύπρου βρίσκεται υπό καθεστώς κατοχής οφείλεται και στη Βρετανία. Διότι οι Βρετανοί ήταν αυτοί που έδωσαν κοινωνιολογική υπόσταση στον εξισλαμισμένο πληθυσμό του εθνοτικού νησιού μας. Και το μόνο σίγουρο ότι η δήλωση του κ. Μητσοτάκη, όχι μόνο τον Ερντογάν “πόνεσε”, αλλά και τη Μ.Βρετανία. Όμως, τη δεδομένη στιγμή υπάρχει μία Αμερική που, όπως είπε και ο Μενέντεζ, η Κύπρος έχει ιδιαίτερη διάσταση για αυτήν.
Ωστόσο, είναι βέβαιο, ότι η Δικοινοτική, Διζωνική Ομοσπονδία μόνο δεινά θα δημιουργήσει ξανά, καθώς ουσιαστικά αυτό το καθεστώς διαμορφώθηκε με την απελευθέρωση της Κύπρου από τη Μ.Βρετανία. Για το λόγο αυτό ο λαός της Κύπρου είναι επιβεβλημένο να αποφασίσει κάτω από ποιο θεσμικό πλαίσιο θα συγκατοικήσει με τη μουσουλμανική κοινότητα.
Επίσης, επειδή είναι δύσκολο να βρεθεί ο αριθμός των επίλυδων μετά την Εισβολή του 1974 και της εποίκησης στη δεκαετία του 1990, οποιαδήποτε διαπραγμάτευση και διάλογος θα πρέπει να γίνεται στη βάση του καταγεγραμμένου μουσουλμανικού πληθυσμού πριν το 1974.
Μία λύση θα ήταν, η μουσουλμανική ομάδα να αναγνωριστεί με το καθεστώς της ιστορικής μειονότητας, δηλαδή με κάποια αυξημένα δικαιώματα σε σχέση με τις υπόλοιπες θρησκευτικές ομάδες που ζούνε στο εσωτερικό περιβάλλον του νησιού. Φυσικά, μία τέτοια πρόταση δεν θα την αποδεχτεί το τουρκικό κράτος. Όμως και το καθεστώς της ΔΔΟ δεν το αποδέχεται η πλειοψηφία (θέλω να πιστεύω) του κυπριακού λαού.
Σε κάθε περίπτωση, ο κυπριακός λαός οφείλει με Δημοψήφισμα να αποφασίσει, όπως έπραξε το 2004 με το Σχέδιο Ανάν.
Η Άννα Κωνσταντινίδου είναι Ιστορικός- Διεθνολόγος, Διδάκτωρ Δημοσίου Δικαίου & Πολιτικής Επιστήμης της Νομικής Σχολής ΑΠΘ, Επιστημονική Συνεργάτιδα του ΑΠΘ, διδάσκουσα στην Ανώτερη Διακλαδική Σχολή Πολέμου (ΑΔΙΣΠΟ) και τη Σχολή Εθνικής Άμυνας (ΣΕΘΑ).
Ειδήσεις σήμερα
Καιρός: Έρχονται ξανά 40αρια – Πότε & πού θα ανέβει ο υδράργυρος
Σοκ και δέος με την τιμή της βενζίνης – Ξεπερνά τα 2 ευρώ εκτός Αθήνας