Τα επιχειρήματα της κ. Σπυροπούλου αποδομούν το σκεπτικό της απόφασης που είχε εκδοθεί το 2013 και σχεδόν τέσσερα χρόνια μετά προκάλεσε θύελλα αντιδράσεων. Η έκθεση, η οποία αποκαλύπτεται από τον Ελεύθερο Τύπο, αναφέρει ότι «το Μονομελές Πλημμελειοδικείο δεν διέλαβε την επιβαλλόμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού δεν εκτίθενται με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς αντιφάσεις ή λογικά κενά τα πραγματικά περιστατικά που προέκυψαν από την ακροαματική διαδικασία και στηρίζουν την ανυπαρξία των απαιτούμενων στοιχείων για τη συγκρότηση της ποινικής υπόστασης του διωκόμενου εγκλήματος, ούτε προκύπτει κατά τρόπο αναμφίβολο ότι το δικαστήριο έλαβε υπόψη του για το σχηματισμό της δικανικής του πεποιθήσεως όλα τα αποδεικτικά μέσα, και όχι μόνο μερικά εξ αυτών κατ’ επιλογή».
Καταπέλτης είναι η συνέχεια της έκθεσης που κάνει λόγο για ανυπαρξία αποδεικτικών στοιχείων: «Δεν παρατίθενται τα αποδεικτικά μέσα από τα οποία το Πλημμελειοδικείο συνήγαγε τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία δέχθηκε. Δεν διέλαβε ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία ως προς την ύπαρξη του υπέρογκου ποσού των 600 δισ. δολαρίων, ενώ δεν εξειδικεύει και δεν προσδιορίζει δυνάμει ποίου αμετάκλητου πληρεξουσίου τυγχάνει διαχειριστής ο Αρτέμης Σώρρας του αμύθητου ποσού, αναφέροντας αορίστως και με ελλιπή αιτιολογία, κατά λέξη, ότι “δυνάμει αμετάκλητου πληρεξουσίου, τυγχάνει διαχειριστής του εν λόγω χρηματικού ποσού”. Δεν προσδιορίζει τα ακριβή στοιχεία των έξι διεθνών γραμματίων αμερικανικού ταμείου, τα οποία, κατά τις παραδοχές της αποφάσεως: “έχουν κατατεθεί σε λογαριασμό καταπιστεύματος και φυλάσσονται προς πίστωση και χορηγία της ελληνικής Δημοκρατίας”, χωρίς να αναφέρεται πού ακριβώς φυλάσσονται, παραθέτοντας παντελώς αόριστα ότι “βρίσκονται κατατεθειμένα σε κεντρική τράπεζα του Καναδά υπό τη μορφή ομολόγων”, την οποία ουδόλως προσδιορίζει».
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΚΑΛΑΦΑΤΗΣ
Διαβάστε περισσότερα στην έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου