Τολμηρές προσθήκες και ανατροπές στον τρόπο εισαγωγής των υποψηφίων, επαναφορά του ανώτατου ορίου φοίτησης και πρωταγωνιστικός ρόλος των Πανεπιστημίων στην επιλογή των φοιτητών τους και στη διαμόρφωση του προφίλ τους είναι μερικές από τις αλλαγές που προβλέπονται στο σχέδιο νόμου και στόχο έχουν να γίνει ένα γερό «ξεκαθάρισμα» στον χώρο της Τριτοβάθμιας Εκπαίδευσης.
Αντιδράσεις
Η μεταρρύθμιση που φέρνει η πολιτική ηγεσία, η οποία αξίζει να σημειωθεί ότι έχει ήδη γίνει δέκτης πολλών αντιδράσεων καθώς ένα μέρος των αλλαγών θα αφορά στους φετινούς μαθητές της Γ’ Λυκείου και εν δυνάμει επιτυχόντες εισακτέους σε ΑΕΙ, προβλέπει διαφορετικές ελάχιστες βάσεις εισαγωγής, διπλά μηχανογραφικά, ανατροπή των χρονοδιαγραμμάτων στη ροή των πανελλαδικών εξετάσεων όπως ήταν γνωστή τα τελευταία χρόνια από την έναρξη των εξετάσεων έως και την ανακοίνωση των βάσεων.
Ο πολύπλοκος σχεδιασμός του νέου συστήματος της εισαγωγής στα Πανεπιστήμια προσβλέπει σε μια αλλαγή νοοτροπίας των μαθητών αλλά και των πανεπιστημιακών τμημάτων με πολλαπλές συνέπειες από την πλέον προφανή, τον αποκλεισμό δηλαδή από τα ΑΕΙ των «επιτυχόντων» με «λευκή κόλλα» μέχρι την αναδιάταξη του ακαδημαϊκού χάρτη, λόγω των τεράστιων προβλημάτων που προκλήθηκαν μετά τη μετατροπή, εν μια νυκτί, των ΤΕΙ σε Πανεπιστήμια από την προηγούμενη κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, χωρίς να έχει προηγηθεί η απαραίτητη προετοιμασία ή μελέτη για τη βιωσιμότητά τους. Το «ξεκαθάρισμα» σε τρία παράδοξα των ελληνικών Πανεπιστημίων έχει ως εξής:
1 ΕΙΣΑΚΤΕΟΙ ΜΕ «ΛΕΥΚΗ ΚΟΛΛΑ»
Η περσινή χρονιά επιβεβαίωσε με πανηγυρικό τρόπο ότι η εισαγωγή στα Πανεπιστήμια σε ορισμένες περιπτώσεις είναι ζήτημα στρατηγικής, τύχης, αντιστοίχησης προσφοράς και ζήτησης, όχι όμως καλών επιδόσεων. Σε τρία πανεπιστημιακά τμήματα πέρσι η εισαγωγή του τελευταίου εισαχθέντος έγινε με βαθμό κάτω του «1», ενώ και οι υπόλοιποι εισακτέοι είχαν καταγράψει πολύ χαμηλές επιδόσεις. Σε επιστημονικά πεδία, όπως το 2ο (Θετικών και Τεχνολογικών Επιστημών) και το 4ο (Οικονομίας και Πληροφορικής) που ο αριθμός των υποψηφίων είναι σχεδόν αντίστοιχος με την προσφορά σε θέσεις, κατεγράφησαν χιλιάδες «επιτυχόντες» με επιδόσεις που δεν ξεπερνούσαν το «4». Είχαν δηλώσει όμως πληθώρα τμημάτων στο μηχανογραφικό τους και τελικά πέτυχαν την εισαγωγή τους.
Η ελάχιστη βάση εισαγωγής ανά πανεπιστημιακό τμήμα που θα εφαρμοστεί από τις Πανελλαδικές του 2021 (σ.σ.: επηρεάζει τους μαθητές της φετινής Γ’ Λυκείου) στόχο έχει σε πρώτη φάση να αποκλείσει τους υποψηφίους με πολύ χαμηλές επιδόσεις από τα Πανεπιστήμια. Ο μέσος όρος των επιδόσεων των μαθητών ανά μάθημα σε κάθε επιστημονικό πεδίο θα λειτουργεί ως «βάση» πάνω στην οποία τα Πανεπιστήμια για πρώτη φορά θα ορίζουν τη δική τους βάση εισαγωγής. Με υπουργική απόφαση θα ορίζεται ένα εύρος ποσοστών (π.χ. από 80% της βάσης που θα έχει δημιουργηθεί έως 110%) και τα Πανεπιστήμια θα επιλέγουν σε ποιο ποσοστό θέλουν να ορίσουν ανά τμήμα τη βάση. Σύμφωνα με το παράδειγμα που έδωσε το υπουργείο Παιδείας αν ο μέσος όρος στο 1ο επιστημονικό πεδίο είναι «12», το τμήμα που θα επιλέξει ποσοστό 90% θα ορίσει τη βάση του στο «10,8».
Το διπλό μηχανογραφικό στη συνέχεια (σ.σ.: θα εφαρμοστεί από την επόμενη χρονιά για τους φετινούς μαθητές της Β’ Λυκείου) έχει στόχο στην πρώτη φάση του να περιλαμβάνει πολύ μικρό αριθμό επιλογών (μόλις 10% των σχολών), ώστε να επικεντρωθούν οι υποψήφιοι στις επιλογές που πραγματικά θέλουν να σπουδάσουν. Στη δεύτερη φάση θα δηλώσουν τις υπόλοιπες επιλογές τους και θα εισαχθούν εφόσον έχουν γράψει ίσα ή πάνω από την ελάχιστη βάση εισαγωγής και υπάρχουν κενές θέσεις.
Από την επόμενη χρονιά θα θεσπιστούν συντελεστές βαρύτητας σε μαθήματα από τα ίδια τα Πανεπιστήμια, ώστε να έχουν ενεργό ρόλο στην επιλογή των εισακτέων τους (π.χ. το μάθημα της Φυσικής στα τμήματα Φυσικού).
2 ΑΝΑΔΙΑΡΘΡΩΣΗ ΑΚΑΔΗΜΑΪΚΟΥ ΧΑΡΤΗ
Τα λεγόμενα «τμήματα Γαβρόγλου» θα περάσουν υπό αυστηρές εξετάσεις από την παραπάνω διαδικασία. Τα Πανεπιστήμια, δεδομένων των περιορισμένων επιλογών του 1ου μηχανογραφικού, θα πρέπει πλέον να φροντίσουν για τη σωστή ενημέρωση των υποψηφίων όσον αφορά στο πρόγραμμα σπουδών τους, στις ευκαιρίες και τις δυνατότητες ανά τμήμα τους, ώστε να προσελκύσουν το ενδιαφέρον των υποψηφίων, οι οποίοι με τη σειρά τους θα μπουν σε διαδικασία να αναζητήσουν το προφίλ των τμημάτων που ικανοποιεί την επιθυμία τους για σπουδές αλλά και τη μετάβασή τους στην αγορά εργασίας.
Οσα πανεπιστημιακά τμήματα βρεθούν με πολλές κενές θέσεις, είτε λόγω της ελάχιστης βάσης εισαγωγής, που θα αποκλείσει φοιτητές με βαθμούς «3» και «4», είτε λόγω χαμηλής ζήτησης, θα μπουν στο μικροσκόπιο της Ανεξάρτητης Αρχής για την Ποιότητα στα Πανεπιστήμια (ΕΘΑΕΕ) αλλά και του υπουργείου Παιδείας. Χωρίς ακόμα να έχει προσδιορίσει η πολιτική ηγεσία αν θα προχωρήσει σε κάποια μετεξέλιξη αυτών των τμημάτων ή σε κλείσιμό τους, το μόνο σίγουρο είναι ο ακαδημαϊκός χάρτης τα επόμενα χρόνια θα αναμορφωθεί εκ νέου και πολύ πιθανόν να περιοριστούν οι επιλογές στο μηχανογραφικό δελτίο.
3 «ΑΙΩΝΙΟΙ» ΦΟΙΤΗΤΕΣ
Μία ακόμα απόπειρα, που η πολιτική ηγεσία ευελπιστεί να στεφθεί αυτήν τη φορά από επιτυχία, είναι ο ορισμός ανώτατου ορίου φοίτησης και διαγραφής των «λιμναζόντων» φοιτητών, που καλύπτουν σχεδόν το 40% του συνόλου των εγγεγραμμένων φοιτητών στη χώρα.
Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat, το 30% των φοιτητών στη χώρα μας δεν ολοκληρώνει ποτέ τις σπουδές του, με την Ελλάδα να είναι ουραγός στο ποσοστό αποφοίτων κατ’ έτος επί των εγγεγραμμένων φοιτητών στην Ευρώπη.
Η ρύθμιση που φέρνει το υπουργείο Παιδείας προβλέπει ότι οι φοιτητές που θα εισαχθούν από τον Σεπτέμβριο του 2021 στα Πανεπιστήμια θα έχουν ανώτατο όριο φοίτησης ν+1/2ν. Δηλαδή, θα δίνεται σε αυτούς η δυνατότητα επιπλέον του μισού χρόνου φοίτησης από τα ελάχιστα έτη. Για παράδειγμα, ένας φοιτητής σε μια σχολή με ελάχιστο χρόνο σπουδών τα 4 έτη θα έχει επιπλέον δύο χρόνια για την ολοκλήρωση της φοίτησής του. Στην περίπτωση πενταετών σπουδών, όπως στην περίπτωση των Πολυτεχνείων, αλλά και στις Ιατρικές, ο χρόνος φοίτησης επιπλέον του ελάχιστου αυξάνεται στα τρία έτη.
Το ανώτατο όριο φοίτησης θα ισχύσει και για τους φοιτητές που είναι ήδη ενεργοί ή «λιμνάζοντες» ή, αλλιώς, «αιώνιοι». Εφόσον έχουν ολοκληρώσει τον ελάχιστο χρόνο σπουδών τους, θα έχουν επιπλέον 2 ή 3 έτη για να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους. Οι μεταβατικές διατάξεις που αφορούν στους εν ενεργεία φοιτητές ή τους «αιώνιους» βρίσκονται ακόμα υπό διαβούλευση, με το υπουργείο να αναμένει και τις προτάσεις των Πανεπιστημίων, καθώς η απουσία δυνατότητας διαγραφής φοιτητών (σ.σ.: όπως για παράδειγμα σε περιπτώσεις κατάργησης τμημάτων) έχει οδηγήσει σε αρκετά παράδοξα.
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου της Κυριακής
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, ανά πάσα στιγμή στο EleftherosTypos.gr