Ενάμιση χρόνο μετά, οι δικαστικές αρχές, παρά τις υπεράνθρωπες προσπάθειες των δικαστικών και εισαγγελικών λειτουργών που έχουν ασχοληθεί με την ογκωδέστατη δικογραφία, δεν έχουν καταφέρει να περατώσουν την προδικασία, ενώ παράλληλα, παρά τα περί του αντιθέτου λεχθέντα, οι κατηγορούμενοι (μεταξύ αυτών Ρ. Δούρου, Η. Ψινάκης, Ε. Μπουρνούς, στελέχη της Περιφέρειας Αττικής, της Πυροσβεστικής, της Αστυνομίας κ.λπ.) δεν έχουν βρεθεί ακόμη στα δικαστήρια της Ευελπίδων για να απολογηθούν για όσα κατηγορούνται.
Ηταν 21 Νοεμβρίου 2019 όταν συνεκλήθη η Ολομέλεια Εφετών με αίτημα του προϊσταμένου της Εισαγγελίας του Εφετείου Αθηνών, Ιωάννη Μωραϊτάκη, ο οποίος ζητούσε να οριστεί ειδικός εφέτης – ανακριτής λόγω της ιδιαίτερης σπουδαιότητας της υπόθεσης και του τιτάνιου όγκου της δικογραφίας. Ωστόσο, οι εφέτες απέρριψαν το αίτημα και μάλιστα με συντριπτική πλειοψηφία (μόνο τρεις δικαστές ψήφισαν υπέρ του αιτήματος, ενώ 85 τάχθηκαν κατά του ορισμού ειδικού ανακριτή).
Διαβεβαιώσεις
Ο λόγος, σύμφωνα με πληροφορίες από πηγές του Εφετείου, ήταν πως από τους συναδέλφους τους από το Πρωτοδικείο Αθηνών, δόθηκαν διαβεβαιώσεις πως ο ανακριτής στον οποίο έχει χρεωθεί η δικογραφία βρίσκεται στην τελική ευθεία, ενώ θα έχει καλέσει τους κατηγορούμενους προς απολογία μέχρι το τέλος του 2019. Κάτι τέτοιο ωστόσο δεν συνέβη.
Νέα στοιχεία
Από το Πρωτοδικείο Αθηνών αναφέρουν πως υπάρχει εξήγηση για αυτήν την καθυστέρηση. Λίγα εικοσιτετράωρα μετά την Ολομέλεια Εφετών, που έκρινε πως η δικογραφία παραμένει στο Πρωτοδικείο, στο γραφείο του ανακριτή στα δικαστήρια της Ευελπίδων έφτασαν ούτε μία ούτε δύο αλλά… δεκαεννέα κούτες με νέα στοιχεία, τα οποία σχετίζονται με την υπόθεση. Δικαστικές πηγές εύλογα δεν διευκρινίζουν για τι ακριβώς πρόκειται, σημειώνουν όμως πως η πληθώρα νέων στοιχείων βρίσκονται… στο μικροσκόπιο για να βρεθεί η αλήθεια.
Η νομική αξιολόγηση των στοιχείων μπορεί να είναι χρονοβόρα διαδικασία, αφού ενδεχομένως να απαιτούν ειδικές τεχνικές γνώσεις, οπότε και ο ανακριτής διορίζει πραγματογνώμονες προκειμένου να τα αξιολογήσουν. «Αλλωστε», προσθέτουν με νόημα πηγές του Πρωτοδικείου, «παρά τις πολλές πρόσφατες αναθεωρήσεις σε Ποινικό Κώδικα και Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, κανείς δεν προέβλεψε να δημιουργηθεί ένα Σώμα Πραγματογνωμόνων που να είναι μονίμως στα δικαστήρια, ώστε να προχωρούν ταχύτερα οι υποθέσεις και να μην υπάρχει χρονοτριβή σε διαδικασίες τυπικές, όπως το να ορίζουμε κάθε φορά διαφορετικούς επιστήμονες για να μας επικουρούν».
Από Μάρτιο
Από το Πρωτοδικείο Αθηνών σημειώνουν πάντως πως ο ανακριτής, παρά την εισροή πληθώρας νέων στοιχείων, θα είναι έτοιμος να καλέσει τους κατηγορούμενους προς απολογία στο αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα, πιθανότατα στις αρχές Μαρτίου. Από τη μέχρι στιγμής συλλογή στοιχείων πάντως, θα κληθούν να καταθέσουν στο δικαστήριο τουλάχιστον εκατόν ογδόντα μάρτυρες, στοιχείο που μαρτυρά τον τεράστιο όγκο της υπόθεσης. Προσθέτουν μάλιστα πως «μπορεί σε μη νομικούς να φαίνεται μεγάλο το διάστημα, όμως αν ληφθούν υπόψη τα γνωστά προβλήματα και αγκυλώσεις στη Δικαιοσύνη, αλλά και οι δεκάδες χιλιάδες σελίδες που αριθμούν τη δικογραφία, είναι ανθρωπίνως αδύνατον να ολοκληρωθεί η ανάκριση γρηγορότερα».
«Μαμά με πείραξε ο μπαμπάς» - Φρίκη στην Αχαΐα για καταγγελία ασέλγειας πατέρα στον πεντάχρονο γιο του
Ενδοεπικοικωνίες…
Πάντως, ό,τι κι αν αφορούν τα νέα στοιχεία, φαίνεται πως ο ανακριτής έχει στραφεί προς πάσα κατεύθυνση για να διερευνήσει την αλήθεια: Σύμφωνα με πληροφορίες του «Ε.Τ.» πριν από μία εβδομάδα εκπρόσωπος της δικαστικής αρχής, συνοδευόμενος από άνδρες της Ασφάλειας Αττικής, μετέβη στο αεροδρόμιο «Ελ. Βενιζέλος», προκειμένου να ζητήσει στοιχεία από την Υπηρεσία Πολιτικής Αεροπορίας. Κατά τις ίδιες πηγές, η ανακριτική αρχή πήρε στοιχεία από τον Πύργο Ελέγχου και συγκεκριμένα από τις ενδοεπικοινωνίες των αεροπλάνων και ελικοπτέρων της Πυροσβεστικής Υπηρεσίας κατά την αποφράδα ημέρα της 23ης Ιουλίου 2018.
Είναι πολύ πιθανό η κίνηση αυτή του ανακριτή να σχετίζεται με τα όσα υποστηρίζουν οι συγγενείς των θυμάτων αναφορικά με τα εναέρια μέσα, σε σειρά μηνύσεων που έχουν καταθέσει. Στην πιο πρόσφατη από αυτές, η κ. Βαρβάρα Βουκάκη – Φύτρου, που έχασε το σύζυγο και τα δύο της παιδιά στη φονική πυρκαγιά, σημείωνε πως δύο πυροσβεστικά αεροπλάνα παρέμειναν αδρανή στο σταθμό που βρίσκεται στα Σπάτα, πλησίον του αεροδρομίου. Κατά τη μηνύτρια, «ήταν καρφωμένα επί του εδάφους καθ’ όλη τη διάρκεια της πυρκαγιάς ενώ με τις ίδιες καιρικές συνθήκες επιχειρούσαν άλλα τρία στην Κινέτα».
Ταυτόχρονα, καθηλωμένα παρέμειναν και πέντε ελικόπτερα της Ελληνικής Αστυνομίας, τα οποία, όπως υποστηρίζουν συγγενείς των θυμάτων, θα μπορούσαν να έχουν βοηθήσει στην εκκένωση του Ματιού και του Νέου Βουτζά, εάν είχαν δραστηριοποιηθεί έγκαιρα και καλούσαν τον κόσμο με τηλεβόα να εγκαταλείψει τα σπίτια του. «Αν αυτό είχε συμβεί θα είχαμε θρηνήσει πολύ λιγότερα θύματα», υποστηρίζουν, ζητώντας να διερευνηθεί τι ελέχθη στις ενδοεπικοινωνίες κατά τις κρίσιμες ώρες που φούντωνε η πυρκαγιά.
Για κακουργήματα
Πάντως, στις μηνύσεις τους, κάποιοι εκ των συγγενών έχουν ζητήσει να ασκηθεί δίωξη κακουργηματικού χαρακτήρα (και όχι για πλημμελήματα, όπως έχει συμβεί) μεταξύ άλλων για ανθρωποκτονία από πρόθεση με ενδεχόμενο δόλο. Αλλοι κάνουν λόγο για ευθύνες περισσότερων προσώπων, από τα είκοσι σε βάρος των οποίων έχει ήδη ασκηθεί ποινική δίωξη. Ωστόσο, οι μηνύσεις αυτές δεν έχουν όλες συσχετισθεί με τη δικογραφία που βρίσκεται στα χέρια του ανακριτή. Παραδείγματος χάριν, μήνυση που έχει κατατεθεί σε βάρος στελεχών της ΕΛ.ΑΣ. κατά πληροφορίες δεν διαβιβάστηκε στον ανακριτή, αλλά χρεώθηκε σε… πταισματοδίκη!
«Αφού χάθηκε τόσος χρόνος, ας πάρει ο ανακριτής και δύο μήνες παραπάνω», δηλώνει ο Βασίλης Καπερνάρος, δικηγόρος της κ. Βουκάκη-Φύτρου, αναφορικά με την καθυστέρηση που έχει σημειωθεί, συγκριτικά με τη δέσμευση για περαίωση της ανάκρισης το 2019. «Αρκεί να συγκεντρωθεί το πλούσιο αποδεικτικό υλικό που υπάρχει πραγματικά και να διακριβωθεί η ουσιαστική αλήθεια, που είναι η παραπομπή ορισμένων για κακουργήματα και όχι πλημμελήματα. Εάν κάνουν οι δικαστές σωστά τη δουλειά τους, αυτό προκύπτει καθαρά», προσθέτει.
Πάντως, σύμφωνα με δικαστικές πηγές, φαίνεται πως δεν έχει προκύψει κάποιο στοιχείο που να συντείνει στην «αναβάθμιση» των ποινικών διώξεων σε βαθμό κακουργήματος, τουλάχιστον μέχρι στιγμής. Μετά το πέρας των απολογιών που αναμένεται μέσα στον Μάρτιο, η δικογραφία θα διαβιβαστεί στο Δικαστικό Συμβούλιο, το οποίο μετά από πρόταση του αρμόδιου εισαγγελέα θα κρίνει πόσοι και ποιοι από τους κατηγορούμενους θα παραπεμφθούν σε δίκη και ποιοι θα απαλλαγούν. Δεδομένου του τεράστιου μεγέθους της δικογραφίας, δικαστικές πηγές προσδιορίζουν την ολοκλήρωση των διαδικασιών και την έναρξη της δίκης για το Μάτι περίπου στις αρχές του 2021…
Από την έντυπη έκδοση