Ο κ. Αριστοτέλης Σαρρηκώστας είναι ο μοναδικός φωτορεπόρτερ που τα ξημερώματα της 17ης Νοεμβρίου του 1973 βρέθηκε μπροστά στην Ιστορία. Με τον φωτογραφικό του φακό και με θάρρος απαθανάτισε όσα συνέβησαν κατά την εισβολή του τανκ στο Πολυτεχνείο. Αυτές οι φωτογραφίες μαζί με το φιλμάκι μόλις 35 δευτερολέπτων του Ολλανδού οπερατέρ Αλμπερτ Κόεραντ αποτέλεσαν τα ιστορικά ντοκουμέντα που έκαναν τον γύρο του κόσμου και με τα οποία κατέρρευσε η προπαγάνδα των χουντικών ότι «στο Πολυτεχνείο δεν συνέβη το παραμικρό».
Ο κ. Σαρρηκώστας, από τους κορυφαίους φωτορεπόρτερ στη χώρα μας, επί χρόνια ανταποκριτής του Associated Press, έχει καλύψει πολέμους και πολέμους, στο Ιράν, το Ιράκ, το Πακιστάν και τον Λίβανο. Ομως, τα γεγονότα που τον σημάδεψαν για μια ζωή ήταν αυτά που διαδραματίστηκαν κατά τη στρατιωτική δικτατορία 1967-1974.
«Τα συναισθήματα να φωτογραφίζεις στη χώρα σου είναι τελείως διαφορετικά με αυτά όταν φωτογραφίζεις στο εξωτερικό», λέει ο βετεράνος φωτογράφος.
Και δεν θα ξεχάσει ποτέ τα συνθήματα των φοιτητών πίσω από τα κάγκελα και τα ανοιχτά παράθυρα του Πολυτεχνείου όταν άνοιγαν τα πουκάμισά τους και φώναζαν στους στρατιώτες «είμαστε αδέλφια, ελάτε μαζί μας. Είμαστε άοπλοι» ενώ την ίδια στιγμή οι αστυνομικοί γεμάτοι νεύρα και λύσσα χειρονομούσαν και τους έβριζαν.
Σαράντα έξι χρόνια μετά γυρνάει πίσω στον χρόνο και μας περιγράφει με έναν συγκλονιστικό τρόπο όλα όσα έζησε στην εξέγερση του Πολυτεχνείου και που αποτύπωσε καρέ καρέ με τον φωτογραφικό του φακό. Αυτά τα καρέ αποτυπώνονται και στο βιβλίο του «Ζην επικινδύνως – 40 χρόνια φωτορεπορτάζ» (εκδόσεις «Μένανδρος») που αριθμεί σχεδόν 360 σελίδες και πάνω από 400 φωτογραφίες.
«Δεν ήταν μόνο τα γεγονότα της 17ης στο Πολυτεχνείο. Είναι και τα όλα όσα προηγήθηκαν. Από το ’65 και μετά, με την αποστασία υπουργών από την κυβέρνηση του Γεωργίου Παπανδρέου. Ηταν τα γεγονότα της 21ης Απριλίου το 1967 όπου η χώρα μπήκε στον “γύψο” όταν ο ταξίαρχος Στυλιανός Παττακός και οι συνταγματάρχες Γεώργιος Παπαδόπουλος και Νικόλαος Μακαρέζος επέβαλαν στρατιωτική δικτατορία. Το πραξικόπημα έφερε καταπάτηση ατομικών ελευθεριών ενώ χιλιάδες άνθρωποι βρέθηκαν στη φυλακή και βασανίστηκαν
άγρια.
Ηταν η μαζική διαδήλωση των φοιτητών μέσα στο Πολυτεχνείο στις 5 Φεβρουαρίου του ’73, με την αστυνομία να προχωρά σε βία και σε συλλήψεις. Η πρώτη κατάληψη στη Νομική, στις 21 Φεβρουαρίου 1973, από χιλιάδες φοιτητές αλλά και η δεύτερη που ακολούθησε πάλι στη Νομική Σχολή, τον Μάρτιο του 1973.
Για να σταματήσει ο χρόνος στον Νοέμβρη του 1973 όπου οι διαδηλώσεις γίνονται όλο και πιο μαζικές. Η αγριότητα των αστυνομικών φτάνει ακόμη και στο «να μπαίνουν στα λεωφορεία και τα τρόλεϊ και να ξυλοκοπούν τους επιβάτες αδιακρίτως χωρίς λόγο και αιτία, μικρούς και μεγάλους».
Λίγο πριν την εισβολή του τανκ στο Πολυτεχνείο ο κ. Σαρρηκώστας βρισκόταν στα γραφεία του Associated Press, στην Ακαδημίας. «Κατά τις δέκα το βράδυ άκουσα έναν θόρυβο. Φώναξα τον διευθυντή μου, Φιλ Δόπουλο, να ακούσει και αυτός, αμέσως μου είπε πάρε της μηχανές σου και τρέχα. Του είπα θα ήταν καλύτερα να πάμε μαζί και τελικά φύγαμε με το αυτοκίνητό του, μια πράσινη Jaguar με αγγλικές πινακίδες».
Στην οδό Πανεπιστημίου έπεσαν πάνω σε μια φάλαγγα από 10-12 τανκς. Στο ύψος των Προπυλαίων τους πλησιάζει ένα περιπολικό. Ο αστυνομικός οδηγός του αυτοκινήτου είχε κατεβάσει το παράθυρο και με την απειλή του περιστρόφου του, αφού τους «στόλισε με αρκετά επίθετα», τους λέει να φύγουν.
Κακοκαιρία Alexandros: Έκκληση Τσατραφύλλια, «προσέξτε για τη ζωή σας» - Που έχει ηχήσει το 112
Εκείνη τη στιγμή έπρεπε να διαλέξει μια γρήγορη απάντηση και χωρίς πολλή σκέψη ο Αριστοτέλης Σαρρηκώστας φέρνει το δάχτυλο στα χείλη, κάνοντάς του με αυτόν τον τρόπο νόημα να σιωπήσει. «Δεν ξέρω, πιθανότατα να μας πέρασαν ότι ήμαστε από τις μυστικές υπηρεσίες “CIA or Intelligent Service” και αφού κοιτάχτηκαν για λίγο μεταξύ τους, έκαναν δεξιά και χάθηκαν».
Ετσι κατάφεραν να φτάσουν στο Πολυτεχνείο. «Η φάλαγγα σταμάτησε έξω από το Μινιόν. Με την τσάντα στη πλάτη μου και κρατώντας δύο φωτογραφικές μηχανές πλησιάσαμε όσο μπορούσαμε στο Πολυτεχνείο και συγκεκριμένα στην οδό Πατησίων και Στουρνάρη, από εκείνο το σημείο άρχισα να τραβάω μερικά καρέ».
Ομως, παντού υπήρχαν αστυνομικοί, άλλοι ένστολοι, άλλοι με πολιτικά. Ο κ. Σαρρηκώστας έχει την τόλμη να φωτογραφίσει ντοκουμέντα. Μάλιστα, για να αποφύγει τη σύλληψη και χάσει αυτά που φωτογράφιζε έδινε τα τραβηγμένα φιλμ στον διευθυντή του που βρισκόταν δίπλα. Αργότερα όταν εκείνος έφυγε ο Αριστοτέλης έκρυβε τα φιλμ στις κάλτσες του και τα εσώρουχά του.
Τράβηξε τον εισαγγελέα που καλούσε με ντουντούκα τους φοιτητές να αποχωρήσουν από το Πολυτεχνείο. Ο εισαγγελέας προσπαθούσε να τους πείσει ότι δεν θα πάθουν το παραμικρό.
«Περίπου 25 φοιτητές πήδηξαν από τα παράθυρα της Στουρνάρη. Τους έβαλαν σε δυάδες και όταν έφτασαν κοντά στην Ακαδημίας τους χτύπησαν άγρια».
Κατά τις τρεις παρά πέντε ακούει τον λοχία πάνω στο τανκ να λέει στον ασύρματο «διατάξτε». Ο πυργίσκος του τανκ που έβλεπε στην πύλη του Πολυτεχνείου γυρίζει προς τα πίσω. «Εκανε όπισθεν. Το τανκ ανέβηκε πάνω στο απέναντι πεζοδρόμιο και με φουλ της μηχανές κινήθηκε προς την πύλη.
Μέσα στο Πολυτεχνείο, ακριβώς πίσω από την κυρία είσοδο, οι φοιτητές είχαν τοποθετήσει μια Mercedes ενός πρυτάνεως ως οδόφραγμα. Αυτή τη Μερσεντές το τανκ αφού την έλιωσε με της ερπύστριές του την πήγε 10 μέτρα μέσα στο προαύλιο. Εγώ, αφού συνήλθα γρήγορα από το “σοκ”, πήγα στο κέντρο της Πατησίων για να έχω μια καλύτερη οπτική γωνία, δηλαδή να φαίνεται το τανκ που ήταν μέσα στο Πολυτεχνείο και πρόλαβα να τραβήξω τρία “καρέ” πριν με πάρουν στο κυνηγητό δύο αστυνομικοί κραδαίνοντας τεράστια καδρόνια αντί για κλομπς».
Την επόμενη ημέρα και πάλι στο Πολυτεχνείο. Αυτό που αντίκρισε ήταν το χάος. Αίμα, ρούχα σκισμένα, παπούτσια σκόρπια παντού. Η ατμόσφαιρα από τα χημικά των δυνάμεων καταστολής ήταν αποπνικτική. Ο αγώνας των φοιτητών για τη Δημοκρατία θα μείνει βαθιά χαραγμένος στη μνήμη όλων.
«Και ένα τελευταίο. Αυτοί που σκοτώθηκαν, οι 18, όπως επίσημα ανακοίνωνε η αστυνομία, ή οι 68 ή 88, όπως είπαν αργότερα διάφορες οργανώσεις, για μένα είναι γεγονός ότι οι νεκροί του Πολυτεχνείου, όσοι κι αν είναι αυτοί, δεν θα γιορτάσουν, δεν θα βρίσκονται εφέτος μεταξύ μας…».
Από την έντυπη έκδοση