Ο πρώην υπουργός του ΠΑΣΟΚ, ο οποίος αρνείται την κατηγορία, σε δήλωση του χαρακτηρίζει «αυθαίρετη την προφυλάκιση» του ενώ καταγγέλλει πως παραποιήθηκε «ένορκη κατάθεσή μου καταγεγραμμένη στην απολογία μου κατά τη διάρκεια της ανακριτικής διαδικασίας»
Η δήλωση του:
«Στις 18/10/2019, ανακοινώθηκε απορριπτική απόφαση των δικαστικών αρχών, για τρίτη συνεχή φορά, στο αίτημα για τον τερματισμό της αυθαίρετης προφυλάκισης μου.
Οι λόγοι που είχαν προβληθεί στις δύο προηγούμενες αποφάσεις είχαν καταρρεύσει. Τα επιχειρήματα για δήθεν δημιουργία υποδομών διαφυγής στο εξωτερικό καθώς και για δήθεν άρνηση διαβίβασης τραπεζικών στοιχείων στις ελληνικές αρχές είχαν πλήρως αποδομηθεί. Στο κείμενο της τελευταίας απόφασης εγκαταλείφθηκε ο ισχυρισμός ότι δήθεν είμαι “ύποπτος φυγής”.
Αλαλούμ με το ιδιωτικό εκπαιδευτήριο - Πώς μπήκε και βγήκε το λουκέτο
Η πιθανότητα τέλεσης νέων αδικημάτων είναι εξαιρετικά δύσκολο να υποστηριχτεί εφόσον δεν κατέχω σήμερα δημόσιο αξίωμα. Για να ξεπεράσει αυτό το αδιέξοδο, η νέα απορριπτική απόφαση κατέφυγε σε ένα ψέμα: παραποίησε ένορκη κατάθεσή μου καταγεγραμμένη στην απολογία μου κατά τη διάρκεια της ανακριτικής διαδικασίας (σελ. 962).
Στην απολογία μου αναφέρονται τα εξής:
«Ερώτηση: Εκτός από τους λογαριασμούς που είναι ήδη γνωστοί στην ανάκριση, διαθέτετε οπουδήποτε στον κόσμο οποιοδήποτε τραπεζικό λογαριασμό ή οποιοδήποτε άλλο χρηματοπιστωτικό προϊόν;
Απάντηση: Εγώ, κατηγορητικά όχι, ούτε η σύζυγός μου».
Στο κείμενο της απορριπτικής απόφασης (σελ. 38 της εισαγγελικής πρότασης) η ένορκη αυτή κατάθεση παραποιήθηκε ως εξής:
«(Δεν) μπορεί να κριθεί πειστική η θέση του (κατηγορουμένου) ότι δεν γνωρίζει ή δεν θυμάται άλλους τραπεζικούς λογαριασμούς του».
Το κατηγορηματικό «όχι» μεταφράστηκε σε «δεν γνωρίζω, δεν θυμάμαι»!
Η απόφαση κατέληξε στο ότι ο τερματισμός της προφυλάκισης επιτρέπει «τη συνέχιση του (τελεσθέντος) αδικήματος μέσω μη εισέτι γνωστών λογαριασμών που ήδη διαθέτει».
Με την παραποίηση της ένορκης κατάθεσης κατασκευάστηκε ο μύθος της δήθεν ύπαρξης άλλων «μη εισέτι γνωστών λογαριασμών» για να “δικαιολογηθεί” η συνέχιση της προφυλάκισης.»