Ο φάκελος της υπόθεσης βρίσκεται στα χέρια της ανακρίτριας Ναυπλίου, η οποία με τη σύμφωνη γνώμη εισαγγελέα άφησε ελεύθερο τον 44χρονο, επιβάλλοντάς του εγγύηση ύψους 50.000 ευρώ. Τις καταθέσεις των πρωταγωνιστών και των αυτοπτών μαρτύρων που ρίχνουν φως στις συνθήκες του δυστυχήματος φέρνει στο φως της δημοσιότητας η «Καθημερινή».
«Ξεκινήσαμε την ώρα που έδυε ο ήλιος, περί τις 8.30 μ.μ. Φύγαμε από το λιμάνι των Σπετσών με προορισμό το λιμάνι της Κοιλάδας. Πρόσεχα πάρα πολύ, είχα ενεργοποιήσει δύο GPS και οδηγούσα το σκάφος δι’ όψεως. Ηθελα και εγώ να είμαι ορατός, έτσι είχα ανάψει όλα τα φώτα ναυσιπλοΐας. Μετά τις ιχθυοκαλλιέργειες και λόγω του λυκόφωτος, ήθελα να κοιτάζω και την ξηρά και μακριά για να έχω ορατότητα. Ξαφνικά άκουσα έναν συνεπιβάτη μου στο σκάφος να φωνάζει “προσοχή κάτι υπάρχει μπροστά μας”. Αμεσα έκανα ελιγμό να αποφύγω τη σύγκρουση. Παρόλο που προσπάθησα, το σκάφος χτύπησε με αυτό που υπήρχε μπροστά. Ολα συνέβησαν σε δευτερόλεπτα και τότε κατάλαβα ότι χτυπήσαμε έτερο σκάφος με επιβαίνοντες επ’ αυτού». Αυτό δήλωσε απολογούμενος στον ανακριτή ο 44χρονος Γάλλος χειριστής του ταχύπλοου.
Ο υποπλοίαρχος σκάφους που βρισκόταν αγκυροβολημένο στον όρμο «Θυνί» περιέγραψε ως εξής το δυστύχημα: «Αντιληφθήκαμε ένα ταχύπλοο να κινείται με μεγάλη ταχύτητα και τουλάχιστον δέκα επιβαίνοντες. Τους είδαμε καθώς υπήρχε ακόμα φως και η ορατότητα ήταν πάρα πολύ καλή. Το ταχύπλοο έφερε αναμμένους φανούς ναυσιπλοΐας, όπως επίσης και το βαρκάκι έφερε αναμμένο έναν περίβλεπτο λευκό. Πενήντα μέτρα πριν από το βαρκάκι, ο χειριστής του ταχύπλοου φάνηκε να αντιλήφθηκε ότι κάτι υπήρχε μπροστά του και προσπάθησε να το αποφύγει με στροφή δεξιά αλλά λόγω της υπερβολικής ταχύτητας αυτό δεν κατέστη δυνατό και το εμβόλισε».
Έλληνες μαθητές: Όλη ημέρα στο κινητό, αλλά χαμηλές ψηφιακές επιδόσεις
Ναυτικός, υπάλληλος σε μία από τις βίλες της περιοχής κατέθεσε και αυτός ότι το ταχύπλοο ταξίδευε με ιδιαίτερα μεγάλη ταχύτητα: «Περί ώρα 8.30 μ.μ. είδα ένα σκάφος φουσκωτό, μαύρου χρώματος, να πλέει στην περιοχή έχοντας αναπτύξει πολύ μεγάλη ταχύτητα. Το κοιτούσα επίμονα διότι μου έκανε εντύπωση η μεγάλη ταχύτητα που είχε αναπτύξει».
Σημαντική για την ανάκριση θεωρείται και η μαρτυρία κυβερνήτη θαλαμηγού που βρισκόταν αγκυροβολημένη κοντά στο σημείο του δυστυχήματος. Κατέθεσε ότι η βάρκα με τα τρία αδέλφια «είχε ανάψει έναν περίβλεπτο φανό» καθώς και ότι το «μαύρο φουσκωτό έπλεε με ταχύτητα άνω των 40 κόμβων».
Την επομένη του δυστυχήματος η μικρή βάρκα ανελκύσθηκε από βατραχανθρώπους της Μονάδας Υποβρυχίων Αποστολών, που καταδύθηκαν σε βάθος 38 μέτρων. Η επιχείρηση βιντεοσκοπήθηκε και το οπτικό υλικό παραδόθηκε στον πραγματογνώμονα που έχει αναλάβει την αυτοψία στα συντρίμμια της βάρκας. Το πόρισμά του δεν έχει ακόμα υποβληθεί, ενώ στον φάκελο της ανάκρισης δεν έχουν συμπεριληφθεί τα επίσημα αποτελέσματα των αιματολογικών εξετάσεων στις οποίες υπεβλήθη ο 44χρονος χειριστής, μολονότι προφορικά πηγές του Λιμενικού αναφέρουν ότι αυτές ήταν «καθαρές».
Μέσω του συνηγόρου τους, Γεώργιου Καρατζά, οι συγγενείς των θυμάτων πρόκειται τα επόμενα εικοσιτετράωρα να καταθέσουν αγωγή αποζημίωσης. Σε δήλωσή του στην «Κ» ο κ. Καρατζάς τόνισε ότι ο χειριστής του ταχύπλοου έπλεε με μεγάλη ταχύτητα και δεν έδωσε τη δέουσα προσοχή για την επιτήρηση του θαλάσσιου χώρου. Η 60χρονη τραυματίας νοσηλεύεται σε κρίσιμη κατάσταση στο ναυτικό νοσοκομείο.