Ο δημοτικός υπάλληλος απολύθηκε, καθώς φέρεται ότι επί εννέα χρόνια εισέπραττε τη σύνταξη της μητέρας του που είχε αποβιώσει. Ο ίδιος υποστηρίζει ότι τη σύνταξη την έπαιρνε εξάδελφος της μητέρας του που είχε την κάρτα ανάληψής της, όμως και ο εξάδελφος αυτός έχει αποβιώσει.
Ειδικότερα, από το δήμο που εργαζόταν, απολύθηκε μετά απ’ την πρωτόδικη καταδίκη του σε κάθειρξη 7 ετών για απάτη κατ’ εξακολούθηση.
Επί εννέα χρόνια (2004-2011) ο δημοτικός υπάλληλος, έγγαμος με δυο παιδιά, φέρεται ότι από διάφορα ΑΤΜ της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδος (ΕΤΕ) στην Αττική, εισέπραττε την σύνταξη χηρείας της μητέρας του που είχε αποβιώσει το 2004. Συνολικά του καταλογίζεται ότι εισέπραξε συντάξεις ύψους 45.950 ευρώ.
Κατά το ποινικό σκέλος, από το τριμελές εφετείο κακουργημάτων, καταδικάστηκε σε κάθειρξη 7 ετών για απάτη κατ΄ εξακολούθηση, ενώ εκκρεμεί η έφεσή του στο πενταμελές εφετείο κακουργημάτων.
Μετά την διεξαγωγή ένορκης διοικητικής εξέτασης από το πρωτοβάθμιο πειθαρχικό συμβούλιο, του επιβλήθηκε η προσωρινή παύση 6 μηνών, αλλά μετά από ένσταση της γενικής επιθεωρήτριας δημόσιας διοίκησης, Μαρίας Παπασπύρου, του επιβλήθηκε η πειθαρχική ποινή της οριστικής παύσης.
Υποστηρίζει ότι η απόλυσή του είναι αντισυνταγματική (παραβιάζει την συνταγματική αρχή της αναλογικότητας) και παράνομη.
Ακόμη, αναφέρει ότι δεν γνώριζε καν ότι η μητέρα του είχε λογαριασμό στην ΕΤΕ και ότι οι αναλήψεις από διάφορα ΑΤΜ κοντά στην περιοχή της κατοικίας του και της εργασίας του έγιναν από εξάδελφό της, που είχε στενές σχέσεις με την μητέρα του και γνώριζε την ύπαρξη της κάρτας στην ΕΤΕ. Όμως ο εξάδελφος απεβίωσε και έτσι δεν μπορεί να συμβάλει στην αποκάλυψη της αλήθειας.
Τέλος, αναφέρει ότι η υπόθεση αυτή δεν αφορά τον δήμο όπου εργάζεται, καθώς είναι προσωπική-οικογενειακή του υπόθεση και η ποινή της απόλυσης που του επιβλήθηκε, αλλά και η απόφαση του πειθαρχικού συμβουλίου, είναι πλημμελής.
[dynamic-sidebar id=”post-area-diabaste”]