Το ημιυπόγειο θρυλικό λουκουματζίδικο της Αθήνας στον αριθμό 46 ξεκίνησε στην αρχή ως καφενείο, η προσθήκη όμως μετά των χιώτικων λουκουμάδων στο μενού του αποτέλεσε τη χαρακτηριστική σφραγίδα του. Από γενιά σε γενιά η παράδοση συνεχίστηκε μέχρι και χθες, όπου τελικά η οικονομική κρίση «νίκησε», κλείνοντας ένα ακόμα ιστορικό μαγαζί.
Τις δυσκολίες που οδήγησαν στο κλείσιμο του μαγαζιού περιέγραψε ο Γιώργος Φύλλας στο «Πρώτο Θέμα». «Κλείνουμε λόγω κρίσης. Ηταν μια δύσκολη απόφαση, αλλά δεν γινόταν αλλιώς. Η εταιρία λύεται. Τα χρέη συσσωρεύτηκαν, η κίνηση έπεσε σημαντικά, οι φόροι ανέβηκαν. Ισως έπρεπε να το αποφασίσουμε νωρίτερα. Ενας ακόμη σημαντικός λόγος είναι τα ενοίκια. Το κτίριο είναι του ΙΚΑ, το ενοίκιο ήταν τεράστιο, μειώθηκε, αλλά όχι όσο έπρεπε για να είναι βιώσιμο. Δεν μπορούσαμε να το αντέξουμε. Η Πανεπιστημίου ερήμωσε πλέον. Πριν από δέκα χρόνια έμπαιναν πέντε φορές περισσότεροι πελάτες. Ελπίζω στο μέλλον να καταφέρω να ξαναστήσω την επιχείρηση με το ίδιο όνομα και την ίδια παραδοσιακή συνταγή».
Ηθοποιοί και μουσικοί των τριγύρω σκηνών, οι θεατές πριν τις προβολές του Ιντεάλ, δημοσιογράφοι, δικηγόροι, τουρίστες και διερχόμενοι περαστικοί που τους έσπαγε η λαχταριστή μυρωδιά τη μύτη κατέβαιναν από το 1926 τα τρία σκαλιά που χώριζε το μαγαζί με την Πανεπιστημίου. «Από το κατάστημα πέρασαν πολλοί επώνυμοι της Αθήνας, πολιτικοί, ηθοποιοί, τραγουδιστές. Ο Μίκης Θεοδωράκης ήταν ένας από αυτούς, ερχόταν συχνά στο μαγαζί μας. Επειδή γύρω υπήρχαν πολλά θέατρα, οι περισσότεροι ηθοποιοί, μόλις τελείωναν, περνούσαν για να γλυκαθούν. Εχω χιλιάδες μνήμες στα μαρμάρινα τραπεζάκια. Εκεί μου έβαζε ο παππούς μου να φάω, εκεί έκανα πρόταση γάμου στη γυναίκα μου», αναφέρει ο κ. Φύλλας.
ΑΝ. ΒΑΜΒΑΚΑ
Από την έντυπη έκδοση του Ελεύθερου Τύπου