«Η Μύκονος μπορεί να είναι ελληνικό νησί, αλλά δεν είναι Ελλάδα», ισχυρίζεται σε δημοσίευμα της η ιστοσελίδα politico.
Ένα αφιέρωμα στο ελληνικό παράδοξο της Μυκόνου μέσα από μία προσωπική αφήγηση ενός αρθρογράφου, που βρέθηκε στο νησί των Ανέμων κάνει η ιστοσελίδα του «Politico».
Μεταξύ άλλων, στο δημοσίευμα αναφέρεται:
“Σε ολόκληρη τη χώρα υπάρχει κρίση, με την ανεργία των νέων να κυμαίνεται γύρω στο 50% και πολλοί από τις μεσαίες τάξεις να αγωνίζονται να επιβιώσουν με μισθούς περίπου 400 ευρώ μηνιαίως, αναφέρει το politico. Στην παραλία του Nammos της Μυκόνου, ο μεγάλος κώ@@@ του μεσήλικα πλανιέται στο χώρο.
Ο άντρας (Ρώσος, υποθέτω) φορούσε μαγιό επώνυμου σχεδιαστή (και δυστυχώς σφιχτό για το νούμερό του). Στη συνέχεια, ο κώ@@@ του αρχίζει να κινείται. Αριστερά και δεξιά με το ρυθμό της μουσικής που ξεκουφαίνει από τα μεγάφωνα κατά μήκος της παραλίας . Το προσωπικό απομακρύνει τις ξαπλώστρες που συσκευάζουν την παραλία, προετοιμάζοντας το έδαφος γαι τη γιορτή που θα ακολουθήσει σε μία παιδική χαρά για πλούσιους και διάσημους.
Η Μύκονος πήρε το όνομά της από τον πρώτο της «αρχηγό», τον Μύκονο, ο οποίος, σύμφωνα με την ελληνική μυθολογία, ήταν απόγονος του θεού Απόλλωνα. Το νησί λέγεται επίσης ότι υπήρξε τόπος μεγάλης μάχης μεταξύ του Δία και των Τιτάνων, στον οποίο ο Ηρακλής, σκότωσε τους εχθρούς του πατέρα του, άφησαν τους Τιτάνες κατακτημένους και τους θεούς παντοδύναμους.
Σήμερα το νησί έχει ακόμα δράση αλλά άλλου είδους.
Ο αρθρογράφος συνεχίζει το κείμενό του λέγοντας: Παρατηρώ ότι υπάρχει ένας ύποπτα μεγάλος αριθμός ελκυστικών γυναικών γύρω μου – αρκετές με άτομα αρκετά μεγαλύτερης ηλικίας. Είναι γεμάτο με αστέρια του Χόλιγουντ, Ρώσους μεγιστάνες και πλούσιους Έλληνες – η ΣΥΡΙΖΟκρατία (Syrizastocracy) – οι οποίοι διασκεδάζουν και ξοδεύουν άσεμνα χρηματικά ποσά.
Το νησί του Σέντ Τροπέ έχει παρέλθει, είναι πλέον δημοφιλής προορισμός μόνο με ξεχασμένα αστέρια όπως η Τζόαν Κόλινς και η Ιβάνα Τραμπ. Και αλήθεια ποιός θέλει να τις δει αυτές; Στη Μύκονο, αντίθετα, μπορείτε να δείτε τους Κιμ Καρντάσιαν και Γιουσέιν Μπολτ και μια ολόκληρη στρατιά των μοντέλων της Βικτόρια Σίκρετ – και όλα τα Ευροσκουπίδια, που ελπίζουν ότι μπορεί κοιμηθούν με κάποιον από αυτούς.
Ένας πλούσιος συγγενής με καλεί να τον συνοδεύσω στο νησί για διακοπές. Το σπίτι που έχει μισθώσει κοστίζει 600 ευρώ τη βραδιά. Είναι μια συμφωνία. Ένα αξιοπρεπές (όχι θαυμάσιο) ξενοδοχείο εδώ, θα κοστίσει τουλάχιστον 1.000 ευρώ ανά διανυκτέρευση. Το σπίτι έχει θέα στο κέντρο της κύριας πόλης, γνωστή ως Χώρα. Πρόκειται για ένα τυρβώδη λαβύρινθο από λευκά κτίρια και μικρούς δρόμους με μικροσκοπικά καταστήματα που πωλούν ένα μίγμα από τουριστικά πλεχτά και ρούχα σχεδιαστών.
Το πρώτο πρωί ξεκινά η διαδρομή προς την παραλία με ποδήλατα. Σύντομα περάσαμε δύο διάσημους ανεμόμυλους της Μυκόνου (υπάρχουν 16 συνολικά), τους οποίους έχτισαν οι Βενετοί, για το αλεύρι, δίνοντας μια σημαντική μερίδα του εισοδήματος στους νησιώτες. Τα ποδήλατα βουίζουν μαζί, κουνιούνται στον άνεμο, εξάλλου το ψευδώνυμο της Μυκόνου είναι «Το νησί των ανέμων» και ο καιρός είναι τόσο ζεστός – πάνω από 40 βαθμούς Κελσίου – που τα κομμάτια της πίσσας στους δρόμους έχουν λειώσει.
Οι δρόμοι είναι γεμάτοι με αυτοκίνητα. Η Μύκονος έχει πληθυσμό μόλις 10.000 κατοίκους, αλλά είναι ο Αύγουστος και έχουν έρθει οι ορδές, έτοιμοι για οδυνηρό – και φρικιαστικά ακριβό – ηδονισμό.
Φτάνοντας στην παραλία του Nammos, μας χαιρετούν δύο πανέμορφες Ελληνίδες με ταιριαστά μαύρα μπικίνι. Θα μας φτιάξουν τις ξαπλώστρες. Χρειαζόμαστε τρεις: η τιμή είναι 180 ευρώ.
Οι ξαπλώστρες είναι στοιβαγμένες. Ο χώρος μοιάζει σαν ένα πολυτελές αγρόκτημα. Οι σερβιτόροι περιπολούν την περιοχή, εξυπηρετώντας τους πάντες, προσφέροντας από αναψυκτικά μέχρι κοκτέιλ”.
Σε κοντινή απόσταση βρίσκονται οι «πολυτελείς» ξαπλώστρες, οι οποίες μοιάζουν με κρεβάτια με ουρανό. Σχεδόν ο καθένας έχει έναν πάγκο με ένα μπουκάλι σαμπάνιας Moët. Η ιεραρχία είναι δεδομένη.
Δίπλα στα μονοπάτια της παραλίας από τα οποία περνούν οι σερβιτόροι υπάρχουν κουτιά γεμάτα με κενά μπουκάλια σαμπάνιας. Η φήμη είναι ότι πέρυσι το κύριο μπαρ εδώ πωλούσε 35.000 μπουκάλια σαμπάνιας στα 1.000 ευρώ το καθένα. Αυτό σημαίνει 35.000.000 ευρώ μόνο από σαμπάνια.
Ο Έλληνας συγγενής μου λέει ότι μεγάλο μέρος του κτιρίου εδώ είναι παράνομο, αλλά αυτό δεν απασχολεί τους ιδιοκτήτες των μπαρ και των εστιατορίων. «Το μόνο που κάνουν» λέει «είναι να πληρώνουν πρόστιμο κάθε εβδομάδα – π. χ. από 1.000 έως 3.000 ευρώ, κάτι που δεν είναι τίποτα σε σύγκριση με τα κέρδη που αποκομίζουν».
Τρώμε μεσημεριανό στο «Nammos Restaurant By The Sea». Είναι βασικά θαλασσινά και σαλάτα, και ο λογαριασμός είναι 350 ευρώ για τρία άτομα, χωρίς αλκοόλ.
Απέναντι από μας κάθεται ένας άνδρας με τη γυναίκα και το παιδί του. Εκείνος μιλά και με μοναδικό τρόπο, αναδεικνύει τον πλούτο του. Κατά την επιχειρηματολογία του, ανοίγει τα χέρια του με αποτέλεσμα να χτυπήσει τον διερχόμενο σερβιτόρο στο δεξί του μάτι. Εκείνος συνεχίζει να περπατά. Και ο πελάτης συνεχίζει να μιλά.
«Είσαι εντάξει;» ρωτώ τον σερβιτόρο. «Ο τύπος δεν είπε ούτε συγνώμη» , απαντά με έναν μορφασμό, «Αυτό είναι φυσιολογικό».
Σε αυτό ακριβώς το σημείο παρατηρώ ότι υπάρχει ένας ύποπτα μεγάλος αριθμός ελκυστικών γυναικών γύρω μου – οι περισσότερες με αρκετά μεγαλύτερους ηλικιακά άνδρες. «Πόρνες», μου λέει ο συγγενής μου, γεγονός που είναι αλήθεια.
Η ώρα περνά. Ηλιοβασίλεμα. Η μουσική ξεκινά και είναι ώρα να φύγουμε, να δοκιμάσουμε την καλύτερη νυχτερινή ζωή που προσφέρει η Μύκονος.
Το μπαρ και το εστιατόριο που επιλέγουμε είναι γεμάτο από υπερβολικά αρρενωπούς άνδρες και γυναίκες με υποσιτισμό. Συναντάμε φίλους από το Λονδίνο και έχουμε κλείσει ένα μεγάλο τραπέζι για δείπνο. Ένας ηθοποιός από την τηλεοπτική σειρά «Prison Break» είναι παρών και είναι υποχρεωμένος να βγάζει selfies για την πελατεία του. Το δείπνο είναι αστακός και ζυμαρικά και ένα μεγάλο κομμάτι αρνιού.
Αλλά αυτό δεν αρκεί για ορισμένους πελάτες. Ξεκινάω να συζητώ με έναν, τον Τζέιμς, που αναζητά κάτι έξτρα, κάτι λίγο παραπάνω. Ρωτάω αν μπορώ να πάω μαζί του για να δω. Κάνει ένα τηλεφώνημα σε κάποιον Γιώργο, με συστάσεις από τον Ντέρεκ.Ο Γιώργος μπορεί να συναντήσει τον Τζέιμς σε 10 λεπτά και θα φορά ένα T-shirt και ένα καπέλο του μπέιζμπολ. Κατασκοπεύουμε τον Γιώργο με τα πόδια, ενώ αυτός είναι με το αυτοκίνητό του. Το καπέλο του είναι στραμμένο πλάγια στις 45 μοίρες.
Ο Τζέιμς και ο Γιώργος ετοιμάζονται να κάνουν μία συμφωνία. Σε αυτό το σημείο κάποιοι τουρίστες περπατούν δίπλα, σταματούν και ζητούν οδηγίες σε ένα τοπικό hotspot. Ο Γιώργος αρχίζει να τους δίνει λεπτομερείς οδηγίες. «Ε … μπορούμε να κάνουμε λίγο γρήγορα;» λέει ο Τζέιμς. Τελικά, συμβαίνει. «140 ευρώ για ένα γραμμάριο», μουρμούρισε με αηδία. «Κοστίζει 60 ευρώ στην ηπειρωτική χώρα».
Πίσω στο εστιατόριο, επιστρέφω στο τραπέζι ενώ ο James εξαφανίζεται. Αργότερα ανακάλυψα ότι δεν είναι μόνος που επιλέγει να πάρει ναρκωτικά μετά το δείπνο. Μια επίσκεψη στην τουαλέτα αποκαλύπτει μια ταινία λευκής σκόνης στους νιπτήρες.
Το εστιατόριο έχει μεταμορφωθεί τώρα σε ένα νυχτερινό κέντρο διασκέδασης και δεν μπορώ παρά να σκεφτώ τους Αφρικανούς μικροπωλητές που περνούν 12 ώρες την ημέρα περπατώντας πάνω κάτω τις παραλίες σε μία μάταιη προσπάθεια να πουλήσουν τα προϊόντα τους.
Πίσω στην Αθήνα, οι ορδές των αστέγων θα έχουν ξεκινήσει να «στρώνουν» κάπου έξω για να κοιμηθούν. Όχι φυσικά εδώ. Στον μη -ελληνικό των ελληνικών νησιών».