Αυτό τόνισε μεταξύ άλλων ο πρόεδρος της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας, Βασίλης Κορκίδης, με αφορμή τη “μαύρη επέτειο” της επιβολής τους πριν δύο χρόνια.
Η Συνομοσπονδία εξέδωσε ανακοίνωση με τα βασικά συμπεράσματα από την επιβολή των κεφαλαιακών περιορισμών και τα σημαντικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι επιχειρήσεις.
Αναλυτικά η δήλωση του πρόεδρου της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας:
«Η έλευση των Κεφαλαιακών Περιορισμών πριν δύο χρόνια, στις 28 Ιουνίου 2015, αποτέλεσε σημαντικό πισωγύρισμα για την πλειοψηφία των εγχώριων επιχειρήσεων, προκαλώντας τους μεγάλο πρόβλημα ρευστότητας, πλήττοντας ανεπανόρθωτα και χωρίς οι ίδιες να ευθύνονται, τη φερεγγυότητά τους στο εξωτερικό. Προς αποκατάσταση όμως της αλήθειας, πρέπει να τονιστεί πως κατά τη διάρκεια των Capital Controls καμία ξένη επιχείρηση δεν έχασε χρήματα από αντίστοιχη ελληνική, που ανταποκρίθηκε με συνέχεια και συνέπεια, διαφυλάσσοντας πλήρως την αξιοπιστία της. Tουναντίον, οι υποχωρήσεις και οι θυσίες στις οποίες προέβησαν οι ελληνικές επιχειρήσεις είχαν άμεσο αρνητικό αντίκτυπο στην προσπάθεια επιβίωσής τους, καθώς πολλές αναγκάστηκαν να περιορίσουν ή και να τερματίσουν τη λειτουργία τους. Τέλος, κάθε προαναγγελία χαλάρωσης των capital controls μπορεί να περιορίζει τα προβλήματα των μικρομεσαίων, αλλά η αναγγελία της οριστικής άρσης τους, είναι αυτή που θα απελευθερώσει την ελληνική αγορά…».
Οι 8 παράμετροι που διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στην έως σήμερα εξέλιξη των κεφαλαιακών περιορισμών και επηρέασαν άμεσα τον τρόπο λειτουργίας, αλλά και το σχεδιασμό χιλιάδων επιχειρήσεων, σύμφωνα με την Συνομοσπονδία:
– Ρευστότητα:
Η επιβολή των περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων προκάλεσε σημαντικές επιπλοκές στην αγορά το πρώτο διάστημα εξαιτίας της διόγκωσης των γραφειοκρατικών διαδικασιών που συνεπάγεται η πληρωμή προμηθευτών στο εξωτερικό, σε μια περίοδο κορύφωσης των αναγκών λόγω της έναρξης της νέας σεζόν.
Μία ακόμη διαπίστωση, η οποία έγινε αντιληπτή με την πάροδο των μηνών συνίσταται στο γεγονός πως οι κεφαλαιακοί περιορισμοί αποδείχθηκαν ιδιαίτερα επιζήμιοι για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Και αυτό γιατί οι συγκεκριμένες επιχειρήσεις δε διαθέτουν την αναγκαία ρευστότητα, αλλά ούτε και μεγάλους αποθηκευτικούς χώρους, με συνέπεια να αναγκάζονται να προβαίνουν σε συχνότερες εισαγωγές μικρότερων ποσοτήτων εμπορεύματος, ενίοτε δε και σε υψηλότερες τιμές.Ταυτόχρονα, η μη έγκαιρη διεκπεραίωση των εισαγωγών έχει συχνά επιπτώσεις και στις εξαγωγικές επιχειρήσεις, καθώς πολλές από αυτές εισάγουν πρώτες ύλες από το εξωτερικό που είναι αναγκαίες για την παραγωγή των προϊόντων τους. Έτσι, το πρόβλημα επεκτείνεται και στις εξαγωγές, επιβαρύνοντας περαιτέρω το εμπορικό έλλειμμα της χώρας.
Αστυνομικός της Βουλής: Ποινική δίωξη για ενδοοικογενειακή απειλή στον 35χρονο
Λόγω του αυξημένου κινδύνου, η προπληρωμή του εμπορεύματος και μάλιστα εις ολόκληρον κατά το στάδιο της παραγγελίας αποτελεί πλέον συνηθισμένη πρακτική, ενώ οι επιχειρήσεις για να αντιμετωπίσουν την αύξηση του κόστους που προκαλείται από την προπληρωμή των εμπορευμάτων αναγκάζονται να προχωρούν σε αύξηση του ύψους των παραγγελιών για να συγκρατήσουν το κόστος τους. Παράλληλα, λόγω των Capital Controls, σημειώνονται καθυστερήσεις στη διεκπεραίωση των συναλλαγών με κίνδυνο σε ορισμένες περιπτώσεις να καταστήσουν άχρηστη την ετεροχρονισμένη παραλαβή του εμπορεύματος, προκαλώντας όχι μόνο οικονομική ζημιά αλλά και «απώλεια φήμης» για την επιχείρηση.
– Κόκκινα Δάνεια:
Η εκτόξευση των «μη εξυπηρετούμενων πιστωτικών ανοιγμάτων» σε περίπου 105 δις ευρώ, προήλθε σε μεγάλο βαθμό και από την αναστάτωση που προκάλεσε η επιβολή των κεφαλαιακών περιορισμών. Η αβεβαιότητα που επικρατούσε τη δεδομένη περίοδο στην ουσία συνετέλεσε στην επικράτηση μίας άτυπης στάσης πληρωμών, εκ μέρους των δανειοληπτών.
– Επιταγές – Τειρεσίας:
Ένα σύνηθες συναλλακτικό μέσο της αγοράς, εκείνο των επιταγών, δέχθηκε καίριο πλήγμα από την επιβολή των Capital controls. Η εν λόγω εξέλιξη «πάγωσε» στην ουσία την πραγματική οικονομία, που συνήθιζε να κινείται ευρέως με το συγκεκριμένο μέσο, καθώς αποτελούσε μέχρι πρότινος μια παράλληλη πίστωση μέσω της οποίας διακινούνται κάθε χρόνο περί τα 150 δις ευρώ.
– Καταθέσεις – ELA:
Η μεγάλη εκροή καταθέσεων από το εγχώριο τραπεζικό σύστημα, περίπου 42 δισ. ευρώ το διάστημα Νοεμβρίου 2014 – Ιουνίου 2015, κατέστησε την επιβολή των κεφαλαιακών περιορισμών αναγκαίο κακό για την επιβίωση των τραπεζών. Σήμερα με τις καταθέσεις του ιδιωτικού τομέα (επιχειρήσεις – νοικοκυριά) να διαμορφώνονται στα 119 δις ευρώ, η κατάσταση έχει εξομαλυνθεί σε σημαντικό βαθμό, με την προ λίγων ημερών συμφωνία με τους θεσμούς να δημιουργεί προσδοκίες επιστροφής μέρους των καταθέσεων στο τραπεζικό σύστημα. Η συνολική εξάρτηση του εγχώριου τραπεζικού συστήματος από τον ELA, μειώθηκε από τα 65,1 δισ. ευρώ του 2016, στο ποσό των 40,7 δισ. ευρώ τον Μάιο του 2017.
– Δείκτης Κύκλου Εργασιών και Δείκτης Όγκου στο Λιανικό Εμπόριο:
Παρόλη την επικρατούσα αβεβαιότητα της αγοράς, η διοχέτευση μεγάλης ποσότητας αδρανών ρευστών στην πραγματική οικονομία κατευθύνθηκε προς το κλάδο πώλησης αυτοκινήτων, ενώ η επένδυση σε διαρκή αγαθά φαίνεται πως αποτέλεσε επαρκές κίνητρο για το καταναλωτικό κοινό.
– Εμπορικό ισοζύγιο αγαθών πριν και μετά τα Capital Controls:
Η συρρίκνωση του εμπορικού ελλείμματος αγαθών κατά 4,97 δισ. ευρώ κατά τη διάρκεια του πρώτου έτους επιβολής των Capital Controls (Ιούλιος 2014-Ιούνιος 2015 / Ιούλιος 2015 – Ιούνιος 2016), βασίζεται αποκλειστικά και μόνο στη δραματική μείωση των εισαγωγών (-7,41 δισ. ευρώ), όμως στη διάρκεια του τελευταίου δεκαμήνου (Ιούλιος 2016 – Απρίλιος 2017), καταγράφεται βελτίωση σε σχέση με το αντίστοιχο δεκάμηνο Ιουλίου 2015 – Απριλίου 2016, όσον αφορά στις εξαγωγές κατά 2,12 δις ευρώ. Παρατηρείται και ταυτόχρονη άνοδος των εισαγωγών κατά 3,51 δισ. ευρώ, η συγκεκριμένη όμως εξέλιξη αποδίδεται, όπως αναφέρει η ΕΣΕΕ, στην αποκατάσταση σε μεγάλο βαθμό των όρων λειτουργίας και ρευστότητας της αγοράς.
– Τόνωση των ηλεκτρονικών συναλλαγών στη διάρκεια των Capital Controls (Ελληνική Ένωση Τραπεζών – ΕΕΤ):
H επιβολή των Κεφαλαιακών Περιορισμών τόνωσε σε σημαντικό βαθμό τις ηλεκτρονικές συναλλαγές, καθώς καταγράφηκε σημαντική αύξηση των τερματικών αποδοχής συναλλαγών καρτών (POS) κατά 100.930 (+79%), αύξηση των ηλεκτρονικών συναλλαγών με κάρτες κατά 84 εκ. (+58%) και μεταφορές πίστωσης (+24%), αύξηση της αξίας άμεσων χρεώσεων για διενέργεια πάγιων πληρωμών κατά 3,2 δις ευρώ (+47%), αύξηση της αξίας συναλλαγών μέσω internet και mobile banking κατά 29% (+11,2 δις ευρώ) και 82% (+359 εκ. ευρώ) αντίστοιχα. Επιπλέον σύμφωνα με την ΕΕΤ καταγράφονται εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα απάτης τόσο σε όρους συναλλαγών όσο και σε όρους αξίας.